Δικαστής απήγγειλε κατηγορίες σήμερα σε βάρος 444 φερόμενων μελών της μαφιόζικης οργάνωσης Ντραγκέτα μεταξύ άλλων για ανθρωποκτονία, απόπειρα ανθρωποκτονίας, εκβιασμό, ξέπλυμα μαύρου χρήματος και διακίνηση ναρκωτικών, έγινε γνωστό από μια δικαστική πηγή.
Η δίκη των 355 εκ των κατηγορουμένων θα ξεκινήσει στις 3 Ιανουαρίου και θα είναι μία από τις μεγαλύτερες υποθέσεις κατά του οργανωμένου εγκλήματος στην Ιταλία. Άλλοι 89 ύποπτοι συμφώνησαν σε μια γρήγορη δίκη για την ίδια υπόθεση η οποία θα ξεκινήσει στις 27 Ιανουαρίου, σύμφωνα με την ίδια πηγή, που μίλησε υπό καθεστώς ανωνυμίας κι είχε ένα αντίγραφο του κατηγορητηρίου. Όσοι αποδέχθηκαν μικρότερης διάρκειας ακροαματικές διαδικασίες θα τιμωρηθούν με μειωμένες ποινές, στην περίπτωση καταδίκης τους.
Η Ντραγκέτα έχει την έδρα της στην Καλαβρία, στη νότια Ιταλία, και ξεπέρασε την Κόζα Νόστρα, καθώς αναδείχθηκε στην ισχυρότερη μαφιόζικη οργάνωση στη χώρα και μία από τις μεγαλύτερες εγκληματικές οργανώσεις παγκοσμίως. Εν αναμονή της σημερινής απόφασης, οι αρχές προχώρησαν στην ανέγερση ενός δικαστηρίου στην πόλη Λαμέτσια Τέρμε, στην Καλαβρία, που έχει επαρκείς χώρους για να στεγάσει τους κατηγορούμενους, τους δικηγόρους, τους εισαγγελείς και τους δικαστές.
Η υπόθεση είδε το φως της δημοσιότητας πριν από έναν χρόνο όταν η αστυνομία συνέλαβε 334 ανθρώπους, μεταξύ αυτών δικηγόρους, λογιστές, δημόσιους λειτουργούς και δικαστικούς υπαλλήλους, σε μία από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις κατά του οργανωμένου εγκλήματος στην Ιταλία. «Προφανώς οι μαφιόζοι αλλάζουν και εξελίσσονται μαζί με την κοινωνία και μοιάζουν όλο και περισσότερο με τους υπόλοιπους. Οι μαφιόζοι δεν είναι αρειανοί, ζουν ανάμεσά μας», δήλωσε αυτήν την εβδομάδα ο Νικόλα Γκρατέρι, ο εισαγγελέας που ηγείται της υπόθεσης.
«Οι μαφιόζοι προτιμούν να διαφθείρουν τους ανθρώπους παρά να τους σκοτώνουν, διότι οι πυροβολισμοί προσελκύουν ανεπιθύμητη προσοχή», συμπλήρωσε. Η τελευταία φορά που η Ιταλία δίκασε εκατοντάδες φερόμενα ως μέλη της μαφίας ταυτόχρονα ήταν το 1986 στο Παλέρμο, σε μια υπόθεση που αποτέλεσε σημείο καμπής στη μάχη κατά της Κόζα Νόστρα.
Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ/Reuters