Ο Άλεξ Μπάτι, ο έφηβος που είχε εξαφανιστεί πριν 6 χρόνια από την Βρετανία και βρέθηκε στη Γαλλία πριν λίγες ημέρες, αλλάζει τα όσα είπε και υποστηρίζει πως είπε ψέματα για την απόδρασή του.
Σχετικά με τις λεπτομέρειες της απόδρασής του, από τις νομάδες στις οποίες ζούσε με τη μητέρα και τον παππού του, λέει ότι είπε ψέματα προκειμένου να τους προστατεύσει από την αστυνομία για να μην βρουν τα ίχνη τους και συλληφθούν. Σε συνέντευξή του στην εφημερίδα The Sun, αποκαλύπτει ότι οι αμφιβολίες για τον νομαδικό τρόπο ζωής, τον έκαναν με τον καιρό να σκέφτεται να φύγει. Οι μελλοντικές φιλοδοξίες τον οδήγησαν να εγκαταλείψει αυτή τη ζωή και τότε βρέθηκε να περπατά κατά μήκος ενός δρόμου στη Γαλλία έξι χρόνια μετά την εξαφάνισή του.
Επιστρέφοντας στην πατρίδα και τη γιαγιά του, η οποία είναι κηδεμόνας του, ο Άλεξ Μπάτι μίλησε εκτενώς για τη νύχτα της απόδρασης του αλλά και για όσα τον οδήγησαν να φύγει. Τα ήδη υπάρχοντα συναισθήματα αμφιβολίας που είχε δυνάμωσαν πριν από ένα χρόνο, όταν το όνειρό του να γίνει μηχανικός, έμοιαζε να απομακρύνεται λόγω του τρόπου ζωής του.
Άλεξ Μπάτι: «Δεν χάθηκα. Ήξερα ακριβώς πού πήγαινα»
«Συνειδητοποίησα ότι δεν ήταν καλός τρόπος ζωής για το μέλλον μου», ανέφερε αρχικά. Η ζωή που θα μπορούσε να προβλέψει αν έμενε με τη μητέρα του περιελάμβανε «μετακόμιση, χωρίς φίλους, χωρίς κοινωνική ζωή. Δουλειά, δουλειά, δουλειά και όχι σπουδές» συμπλήρωσε.
Πριν από ένα χρόνο, ανέφερε την ιδέα να επιστρέψει στην Αγγλία με τον παππού του, ο οποίος όπως είπε, ήταν ζωντανός όταν δραπέτευσε νωρίτερα αυτό το μήνα, παρά τις εικασίες της γαλλικής αστυνομίας ότι μπορεί να είχε πεθάνει πριν από μήνες. Επέλεξε να μην συμβουλευτεί τη μητέρα του, καθώς ήταν αντίθετη με τα σχέδιά του να επιστρέψει στην Αγγλία, φοβούμενη ότι θα τον πήγαιναν σε δομή για ανηλίκους αν επέστρεφε.
Είπε στην εφημερίδα ότι κατασκεύασε την ιστορία για ένα ταξίδι τεσσάρων ημερών, ελπίζοντας ότι έτσι η αστυνομία δεν θα μπορούσε να εντοπίσει τη μητέρα και τον παππού του, φοβούμενος ότι θα μπορούσαν να συλληφθούν ως ύποπτοι για την απαγωγή του. «Έλεγα ψέματα για να προσπαθήσω να προστατεύσω τη μαμά και τον παππού μου, αλλά συνειδητοποιώ ότι πιθανότατα θα τους πιάσουν ούτως ή άλλως. Δεν χάθηκα. Ήξερα ακριβώς πού πήγαινα», πρόσθεσε, περιγράφοντας το αληθινό του ταξίδι ως μια διήμερη πεζοπορία, πρώτα στην πόλη Quillan για να προσποιηθεί ότι ζητούσε οδηγίες, και στη συνέχεια προς την Τουλούζη.
Άλεξ Μπάτι: Το χρονικό της εξαφάνισης και του εντοπισμού του
Η γιαγιά του Άλεξ, Σούζαν Καρουάνα, είναι εκείνη που έχει την επιμέλειά του. Η μητέρα του αγοριού, Μέλανι Μπάτι και ο παππούς του παιδιού, Ντέιβιντ Μπάτι, πήραν το αγόρι προκειμένου να πάνε για διακοπές στη Μαρμπέγια της Ισπανίας. Η μητέρα του είχε στερηθεί την επιμέλεια του, όταν κρίθηκε «ασταθής», αλλά το καλοκαίρι του 2017 είχε πάρει άδεια να τον πάρει μαζί της διακοπές στην Ισπανία για 15 ημέρες.
Έφυγαν από το Μάντσεστερ στις 30 Σεπτεμβρίου 2017 και υποτίθεται πως θα επέστρεφαν. Όμως όταν πέρασαν 15 αυτές ημέρες, ο Άλεξ Μπάτι δεν επέστρεψε στο σπίτι του. Αργότερα τον είδαν στο λιμάνι της Μάλαγα στις 8 Οκτωβρίου, την ημέρα που υποτίθεται ότι θα επέστρεφε στη Βρετανία.
Στις 10 Αυγούστου του 2017 εκδόθηκε ένταλμα, για να βρεθεί το παιδί, η μητέρα του και ο παππούς του. Για έξι χρόνια ζούσαν νομαδική ζωή και δεν έμεναν ποτέ πάνω από μερικούς μήνες στο ίδιο μέρος. Αρχικά ζούσαν στο Μαρόκο και στη συνέχεια στα γαλλικά Πυρηναία. Όταν η μητέρα του του ανακοίνωσε ότι ήθελε να πάνε στην Φινλανδία, ο Άλεξ αποφάσισε να φύγει και ακολούθησε τον δρόμο με κατεύθυνση την Τουλούζη. Εκεί περπατούσε επί τέσσερις νύχτες και κοιμόταν την ημέρα όπως υποστήριξε, πριν τελικά βρεθεί από τον διανομέα.
Το 2018, η γιαγιά του Άλεξ είχε πει στο BBC πως πίστευε ότι η μητέρα και ο παππούς του του αγοριού είχαν πάει να ζήσουν με το παιδί σε μια «πνευματική κοινότητα» στο Μαρόκο. Εκείνη την εποχή, σύμφωνα με τη Σούζαν Καρουάνα, η μητέρα και ο παππούς αναζητούσαν έναν εναλλακτικό τρόπο ζωής και δεν ήθελαν να πηγαίνει στο σχολείο ο Άλεξ.
Ο Άλεξ είχε εντοπιστεί στην πόλη Ρεβέλ, ανατολικά της Τουλούζης. Ο διανομέας «λυπήθηκε το παιδί που περπατούσε και σταμάτησε να το πάρει», περιέγραψε στο BBC ο Ρεμί Μπουαζιά, δημοσιογράφος της εφημερίδας La Depeche. «Πέρασαν μαζί τρεις ώρες στο αυτοκίνητο και το αγόρι του είπε την ιστορία του. Θεωρούσε λίγο παράξενη τη μητέρα του και αποφάσισε ότι δεν του άρεσε αυτή η ζωή, αλλά ήθελε να ακολουθήσει το δικό του μονοπάτι, για αυτό έφυγε», συμπλήρωσε ο δημοσιογράφος.
Με πληροφορίες από BBC