Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο με απόφαση του επέβαλε κυρώσεις στην μεγαλύτερη ρωσική πετρελαϊκή εταιρεία Rosneft , Διευθύνων σύμβουλος της οποίας είναι ο Ίγκορ Σέτσιν, οποίος θεωρείται στενός φίλος του ρώσου προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν και ένας από τους ρώσους ολιγάρχες, το όνομα του οποίου είχε εμπλακεί στην πρόσφατη απομάκρυνση του πρώην υπουργού Οικονομικών Γιούρι Ουλουκάγιεφ. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο χαρακτήρισε την απόφαση του "νομότυπη", αλλά ο ρωσικός πετρελαϊκός κολοσσός, ο οποίος αντέδρασε άμεσα την θεώρησε «παράτυπη, αβάσιμη και πολιτικοποιημένη».
Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο επισημαίνει στην απόφαση του ότι οι κυρώσεις δεν έρχονται σε αντίθεση με την ισχύουσα Συμφωνία περί σύμπραξης και συνεργασίας μεταξύ Ρωσίας και Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά καθιστά σαφές ότι στην απόφαση του έλαβε υπ όψιν την παράταση των κυρώσεων που υιοθέτησε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο σε σχέση με την κρίση στην Ουκρανία, υποστηρίζοντας ότι οι περιορισμοί της επιχειρηματικής δραστηριότητας και το ιδιοκτησιακό καθεστώς που έχει η Rosneft δεν μπορούν να θεωρηθούν αναντίστοιχα με την απόφαση αυτή. Παράλληλα το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο θεωρεί ότι η απόφασή του είναι απολύτως νομότυπη, διευκρινίζει ότι οι χρηματοπιστωτικοί περιορισμοί δεν αφορούν την διενέργεια τραπεζικών συναλλαγών που αφορούν την Rosneft ( δηλαδή στόχος του δεν είναι το πάγωμα των κεφαλαίων της) και επιβεβαιώνει ότι η απαγόρευση έκδοσης νέων πιστοποιητικών GDR εκ μέρους της Rosneft επεκτείνεται και στις μετοχές που έχουν εκδοθεί πριν την επιβολή των κυρώσεων.
Ο δικηγόρος της Rosneft Lode Vanden Hende της εταιρεία Herbert Smith Freehills, που εκπροσωπεί τα συμφέροντα της ρωσικής πετρελαϊκής εταιρείας, απευθυνόμενος στους δημοσιογράφους χαρακτήρισε την απόφαση «απογοητευτική» , λέγοντας πως είναι τελεσίδικη και δεν επιδέχεται έφεση. Ο ίδιος επεσήμανε επίσης ότι η απόφαση του Δικαστηρίου εγκυμονεί κινδύνους γιατί με την ίδια λογική μπορεί να ανοίξει ο δρόμο για την επιβολή κυρώσεων και σε άλλες ημικρατικές εταιρείες.
Η ίδια η Rosneft στην ανακοίνωση που εξέδωσε, αναφέρει ότι «η δεδομένη απόφαση αποδεικνύει ότι στην Ευρώπη, του Δικαίου υπερισχύει η πολιτική συγκυρία», όπως και πως το Δικαστήριο θεωρεί νόμιμες τις κυρώσεις παρότι κατά την διάρκεια της δίκης δεν μπόρεσε να παρουσιάσει στοιχεία που να δικαιολογούν την επιβολή τους» Παράλληλα θεωρεί ότι η απαγόρευση που της επιβάλλεται όσον αφορά την έκδοση πιστοποιήσεων ζημιώνουν τους εταίρους και τους μετόχους της εταιρείας όπως και ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση επέβαλλε τις κυρώσεις αυτές επειδή θέλει να εκτοπίσει την Ρωσία από τις αγορές και να δημιουργήσει στις εταιρείες της πρόσθετα εμπόδια στην δραστηριότητα τους.
Σχολιάζοντας της απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου ο Ρώσος αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών Αλεξέι Μεσκόφ δήλωσε ότι οι όποιες κυρώσεις επιβάλλονται στις ρωσικές εταιρείες δεν είναι νομότυπες.
Οι κυρώσεις αυτές αποτελούν συνέχεια των κυρώσεων που άρχισε να επιβάλλει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο τον Ιούλιο του 2014 με αφορμή την διένεξη της Ρωσίας με την Ουκρανία, για την Κριμαία. Οι κυρώσεις που είχαν επιβληθεί τότε «με σκοπό να επιβαρύνουν το κόστος των ενεργειών της Ρωσίας που ήθελε να υπονομεύσει την κυριαρχία της Ουκρανίας», απαγόρευαν τις εξαγωγές στην Ρωσία τεχνολογιών και εξοπλισμού που απαιτούνται για τις εξορύξεις σε κοιτάσματα υδρογονανθράκων στην υφαλοκρηπίδα της Αρκτικής, όπως και σε ευρωπαϊκές εταιρίες να συνεργαστούν με την ρωσική εταιρεία στην περιοχή αυτή.
Αφότου οι Ηνωμένες Πολιτείες και Ευρωπαϊκή Ένωση απαγόρευσαν στις εταιρείες τους την συνεργασία με την Rosneft στην Αρκτική, οι εμπειρογνώμονες υπολογίζουν ότι οι ρυθμοί εξόρυξης στην περιοχή ενδέχεται μακροπρόθεσμα να μειώνονται κατά 1% ετησίως, παρότι τα κοιτάσματα που υπάρχουν στην υφαλοκρηπίδα της Αρκτικής θεωρούνται ισοδύναμα με αυτά που υπάρχουν στην ηπειρωτική Ρωσία.
ΑΠΕ/ΜΠΕ-(Πηγές: Reuters, Tass, Ria Novosti, Vedomosti)
σχόλια