Τελευταίως και όσο πλησιάζει η ώρα της κάλπης για τους Αμερικανούς, και όσο αυξάνεται ο κίνδυνος να είναι ο επόμενος ένοικος του Λευκού Οίκου, τόσο αυξάνονται οι καταγγελίες γυναικών που κατά τα προηγούμενα χρόνια είχαν πέσει θύματα παρενόχλησης ή και κακοποίησης από τον ίδιο. Οι υποστηρικτές του εδώ και εβδομάδες αναφέρουν ότι αυτό που συμβαίνει είναι τουλάχιστον ύποπτο και αναρωτιούνται γιατί όλες αυτές οι γυναίκες δεν αποφάσιζαν να μιλήσουν ανοιχτά γι' αυτό που τους προξένησε ο Τραμπ, τον καιρό που υπέστησαν την επίθεση.
Υπό αυτό το πρίσμα, το ερώτημα κάνει το πλαίσιο των ξαφνικών, αυθόρμητων, μαζικών εξομολογήσεων ακόμη πιο ύποπτο. Όμως, αυτό δεν είναι ένα ερώτημα που απαντάται από κάποιαν που έχει βρεθεί στη θέση του θύματος, αλλά από έναν επαγγελματία που για περίπου 3 δεκαετίες εργαζόταν στην καταπολέμηση του σεξουαλικού εγκλήματος, στην πρόληψη και τη συμβουλευτική γυναικών που βιάστηκαν, κακοποιήθηκαν ή υπήρξαν οι αδύναμοι κρίκοι στη μακρά αλυσίδα της ενδο-οικογενειακής βίας.
Για όσους, λοιπόν, ειρωνικά και καχύποπτα αναρωτιούνται "γιατί τώρα;" ο αξιωματικός Tom Tremblay έχει περισσότερες από μία απαντήσεις, όλες προϊόν εμπειρίας, ερευνών και συγχρωτισμού με τα θύματα από τη μέρα που κατήγγειλαν την επίθεση, μέχρι την ώρα που η υπόθεση τους έφτασε στο δικαστήριο - αν, τελικά, κατάφερε να φτάσει. Τόσο ως αστυνομικός του Τμήματος Δίωξης Σεξουαλικών Εγκλημάτων, όσο και ως σύμβουλος αργότερα, ο Tremblay έχει δώσει τους δικούς του αγώνες προς την κατεύθυνση βελτίωσης της νομοθεσίας εναντίον των σεξουαλικών παραβατών, αλλά και υπέρ ενός θεσμικού πλαισίου που δεν θα αποτρέπει τα θύματα από το να καταγγείλουν το περιστατικό εγκαίρως.
Πολύ συχνά, η εξουσία και ο έλεγχος που ασκεί αυτός που προχώρησε στην σεξουαλική επίθεση, πείθουν το θύμα ότι κανείς δεν θα το πιστέψει. Ότι θα στραφεί εναντίον ενός σεβάσμιου μέλους της κοινότητας και κανείς δεν θα πάρει το μέρος της.
Το ότι πολλά από τα θύματα του Τραμπ μίλησαν τώρα, καθόλου δεν εκπλήσσει τον έμπειρο αξιωματικό. «Τα θύματα μπορεί να σωπαίνουν για μέρες, εβδομάδες, χρόνια, δεκαετίες. Και δεν είναι καθόλου παράξενο το ότι αν ένα από αυτά αποφασίσει να μιλήσει ανοιχτά, αυτομάτως θα αναθαρρήσουν κι άλλες γυναίκες και το κυριότερο: θα καταγγέλλουν πανομοιότυπα περιστατικά», λέει ο Tremblay εξηγώντας ότι δεν πρόκειται για κάποιο είδος συνεννόησης: οι ομοιότητες στα περιστατικά, απλώς αποκαλύπτουν το επαναλαμβανόμενο μοτίβο δράσης του καταγγελλόμενου.
