«Πέρα από τις όποιες φιλοσοφικές και θεωρητικές αντιθέσεις που εξέφρασαν τα κείμενα που έφεραν αντιμέτωπο τον Γιώργο Σεφέρη με τον Κωνσταντίνο Τσάτσο, ουσιαστικά θα συντελέσουν στη διαμόρφωση και την καταγραφή της πρώτης μεγάλης λογοτεχνικής διένεξης, μετά από εκείνη ανάμεσα στον Άγγελο Βλάχο και τον Εμμανουήλ Ροίδη. Τα κείμενα αυτά, τα οποία δημοσιεύτηκαν το 1938-39 κυρίως στα “Νέα Γράμματα” και συμπεριλήφθησαν τελικά στον τόμο “Διάλογος για την ποίηση”, θίγουν, επίσης, κορυφαία ζητήματα που αφορούν όχι μόνο τη λογοτεχνία αλλά την ελληνική ταυτότητα και την ελληνικότητα. Είναι, εν προκειμένω, σαφές ότι από την αρχή κιόλας της εμφάνισης του στα γράμματα ο Γιώργος Σεφέρης είχε απόλυτη επίγνωση της μοντερνιστικής διάθεσης των στίχων του, του διαφορετικού αέρα που κόμιζε στην ποίηση μαζί με τους υπόλοιπους εκφραστές της γενιάς του 30, αν και ποτέ δεν αρνήθηκε την απόλυτη ταύτιση του με κυρίαρχες μορφές της ελληνικής παράδοσης. Μόνο που σε αυτές, όπως εξηγεί αναλυτικά στα δημόσια κείμενα του προς τον Κωνσταντίνο Τσάτσο, εύρισκε εικόνες τεράστιας αλληγορικής και συμβολικής πρωτοτυπίας, οι οποίες πόρρω απείχαν από οποιοδήποτε συστηματοποιημένο, κλειστό σύστημα. Ο μοντερνισμός, με άλλα λόγια, ήταν για τον Σεφέρη συνώνυμος με τις παρομοιώσεις του Ομήρου, τα όνειρα στους στίχους των δημοτικών τραγουδιών, τις εικόνες της βυζαντινής παράδοσης και του Θεόφιλου. Σε αντίθεση, δηλαδή, με την ανάγκη της ταύτισης της παράδοσης με τον ρεαλισμό, την έλλογη πλευρά και την κυριολεξία εκ μέρους του φιλοσόφου Κωνσταντίνου Τσάτσου, η ελεύθερη χρήση του συνειρμού, με την οποίο ταυτιζόταν ο υπερρεαλισμός, ήταν, για τον Γιώργο Σεφέρη, απόλυτα κοντά σε καινοφανείς και άκρως πρωτότυπες εκφράσεις της ελληνικής παράδοσης και αναπόσπαστα συνδεδεμένη μαζί του».

— Τίνα Μανδηλαρά

 

Ο Γιώργος Σεφέρης, ο πρώτος Έλληνας που τιμήθηκε με βραβείο Νόμπελ και ένας ποιητής που παραμένει σημαντικός για όλο τον πολιτισμένο κόσμο και σε όσες γλώσσες μεταφράστηκε, πέθανε στις 20 Σεπτεμβρίου 1971, οπότε φέτος συμπληρώνονται 50 χρόνια από την απώλειά του.

 

Με αφορμή αυτήν τη σημαντική επέτειο το Μουσείο Μπενάκη προγραμμάτισε μια σειρά από εκδηλώσεις που σύντομα θα ανακοινωθούν οριστικά και πλαισιώνουν το κεντρικό σχετικό πολιτιστικό γεγονός που είναι η έκθεση έργων ζωγραφικής της Λήδας Κοντογιαννοπούλου με τίτλο «Το σπίτι της μνήμης» στην Πινακοθήκη Γκίκα.

 

Μεταξύ αυτών, η LiFO έχει τη χαρά να παρουσιάσει κατ’ αποκλειστικότητα μια σειρά από podcasts τα οποία ετοίμασε με μεγάλη επιμέλεια το Μουσείο Μπενάκη και είναι εξαιρετικής ποιότητας ηχογραφήσεις προσωπικοτήτων που απαγγέλλουν Σεφέρη.

 

Πρόκειται για τον επιστημονικό διευθυντή του Μουσείου Μπενάκη κ. Γιώργο Μαγγίνη, τους διακεκριμένους στην τέχνη της ποίησης Μιχάλη Γκανά, Τζένη Μαστοράκη, Νίκο A. Παναγιωτόπουλο και Ερρίκο Σοφρά, τη Ζυράννα Ζατέλη, που απαγγέλλει εξαιρετικά τα κυπριακά ποιήματα του Σεφέρη, καθώς επίσης και για απαγγελίες από τους Διονύση Καψάλη, Τζούλια Τσιακίρη, Σταύρο Ζουμπουλάκη, Άννα Κοκκίνου, Αλέκο Λεβίδη, Παύλο Καλλιγά, τους πανεπιστημιακούς Ιωάννη Κωνσταντάκο, Χρήστο Παπάζογλου, Μιχάλη Κοπιδάκη και τον ομότιμο καθηγητή Συνταγματικού Δικαίου στη Νομική Σχολή Αθηνών κ. Νίκο Αλιβιζάτο – που όλοι τους, με διάφορους τρόπους, συνδέονται με το σεφερικό περιβάλλον και, φυσικά, με το έργο του ποιητή.

 

Στο σημερινό podcast ο Παύλος Καλλιγάς διαβάζει το δοκίμιο «Διάλογος πάνω στην ποίηση» του Γιώργου Σεφέρη.

 

Συντελεστές: 

Ηχοληψία: Λέανδρος Ντούνης

Μιξάζ: Κώστας Βαρυμποπιώτης

Οι αναγνώσεις των ποιημάτων του Γιώργου Σεφέρη γίνονται με την άδεια της κυρίας Άννας Λόντου και των Εκδόσεων Ίκαρος τους οποίους ευχαριστούμε θερμά.