Εκείνο το μοιραίο πρωινό της 26ης Ιανουαρίου του 2020 ξεκίνησε για την Βανέσα Μπράιαντ όπως των περισσότερων γονιών με πολυάσχολα παιδιά. Η μία κόρη της παρακολουθούσε μάθημα, ο σύζυγός της, Κόμπι Μπράιαντ θα πήγαινε με την άλλη κόρη τους σε αγώνα μπάσκετ. Εκείνη έμεινε σπίτι με τα δύο μικρότερα παιδιά.
Όμως, περίπου στις 11:30 οικογενειακός βοηθός χτύπησε την πόρτα και της είπε ότι ο Κόμπι Μπράιαντ και η Τζιάνα ήταν σε ατύχημα με ελικόπτερο, σύμφωνα με την κατάθεση που έδωσε η Βανέσα Μπράιαντ, στο πλαίσιο της αγωγής που έχει κάνει εναντίον της κομητείας του Λος Άντζελες.
Όταν αυτό το άτομο της είπε ότι πέντε άνθρωποι είχαν επιβιώσει από τη συντριβή, εκείνη πίστεψε πως ο Κόμπι και η Τζιάνα ήταν ανάμεσά τους και ότι θα βοηθούσαν τα άλλα θύματα. Όμως, καθώς προσπαθούσε να τηλεφωνήσει στον σύζυγό της, άρχισαν να εμφανίζονται ειδοποιήσεις στο κινητό της «Αναπαύσου εν ειρήνη Κόμπι».
«Η ζωή μου δεν θα είναι ποτέ ίδια χωρίς τον σύζυγό μου και την κόρη μου», είπε στην κατάθεσή της η 39χρονη, για τον χαμό του σταρ του μπάσκετ στα 41 του και του 13χρονου παιδιού τους.
Πέρασαν ώρες προτού ενημερωθεί τελικά επίσημα ότι ο Κόμπι Μπράιαντ και η Τζιάνα είχαν σκοτωθεί, μαζί με άλλους ανθρώπους, στη συντριβή του ελικοπτέρου έξω από το Λος Άντζελες. Στη βιασύνη της να πάει στο σημείο, προτού μάθει τον θάνατό τους, πήγε σε αεροδρόμιο θέλοντας να πετάξει με ελικόπτερο, αλλά της είπαν ότι αυτό δεν θα ήταν ασφαλές, εξαιτίας του καιρού.
Αυτές είναι μερικές από τις λεπτομέρειες από εκείνη την τραγική ημέρα που δημοσιοποιούνται για πρώτη φορά, από τα όσα είπε η Μπράιαντ απαντώντας, μέσω τηλεδιάσκεψης, στις ερωτήσεις του συνηγόρου της κομητείας του Λος Άντζελες.
Η 39χρονη έχει κάνει αγωγή στην κομητεία, κάποιες υπηρεσίες και εργαζόμενούς της, για ψυχική οδύνη που της προκάλεσαν οι υπάλληλοι που έβγαλαν φωτογραφίες των θυμάτων στο σημείο της συντριβής, τις οποίες κοινοποίησαν.
Αφού της είπαν ότι δεν μπορεί να πετάξει, η Βανέσα Μπράιαντ συναντήθηκε με τον Ρομπ Πελίνκα, γενικό διευθυντή των Λέικερς και πήγαν οδικώς στο γραφείο του σερίφη στο Μαλιμπού, κοντά στο σημείο της συντριβής.
Εκεί «κανένας δεν απαντούσε» στις ερωτήσεις για τον σύζυγο και την κόρη της, είπε η Μπράιαντ. Την πηγαινοέφερναν σε αίθουσες και έπειτα από μακρά αναμονή ο σερίφης του Λος Άντζελες, Άλεξ Βιλανουέβα της επιβεβαίωσε την τραγική αλήθεια και τη ρώτησε αν μπορεί να κάνει κάτι για εκείνη.
«Αν δεν μπορείτε να μου φέρετε πίσω τον σύζυγο και το μωρό μου, σας παρακαλώ σιγουρευτείτε ότι κανένας δεν θα τους φωτογραφίσει. Σας παρακαλώ, ασφαλίστε την περιοχή», του απάντησε, σύμφωνα με την κατάθεσή της.
