«Στα 8 χρόνια της θητείας της χρησιμοποίησε λαϊκίστικες μεθόδους για να απομακρύνει τους Γερμανούς από την ουσία της πολιτικής και να στρέψει το ενδιαφέρον τους στο βόλεμα. Η μαμα-Μέρκελ τους οδήγησε επιδέξια στον λήθαργο, ενώ ταυτόχρονα παράτησε τη δημοκρατία να λιμοκτονήσει. Δεν επηρεάζονται όλα από την Μέρκελ, όταν όμως κάποιος ηγέτης κατέχει τόσο σημαντική θέση εξουσίας για μεγάλο διάστημα επηρεάζει τη διάθεση της χώρας και τις προθέσεις των ανθρώπων» σημειώνει σε άρθρο του στο Spiegel ο Dirk Kurbjuweit, προσθέτοντας την δική του οπτική στην αυξανόμενη τάση για δριμεία κριτική από δημοσιογράφους και πολιτικούς στοχαστές στο εσωτερικό της χώρας.
Αυτό που δείχνει να τους απασχολεί κατά βάση είναι η απουσία ουσιαστικού διαλόγου, παρά το γεγονός ότι φαινομενικά όλοι «σέβονται την ελευθερία όλων». Ο Kurbjuweit σημειώνει ότι η ανατροφή της Μέρκελ στην Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας συνεπάγεται ότι έχει γαλουχηθεί σε μια λογική «αποφυγής της αντιπαράθεσης και της πόλωσης ως μη παραγωγικές», την οποία έχει εισάγει με έναν στρεβλό τρόπο, επιφέροντας καταστροφικά αποτελέσματα στη σύγχρονη πολιτική σκακιέρα.
«Αποφεύγει τις ξεκάθαρες δηλώσεις που θα μπορούσαν να προκαλέσουν διαφωνίες – κάτι ευκταίο σε μια δημοκρατία- ενώ χαρτζιλικώνει τους συνταξιούχους και τις οικογένειες με πενιχρά επιδόματα. Ουσιαστικά ξεζουμίζει την Γερμανία και ρίχνει από πάνω ζάχαρη για να το καλύψει».
Ενώ υιοθετεί αμφιλεγόμενες πρακτικές ως «μοναδική λύση» για την αντιμετώπιση της κρίσης, κανείς δεν αντιδρά. Οι μεν πολιτικοί επειδή δεν θέλουν να δουν την δημοφιλία τους σε πτώση, οι δε πολίτες επειδή μένουν απλά απαθείς, σύμφωνα με το άρθρο. «Επιδεικνύουν μια παραλυμένη συναίνεση. Μένουν σπίτι και διαβάζουν το Landlust, ένα περιοδικό για την αγροτική ζωή και την οικογενειακή ευτυχία, που είναι τρομερά επιτυχημένο» σημειώνει ο Kurbjuweit. Ενώ σε άλλο σημείο επισημαίνει ότι ίσως παραμένουν αμέτοχοι επειδή, σε αντίθεση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες (και κυρίως τις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου) η οικονομία βρίσκεται σε ανάπτυξη και τα εισοδήματα δεν έχουν μειωθεί σημαντικά.
Αυτή η διαφοροποίηση όμως είναι που «υποκρύπτει σοβινιστικές τάσεις. Ένα από τα κατορθώματα της Μέρκελ είναι η επανεθνικοποίηση της πολιτικής. Η καγκελάριος δεν καταδικάζει την αλληλεγγύη προς τους Ευρωπαίους εταίρους της, αλλά θέτει σαφή όρια. Αυτό που θα επιθυμούσε, είναι η εξάπλωση των γερμανικών στάνταρ σε όλη την γηραιά ήπειρο.
Με αυτόν τον τρόπο η Ευρώπη θα μπορούσε να αναδειχθεί σε σημαντική δύναμη στον κόσμο και η Γερμανία να αποκτήσει κυρίαρχο ρόλο. Έχει περάσει πολύς καιρός από τότε που κάποιος Γερμανός πολιτικός τόλμησε να καλλιεργήσει τόσο μεγάλες εθνικές φιλοδοξίες. Και αυτή η στάση είναι αποδεκτή από μερίδα της κοινής γνώμης. Πολλοί θεωρούν ότι η Μέρκελ υπερασπίζεται την πατρίδα τους ενάντια στον κόσμο».
Με την οργή των Γερμανών πολιτών να εκτονώνεται τα τελευταία χρόνια σε διαμαρτυρίες εναντίον επεκτάσεων του σιδηροδρομικού σταθμού, της δημιουργίας νέου αεροδρομίου στο Βερολίνο και κατά της χρήσης πυρηνικής ενέργειας, ο δημόσιος διάλογος ξεφεύγει από τα πραγματικά προβλήματα της γερμανικής κοινωνίας δηλαδή «την απουσία κινητικότητας μεταξύ των κοινωνικών τάξεων που καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό το είδος της εκπαίδευσης και εργασιακής αποκατάστασης των νέων, την ανισότητα στον εργασιακό χώρο και το δημογραφικό πρόβλημα» καταλήγει το άρθρο.
σχόλια