«Πολύ συχνά, η εξουσία και ο έλεγχος που ασκεί αυτός που προχώρησε στην σεξουαλική επίθεση, πείθουν το θύμα ότι κανείς δεν θα το πιστέψει. Ότι θα στραφεί εναντίον ενός σεβάσμιου μέλους της κοινότητας και κανείς δεν θα πάρει το μέρος της. Από την εμπειρία μας μπορούμε να γνωρίζουμε ότι τόσο ο βιασμός όσο και η σεξουαλική παρενόχληση είναι από τα αδικήματα που καταγγέλλονται σπανιότερα. Αυτό οφείλεται ακριβώς στην πεποίθηση των θυμάτων ότι δεν θα γίνουν πιστευτά, αλλά και στο ότι δεν θέλουν να ξαναζήσουν την εμπειρία. Αυτοί είναι οι βασικοί λόγοι για τους οποίους καθυστερούν τόσο πολύ να αποκαλυφθούν σοβαρά περιστατικά».
Όπως ο ίδιος λέει, ένας λόγος ακόμη που αποτρέπει τα θύματα να μιλήσουν ανοιχτά είναι ότι δεν θέλουν με τίποτα να φέρουν την ταμπέλα του θύματος βιασμού ή παρενόχλησης, τουλάχιστον όχι μέχρι να συνειδητοποιήσουν ότι δεν φταίνε οι ίδιες γι' αυτό. Μέχρι τότε, γνωρίζουν ότι θα κατηγορηθούν για οτιδήποτε είπαν ή μπορεί να υπονόησαν, για οτιδήποτε φορούσαν, για το πόσο είχαν πιει, για τις συνθήκες που δημιουργήθηκαν και οδήγησαν τελικά στον βιασμό ή στην επίθεση.
«Ως κατάσταση είναι πολύ πιο σύνθετη απ' όσο μπορεί να περιγράψει κανείς, ακόμη κι αν έχει εμπειρία σε τέτοιου είδους υποθέσεις. Και μετά είναι και η αίσθηση του τίτλου ή του αξιώματος που φέρει ο παραβάτης. Αν αυτός συγκεντρώνει στα χέρια του εξουσίες και ασκεί επιρροή σε συγκεκριμένες κοινωνικές κατηγορίες, το πρόβλημα γίνεται ακόμη μεγαλύτερο. Το προφίλ των σεξουαλικών παραβατών, που συνήθως καταφέρνουν να γλιτώσουν τις δέουσες ποινές τείνει να είναι αυτό: άντρες σε θέσεις εξουσίας με σιγουριά ότι δεν θα λογοδοτήσουν για τις πράξεις τους. Δεν μιλάμε απλώς για πλούτο ή για φυσική δύναμη με την οποία επιβλήθηκαν στο θύμα. Μιλάμε για κατοχή θέσης εξουσίας, ευμάρεια και έλεγχο θεσμικών θέσεων που μπορεί να ισοπεδώσει την καταγγελία του θύματος».
Όσο για την υπόθεσητων ομαδικών κρουσμάτων που "τώρα θυμήθηκαν" το τι έπαθαν από τον Τραμπ, ο αξιωματικός είναι κατηγορηματικός.
«Όχι μόνο δεν είναι ασυνήθιστο αυτό που συμβαίνει, αλλά είναι απολύτως αναμενόμενο. Όση περισσότερη εξουσία και αναγνωρισιμότητα συγκεντρώνει κάποιος, τόσο πιο δύσκολο γίνεται για το θύμα το να βγει μπροστά και να το καταγγείλει. Έτσι, όταν κάποια επιτέλους το κάνει, παρατηρείται το φαινόμενο του ντόμινο. Όσες έχουν πάθει το ίδιο ή κάτι παρόμοιο συνειδητοποιούν τελικά ότι δεν είναι μόνες, ότι ο λόγος που θα προτάξουν έναντι του όποιου ισχυρού δεν είναι αδύναμος και έτοιμος να καταπέσει. Το ακόμη πιο αναμενόμενο είναι τα θύματα, λίγο έως πολύ να περιγράφουν παρόμοια περιστατικά. Αυτή είναι η αφήγηση του μοντέλου δράσης του παραβάτη. Οι εγκληματίες μέσα στα χρόνια έχουν ένα απαράλλακτο μοτίβο επαναλαμβανόμενων συμπεριφορών, κάτι σαν υπογραφή. Οπότε, όσα έχουν συμβεί μέχρι στιγμής, εμένα δεν μου κάνουν καμία εντύπωση».
Με στοιχεία από το Vox.com