Mουσείο της Ταϊβάν παραδέχθηκε ότι έσπασαν τρία τεχνουργήματα των δυναστειών Μινγκ και Τσινγκ, που σύμφωνα με δημοσιεύματα άξιζαν 77 εκατομμύρια δολάρια.
Πρόκειται για ένα μπολ, ένα φλιτζάνι τσαγιού και ένα πιάτο, τα οποία έσπασαν στο εθνικό μουσείο παλατιού, σε ξεχωριστά περιστατικά τους τελευταίους 18 μήνες, αλλά η καταστροφή τους αποκαλύφθηκε μόλις την προηγούμενη εβδομάδα, έπειτα από σχετικές δηλώσεις βουλευτή. Τα τεχνουργήματα χρονολογούνται από τον 15ο και 17ο αιώνα.
Το μουσείο ανέφερε ότι δεν κατάφερε να προσδιορίσει ποιος είναι ο υπεύθυνος για δύο από τα σπασίματα, αλλά το ένα διαπιστώθηκε ότι προκλήθηκε από αμέλεια κατά χειρισμό και έγιναν πειθαρχικές ενέργειες.
Ο διευθυντής του μουσείου, Γου Μι-τσα, δήλωσε ότι υψηλόβαθμο μέλος του προσωπικού είχε βάλει το ένα τεχνούργημα σε γραφείο με ύψος ένα μέτρο, από όπου έπεσε στο πάτωμα και έσπασε «όπως θα συνέβαινε σε ένα μπολ».
Την Παρασκευή ο Τσεν Ι-σιν, βουλευτής της αντιπολίτευσης, κατηγόρησε τον Γου ότι έδωσε εντολή στο προσωπικό να μην μιλήσει για τα σπασίματα και όλα τα σχετικά έγγραφα να αντιμετωπιστούν ως απόρρητα.
Το μουσείο και ο διευθυντής του αρνήθηκαν τις κατηγορίες για συγκάλυψη ή για εντολή αποσιώπησης προς το προσωπικό, αναφέροντας ότι οι ενέργειές τους έγιναν για να διασφαλιστεί ότι τα «αποδεικτικά στοιχεία» δεν θα αλλοιώνονταν ενώ έκαναν έρευνα για τα περιστατικά. «Δεν κρύψαμε απολύτως τίποτα για αυτό», τόνισε σε συνέντευξη Τύπου ο Γου Μι-τσα.
Από το μουσείο είπαν στον Guardian ότι δεν ενημέρωσαν επίσημα το υπουργείο Πολιτισμού, επειδή τα αντικείμενα ήταν χαρακτηρισμένα ως «γενικές αρχαιότητες», δηλαδή ήταν στη χαμηλότερη βαθμίδα της σχετικής αξιολόγησης. Επίσης, εκτίμησαν ότι η αξία τους είναι «πολύ μικρότερη» από αυτή που αναφέρουν δημοσιεύματα, δίχως όμως να δώσουν διευκρινήσεις.
Το εν λόγω μουσείο, που βρίσκεται στα περίχωρα της Ταϊπέι, φιλοξενεί τη μεγαλύτερη συλλογή κινεζικών τεχνουργημάτων στον κόσμο, τα περισσότερα από τα οποία τα μετέφερε ο Τσιάνγκ Κάι-σεκ από την ηπειρωτική Κίνα, κατά τη διάρκεια του εμφυλίου.
Η συλλογή καλύπτει 5.000 χρόνια κινεζικής ιστορίας και μόνο ένα μικρό μέρος της εκτίθεται κάθε φορά. Τα αντικείμενα που δεν έχουν δανειστεί και δεν εκτίθενται- όπως εκείνα που έσπασαν- δεν είναι ασφαλισμένα. Το μουσείο δεσμεύθηκε να βελτιώσει τις πρακτικές αποθήκευσης των τεχνουργημάτων.