Από τότε που κάποιος απείλησε να σκοτώσει τον 12χρονο γιο της, η Ana Maria Manzanares πως η ζωή μοιάζει σαν το «Περιμένοντας τον Γκοντό» του Σάμιουλ Μπέκετ.
Τον Ιανουάριο, ο νεαρός περιβαλλοντολόγος Francisco Vera δέχθηκε ανώνυμες απειλές στο Twitter όταν ζήτησε καλύτερη πρόσβαση στην εκπαίδευση για τα παιδιά στη διάρκεια της πανδημίας του κορωνοϊού. Η είδηση προκάλεσε οργή στην Κολομβία και έγινε πρωτοσέλιδο σε όλο τον κόσμο. Ο πρόεδρος Ιβάν Ντούκε δεσμεύτηκε να βρει τους «αλήτες» που έστειλαν το μήνυμα. Οκτώ μήνες μετά, δεν έχει γίνει καμία σύλληψη. Αλλά ο φόβος και το άγχος δεν έχουν εξαφανιστεί.
«Η αγωνία να μην ξέρεις τι περιμένεις ή πότε θα φτάσει, αλλά περιμένεις παρόλα αυτά... είναι δύσκολο», λέει η Manzanares, συγκρίνοντας την κατάστασή της με το έργο του Ιρλανδού συγγραφέα, όπου οι δύο βασικοί χαρακτήρες περιμένουν τον Γκοντό, που δεν έρχεται ποτέ. «Έχω πάντα το νου μου. Η απειλή μπορεί να μην υλοποιηθεί ποτέ. Αλλά από τη στιγμή που σου το λένε - σε μια χώρα όπως η Κολομβία - περιμένεις να συμβεί ο,τιδήποτε ανά πάσα στιγμή».
Το 2020, για δεύτερη συνεχή χρονιά, η Κολομβία ήταν η πιο φονική στον κόσμο για τους υπερασπιστές του περιβάλλοντος, σύμφωνα με την Global Witness, η οποία κατέγραψε 65 φόνους. Περιλαμβάνουν τον 55χρονο βιολόγο Gonzalo Cardona, υπεύθυνο για τη σωτηρία ενός παπαγάλου υπό εξαφάνιση, ο οποίος δολοφονήθηκε από εγκληματική συμμορία, και τον 38χρονο δασοφύλακα Yamid Alonso Silva, που σκοτώθηκε κοντά στο εθνικό πάρκο El Cocuy. Αν και είναι παιδί, η Manzanares γνωρίζει ότι ο ακτιβισμός του γιου της τον θέτει σε κίνδυνο από ομάδες που θα προτιμούσαν να έμενε ήσυχος.
Ο Francisco είναι γνωστός περιβαλλοντολόγος και υπερασπιστής της μοναδικής βιοποικιλότητας της Κολομβίας που εκτείνεται από τις Άνδεις έως τις ακτές της Καραϊβικής και του Ειρηνικού. Χρησιμοποιεί τα social media του, που μετράνε χιλιάδες followers, για να κάνει διάφορες- ιδιαίτερα στο χερσότοπο των Άνδεων, το αγαπημένο του οικοσύστημα, το οποίο φιλοξενεί την διάσημη Αρκούδα των Άνδεων και μια απόκοσμη χλωρίδα.
Σε βιντεοκλήση τον Μάρτιο, ο Φρανσίσκο, τότε 11 ετών, μίλησε για την άγρια ζωή γύρω από το σπίτι του στη Βιλέτα βορειοδυτικά της Μπογκοτά, δείχνοντας φωτογραφίες που έχει τραβήξει από κόνδορες, δρυοκολάπτες, αράχνες και μύκητες.
Πριν ο Francisco μιλήσει με την εφημερίδα Guardian Francisco, η μητέρα του ζήτησε να μην αναφερθούν στις απειλές θανάτου. Οπότε ο δημοσιογράφος Patrick Greenfield, περιορίστηκε να συζητήσουν την απογοήτευσή του από τους τελευταίους στόχους της Κολομβίας στη μείωση των εκπομπών για τη συμφωνία του Παρισιού, που θεωρεί ότι δεν είναι αρκετά φιλόδοξοι, και το πάθος του για τη φύση.
«Η Κολομβία είναι ποικιλόμορφη και πολύ πλούσια σε φυσικούς πόρους. Αλλά συμβαίνουν άλλα πράγματα και το περιβάλλον δεν είναι πάντα στην ατζέντα της κυβέρνησης και των πολιτών», λέει. Ο Francisco έχει γίνει φίλους με άλλους νεαρούς περιβαλλοντολόγους σε όλο τον κόσμο μέσω Facebook και Twitter. «Τα social media είναι εργαλείο για τους ψηφιακούς ακτιβιστές. Είναι πραγματικά σημαντικό [για τη διάδοση μηνυμάτων]».
Λίγο μετά τη συνέντευξη, η Manzanares λέει ότι κατέβασαν τα προφίλ του γιου της στα social media μετά από κυβερνο-επιθέσεις και τρολ. Ο Francisco επέστρεψε στον ψηφιακό ακτιβισμό τον περασμένο μήνα.
Μετά την απειλή θανάτου τον Ιανουάριο, η κολομβιανή κυβέρνηση έδωσε στον Francisco έναν σωματοφύλακα. Εκείνο, όπως, που θέλουν πραγματικά, λέει η μητέρα του, είναι κάποιος να οδηγηθεί στη δικαιοσύνη. Η Manzanares λέει ότι είχε προβλέψει απειλές για τον περιβαλλοντικό ακτιβισμό του γιου της, αλλά δεν τις περίμενε τόσο σύντομα. Ακόμα κι έτσι, δεν θέλει να σταθεί εμπόδιο στο πάθος του γιου της για τη φύση.
«Κάποιοι άνθρωποι πρότειναν να μην μιλήσουμε για τις απειλές, ώστε να μην θυματοποιήσουμε ξανά τον Francisco. Αλλά είναι κάτι που συνέβη και καλά τεκμηριωμένο… Τον πληγώνει. Η ηρεμία και η ζωή που είχαμε πριν δεν επιστρέφουν. Το να το κρύψω, δεν μου φαίνεται σωστό», λέει. «Αυτό που πραγματικά θέλουμε να μάθουμε είναι από πού προέρχονται οι απειλές και ότι διώκονται. Αυτό δεν έχει συμβεί ακόμη».
Με πληροφορίες από Guardian