Η Βόρεια και η Νότια Κορέα, οι ΗΠΑ και η Κίνα συμφωνούν να κηρύξουν επίσημο τέλος στον πόλεμο της Κορέας που έληξε με ανακωχή, σύμφωνα με το Νοτιοκορεάτη πρόεδρο Μουν Τζε-ιν.
Ωστόσο, οι συνομιλίες δεν έχουν ακόμη ξεκινήσει λόγω των απαιτήσεων της Βόρειας Κορέας, όπως πρόσθεσε ο ίδιος.
Ο πόλεμος της Κορέας, που διήρκεσε από το 1950 έως το 1953, χώρισε τη χερσόνησο στα δύο. Η Βόρεια και η Νότια Κορέα βρίσκονται τεχνικά σε πόλεμο από τότε, με την υποστήριξη της Κίνας και των ΗΠΑ αντίστοιχα, και έχουν εγκλωβιστεί σε μια τεταμένη σχέση.
Ο Μουν από την πλευρά του έχει υποστηρίξει εδώ και καιρό μια επίσημη γραμμή για το τέλος της σύγκρουσης. Αλλά οι παρατηρητές πιστεύουν ότι θα είναι πολύ δύσκολο να επιτευχθεί.
Τον Σεπτέμβριο η Κιμ Γιο-Γιονγκ, η ισχυρή αδερφή του βορειοκορεάτη ηγέτη Κιμ Γιονγκ Ουν, έδειξε ότι η χώρα της θα μπορούσε να είναι ανοιχτή σε συνομιλίες, αλλά μόνο εάν οι ΗΠΑ εγκαταλείψουν αυτό που αποκάλεσε «εχθρική πολιτική» εναντίον τους.
Η Βόρεια Κορέα αντιτίθεται συνεχώς στην παρουσία αμερικανικών στρατευμάτων στη Νότια Κορέα, στις κοινές στρατιωτικές ασκήσεις που πραγματοποιούνται κάθε χρόνο μεταξύ των ΗΠΑ και Νότιας Κορέας καθώς και στις κυρώσεις υπό την ηγεσία των ΗΠΑ κατά του οπλικού προγράμματος της Βόρειας Κορέας.
Ωστόσο, οι ΗΠΑ έχουν επανειλημμένα πει ότι η Βόρεια Κορέα πρέπει πρώτα να εγκαταλείψει τα πυρηνικά της όπλα προτού αρθούν οι κυρώσεις.
Τη Δευτέρα, ο Μουν είπε ότι η Βόρεια Κορέα συνεχίζει να θέτει αυτό το αίτημα ως προϋπόθεση για τις συζητήσεις.
«Εξαιτίας αυτού, δεν είμαστε σε θέση να καθίσουμε για μια συζήτηση ή διαπραγμάτευση για την επίσημη δήλωση τερματισμού του πολέμου. Ελπίζουμε ότι οι συνομιλίες θα ξεκινήσουν», είπε.
Ο ηγέτης της Νότιας Κορέας είχε υποστηρίξει στο παρελθόν ότι μια επίσημη δήλωση για τον τερματισμό του πολέμου θα ενθάρρυνε τον Βορρά να εγκαταλείψει τα πυρηνικά του όπλα.
Για τον ίδιο βέβαια, υπάρχει και η πίεση του χρόνου καθώς αποχωρεί από το αξίωμά του τον Μάρτιο μετά από πέντε χρόνια εκκλήσεων για να επιφέρει μόνιμη ειρήνη στην κορεατική χερσόνησο.
Παρά τις προσπάθειες, η Βόρεια Κορέα παραμένει πιο αποκομμένη από ποτέ. Οι μέρες των χειραψιών και των υποσχέσεων μεταξύ της Πιονγκγιάνγκ και της Σεούλ φαίνεται να έχουν τελειώσει. Τουλάχιστον, προς το παρόν, όπως εκτιμούν οι αναλυτές.
Η προσπάθεια να φέρει στο τραπέζι μια συμφωνία για το τέλος του πολέμου είναι η τελευταία ελπίδα του Μουν Τζε-ιν.
Όμως αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις. Οι Ηνωμένες Πολιτείες φαίνεται να είναι λιγότερο ενθουσιώδεις με την ιδέα.
Η κυβέρνηση Μπάιντεν φαίνεται χαρούμενη που μιλά για αυτό και φυσικά κανείς δεν θέλει μια μόνιμη κατάσταση πολέμου στη χερσόνησο. Ωστόσο, ορισμένοι πιστεύουν ότι μια συμφωνία θα ανταμείψει τον Κιμ Γιονγκ Ουν χωρίς να λάβει καμία εγγύηση σε αντάλλαγμα.
Όσοι είναι υπέρ της συμφωνίας, λένε ότι πρόκειται για μια διπλωματική χειρονομία, ένα σημείο εκκίνησης για να δοθούν στη Βόρεια Κορέα εγγυήσεις ασφαλείας.
Όσοι αντιτίθενται, ισχυρίζονται λένε ότι η Πιονγκγιάνγκ θα μπορούσε να το χρησιμοποιήσει για να απαιτήσει την απόσυρση 28.500 αμερικανικών στρατευμάτων από τη Νότια Κορέα και να θέσει τέλος στις ετήσιες κοινές στρατιωτικές ασκήσεις ΗΠΑ-Νότιας Κορέας.
Τα κρατικά μέσα ενημέρωσης της Βόρειας Κορέας έχουν επίσης περιγράψει την ιδέα ως «πρόωρη».
Ωστόσο, υπάρχει μεγαλύτερο πρόβλημα για τον πρόεδρο Μουν. Μπορεί να συνεχίσει να προσπαθεί να φέρει όλες τις πλευρές στο τραπέζι, αλλά το να συμφωνήσουν όλες στις λεπτομέρειες, θα ήταν το διπλωματικό ισοδύναμο της «αναρρίχησης στο Έβερεστ», όπως λένε χαρακτηριστικά οι αναλυτές.
Κατά τη διάρκεια ενημέρωσης Τύπου τον Οκτώβριο, ο σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ Τζέικ Σάλιβαν είπε ότι οι ΗΠΑ «μπορεί να έχουν κάπως διαφορετικές προοπτικές σχετικά με την ακριβή σειρά ή το χρονοδιάγραμμα των συνθηκών για διαφορετικά βήματα» σε ότι αφορά στην επίτευξη συμφωνίας για μια επίσημη δήλωση τερματισμού του πολέμου.
Υπενθυμίζεται ότι ο πόλεμος στην Κορέα ξεκίνησε με μια εισβολή στον 38ο παράλληλο, το όριο μεταξύ Βόρειας και Νότιας Κορέας, από 75.000 στρατιώτες από τον Κομμουνιστικό Βορρά τον Ιούνιο του 1950.
Τα αμερικανικά στρατεύματα που υποστηρίζουν τον Νότο εντάχθηκαν στον πόλεμο τους επόμενους μήνες και οι Βορειοκορεάτες, με την υποστήριξη της Κίνας και της ΕΣΣΔ, απωθήθηκαν.
Ακολούθησε ένα αιματηρό αδιέξοδο και υπογράφηκε ανακωχή μεταξύ των ΗΠΑ και της Βόρειας Κορέας τον Ιούλιο του 1953.
Πέντε εκατομμύρια στρατιώτες και άμαχοι έχασαν τη ζωή τους στη σύγκρουση.
Με πληροφορίες του BBC