Δικαστήριο της Κίνας αποφάνθηκε κατά ανύπαντρης Κινέζας η οποία ήθελε να καταψύξει τα ωάριά της, αλλά το νοσοκομείο στο οποίο απευθύνθηκε αρνήθηκε να της προσφέρει την υπηρεσία.
Το 2018, η 30χρονη, τότε, Teresa Xu επισκέφθηκε το Μαιευτικό και Γυναικολογικό Νοσοκομείο του Πεκίνου στο Ιατρικό Πανεπιστήμιο της πρωτεύουσας, μία δημόσια δομή, για να ζητήσει να της καταψύξουν τα ωάρια.
Μετά την αρχική εξέταση, ενημερώθηκε πως δεν ήταν δυνατό να προχωρήσει η διαδικασία γιατί δεν ήταν παντρεμένη. Ο γιατρός, μάλιστα, της συνέστησε να κάνει παιδί όσο είναι ακόμα νέα.
Το νοσοκομείο, σύμφωνα με την απόφαση, είχε υποστηρίξει ότι η κατάψυξη ωαρίων ενέχει ορισμένους κινδύνους για την υγεία. Είπε, όμως, επίσης ότι η καθυστέρηση της εγκυμοσύνης θα επιφέρει «προβλήματα», όπως κινδύνους για τη μητέρα κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και «ψυχολογικά και κοινωνικά προβλήματα», εάν υπάρχει μεγάλο ηλικιακό χάσμα μεταξύ των γονέων και του παιδιού τους.
Ακόμα, ξεκαθάρισε πως η υπηρεσία κατάψυξης ωραρίων ήταν αποκλειστικά διαθέσιμη για γυναίκες που δεν μπορούσαν να μείνουν έγκυες και όχι για υγιείς ασθενείς.
Το δικαστήριο του Πεκίνου έκρινε πως η απόφαση του νοσοκομείου δεν παραβιάζει τα δικαιώματα της Xu.
Η νομοθεσία στη χώρα δεν απαγορεύει, ρητώς, την παροχή σχετικών υπηρεσιών σε ανύπαντρες γυναίκες και απλά αναφέρει πως «ο σύζυγος και η σύζυγος» μπορεί να αποκτήσουν έως και τρία παιδιά.
Στην ουσία, ωστόσο, νοσοκομεία και άλλα ιδρύματα ζητούν από τις πελάτισσες να επιδείξουν πιστοποιητικό γάμου. Όσες δεν έχουν νυμφευτεί, αλλά επιθυμούν να αποκτήσουν παιδιά, αντιμετωπίζουν πολλά εμπόδια.
Ετοιμάζει έφεση
«Νομίζω πως αυτή η χαμένη δίκη δεν είναι επίθεση κατά των αναπαραγωγικών δικαιωμάτων των ανύπαντρων γυναικών, αλλά, ίσως, μία αναποδιά» σημείωσε η Xu σε σύντομο βίντεο-δήλωση, μετά τη δίκη.
Πλέον, ετοιμάζεται να καταθέσει έφεση.
«Θα υπάρξει, σίγουρα, η μέρα που θα επανακτήσουμε την κυριαρχία των σωμάτων μας».
Η υπόθεση είχε καλυφθεί εκτενώς από τα κινεζικά μέσα, ακόμα και μερικά κρατικά, και είχε σημειωθεί πως η είναι η πρώτη του είδους που φτάνει στις δικαστικές αίθουσες.
Με πληροφορίες από CBS News