Εκείνος της απάντησε ότι θα το πράξει, αλλά η Μπράιαντ επέμεινε: «Όχι, πρέπει τώρα να τηλεφωνήσετε και να σιγουρευτείτε ότι θα ασφαλιστεί η περιοχή». Ο σερίφης τη διαβεβαίωσε ότι αυτό είχε ήδη γίνει.
Δήλωσε ότι θέλει να τεθούν υπόλογοι οι άνθρωποι που έβγαλαν τις φωτογραφίες. «Δεν μπορώ να καταλάβω πώς κάποιος μπορεί να μην έχει κανένα σεβασμό για τη ζωή και συμπόνοια και αντί για αυτό να επιλέξει να εκμεταλλευτεί αυτή την ευκαιρία για να φωτογραφίσει νεκρούς, αβοήθητους ανθρώπους, για τη δική τους αρρωστημένη διασκέδαση», τόνισε.
Στο πλαίσιο της κατάθεσης, ο δικηγόρος της κομητείας της ζήτησε επανειλημμένα να κοιτάξει κάποιες σκληρές εικόνες και μηνύματα που της είχαν σταλεί στα social media, θέλοντας να δείξει ότι της είχαν προκαλέσει ψυχική οδύνη και άλλοι πέρα από τους εργαζόμενους των υπηρεσιών έκτακτης ανάγκης.
Εκείνη, σύμφωνα με την κατάθεση, έβαλε το χέρι της μπροστά, για να μην δει τις εικόνες και είπε ότι έχει λιγότερη επαφή με χρήστες των social media, λόγω φόβου ότι μπορεί να την αιφνιδιάσουν με φωτογραφίες από το δυστύχημα.
Ακόμη, κατέθεσε πως πήρε τα ρούχα που φορούσαν ο Κόμπι και η Τζιάνα στο δυστύχημα, λόγω ανησυχίας ότι κάποιοι θα τα φωτογράφιζαν. «Υπέφεραν πολύ. Και αν τα ρούχα τους αντιπροσωπεύουν την κατάσταση των σωμάτων τους, δεν μπορώ να φανταστώ πώς κάποιος θα μπορούσε να είναι τόσο άκαρδος, να μην έχει κανένα σεβασμό για εκείνους ή τους φίλους τους και απλά να κοινοποιήσει φωτογραφίες σαν να ήταν ζώα στον δρόμο», είπε.
Η κατάθεση της Βανέσα Μπράιαντ έγινε σε ένα κρίσιμο σημείο για την υπόθεση, καθώς κλιμακώνεται η κόντρα μεταξύ των δικηγόρων για το τι μπορούν να ζητήσουν οι εναγόμενοι από την Μπράιαντ, άλλους ενάγοντες και μάρτυρες. Ένα από τα ζητήματα για τα οποία υπάρχει μεγάλη κόντρα είναι αν η κομητεία μπορεί να ζητήσει να υποβληθούν σε ανεξάρτητες ιατρικές εξετάσεις, που περιλαμβάνουν ψυχιατρική αξιολόγηση, για κάθε έναν από τους ενάγοντες.
Οι δικηγόροι της Μπράιαντ λένε ότι αυτές οι ανεξάρτητες ιατρικές εξετάσεις είναι βάναυσες και ότι η κομητεία στέλνει ένα μήνυμα ζητώντας της. Η άλλη πλευρά απαντά ότι οι ενάγοντες υποστηρίζουν πως υπέστησαν ψυχική οδύνη εξαιτίας των ενεργειών των εργαζομένων, οπότε ένας επαγγελματίας θα πρέπει να το εξετάσει αυτό.
Έπειτα από το αίτημα για της εξετάσεις, δέκα από τους ενάγοντες- ανάμεσά τους όλα τα εμπλεκόμενα παιδιά- αποχώρησαν από την υπόθεση. Δύο οικογένειες έκαναν συμβιβασμό με την κομητεία την προηγούμενη εβδομάδα, οι όροι του οποίου δεν αποκαλύφθηκαν. Ο Κρίστοφερ Τσέστερ, του οποίου η σύζυγος και η κόρη σκοτώθηκαν στο δυστύχημα, συνεχίζει με την αγωγή, αλλά αφαίρεσε τα παιδιά του από τους ενάγοντες.
Με πληροφορίες από NYT