Τουλάχιστον 30 χρόνια μετά τη δολοφονία της στο Βέλγιο, η οικογένεια της Ρίτα Ρόμπερτς αναγνώρισε το πτώμα της, λόγω του τατουάζ της.
Η τελευταία φορά που η οικογένειά της Ρίτα Ρόμπερτς είχε νέα της, ήταν τον Μάιο του 1992, μέσω μίας καρτ ποστάλ, και ένα μήνα αργότερα βρέθηκε δολοφονημένη, βυθίζοντας τους πάντες στη θλίψη.
«Μας τη στέρησαν με τον πλέον σκληρό τρόπο. Παρότι είναι δύσκολο, είμαστε ευγνώμονες που τελικά μάθαμε τι συνέβη στη Ρίτα», ανέφεραν σε ανακοίνωσή τους οι συγγενείς της.
Η Ρίτα Ρόμπερτς είχε ταξιδέψει από το σπίτι της στο Κάρντιφ στη βελγική πόλη της Αμβέρσας τον Φεβρουάριο του 1992, και το πτώμα της βρέθηκε πάνω σε μια σχάρα σε ένα ποτάμι τέσσερις μήνες αργότερα, αφού είχε δολοφονηθεί βίαια.
Η οικογένειά της δήλωσε ότι ήταν «ένας όμορφος άνθρωπος που λάτρευε τα ταξίδια» και αγαπούσε την οικογένειά της. «Είχε την ικανότητα να φωτίζει ένα δωμάτιο και όπου πήγαινε, ήταν η ψυχή της παρέας. Ελπίζουμε ότι όπου κι αν βρίσκεται τώρα, έχει γαλήνη», προσθέτουν.
Ο επικεφαλής των αστυνομικών υπηρεσιών της Ιντερπόλ, δήλωσε ότι ένα μέλος της οικογένειας την αναγνώρισε, αφού εντόπισε το τατουάζ της, ένα μαύρο λουλούδι με πράσινα φύλλα και το «R'Nick» γραμμένο από κάτω.
Η Ρίτα Ρόμπερτς ήταν μία από τις 22 δολοφονημένες γυναίκες που η αστυνομία στην Ευρώπη προσπαθούσε να αναγνωρίσει μέσω μιας εκστρατείας που ξεκίνησε νωρίτερα φέτος, με την ονομασία Operation Identify Me.
Η εκστρατεία σηματοδότησε την πρώτη φορά που η Ιντερπόλ δημοσιοποιούσε κατάλογο με τις λεγόμενες «μαύρες ανακοινώσεις», αναζητώντας πληροφορίες για πτώματα αγνώστων στοιχείων, ανακοινώσεις που συνήθως κυκλοφορούν μόνο εσωτερικά μεταξύ του δικτύου αστυνομικών δυνάμεων της Ιντερπόλ σε όλο τον κόσμο.
Τα περισσότερα από τα θύματα ήταν ηλικίας μεταξύ 15 και 30 ετών. Ο πλήρης κατάλογος περιλαμβάνει λεπτομέρειες για τις γυναίκες, φωτογραφίες πιθανών στοιχείων αναγνώρισης και, σε ορισμένες περιπτώσεις, αναπαραστάσεις προσώπου και πληροφορίες σχετικά με τις υποθέσεις.
Αφού αναγνώρισε το τατουάζ, η οικογένεια συναντήθηκε με ερευνητές στο Βέλγιο και την αναγνώρισε επίσημα.
«Υπάρχει μια τρομερή αντίφαση εδώ, είμαστε περήφανοι που μπορέσαμε να συνεργαστούμε με τις χώρες μέλη, και που μπορέσαμε να την αναγνωρίσουμε, αλλά είμαστε επίσης συντετριμμένοι για την οικογένεια, επειδή έχασαν ένα αγαπημένο τους πρόσωπο κάτω από βάναυσες συνθήκες», δήλωσε ο κ. Kavanagh.
Οι βελγικές αρχές καλούν τώρα το κοινό να δώσει οποιαδήποτε πληροφορία έχει για τις συνθήκες του θανάτου της.
Από την έναρξη της επιχείρησης, η αστυνομία αναφέρει ότι έχει λάβει περίπου 1.250 πληροφορίες σχετικά με τις 22 γυναίκες των οποίων τα πτώματα ανακαλύφθηκαν στις Κάτω Χώρες, το Βέλγιο και τη Γερμανία. Οι πληροφορίες περιλάμβαναν πιθανά ονόματα των θυμάτων και πιθανά στοιχεία σχετικά με τα ρούχα και τα κοσμήματα που φορούσαν οι γυναίκες.
Ο κ. Kavanagh δήλωσε ότι η αστυνομία εξακολουθεί να αναζητά στοιχεία για τις άλλες 21 υποθέσεις και ελπίζει ότι η ταυτοποίηση της Ρόμπερτς ήταν μόνο η αρχή.
Η εκστρατεία ξεκίνησε από την ολλανδική αστυνομία, η οποία αγωνιζόταν να αναγνωρίσει μια γυναίκα της οποίας το πτώμα ανακαλύφθηκε σε έναν κάδο απορριμμάτων που επέπλεε σε ποτάμι στα περίχωρα του Άμστερνταμ, το 1999. Άλλες περιπτώσεις περιλαμβάνουν το πτώμα μιας γυναίκας που βρέθηκε τυλιγμένο σε ένα χαλί και δεμένο με σπάγκο σε έναν ιστιοπλοϊκό όμιλο στη Γερμανία, το 2002.
«Κάθε μία από αυτές τις γυναίκες ήταν άτομα, με οικογένειες, με φίλους, με συντρόφους, με φιλοδοξίες. Και όλες τους κατέληξαν στο κακό κάτω από βάναυσες συνθήκες. Εμείς έχουμε τώρα την ευκαιρία να προσπαθήσουμε να τις εντοπίσουμε και να βάλουμε ένα τέλος», καταλήγει ο κ. Kavanagh.