Mνήμες υπανάπτυξης

Mνήμες υπανάπτυξης Facebook Twitter
0

Ήρθεένα γράμμα στη LifΟπου μας κατηγορούσε για πόζα, επειδήένα κορίτσι στο NakedCityδήλωσε ότι οι αυλές με κληματαριά είναιτο πιο γοητευτικό πράγμα της Αθήνας.Αυτά, λέει, πάνε πακέτο με δεκάδεςμιζέριες - εννοεί, μάλλον, τη φθίση καιτο αποχετευτικό.

Δεντίθεται αμφιβολία, όλοι προτιμάμε τοΜανχάταν από την αυλή του Γιακουμή καιτα μακαρόν είναι πρώτη επιλογή μπροστάστο ραβανί της Μάρως της Σμυρνιάς. Αλλά,τόσα χρόνια στο Μπιντέ, ορκίζομαι σταμάτια του Αρχαγγέλου Γαβριήλ (που πάνταμου φαινόταν καλοραμμένος), ουδέποτεσυνάντησα Αθηναίο που να ήταν κομψότεροςμε κοστούμι παρά με φουστανέλα. Ακόμακαι όλοι αυτοί που διαγκωνίζονται στηνΚουρσεβέλ, με μια κοντή φούστα, θα ήσανκαλύτεροι. Και κάπως πιο σέξι.

ΗΑθήνα από ψηλά μοιάζει, ούτως ή άλλως,στην Τεχεράνη. Όλα τα τελευταία έργαυποδομής (ήτοι, η πρεμούρα της Ολυμπιάδας)αντί να την εκσυγχρονίσουν επέτειναντη σύγχυση. Και δημιούργησαν ένα στυλπου φτάνει από την αυλή του Γιακουμήστο Μανχάταν απευθείας - δίχως αναβαθμούςκαι συνέχεια: ένας ουρμπανισμός τραβεστί,δίκην μοντερνιάς, που αφήνει τα κόπρανάτου σαν ζαχαρωτά εδώ κι εκεί, ενώ οιμαζορέτες της προόδου με γκασμάδεςέχουν βγει και γκρεμίζουν αυλές, φούρνουςκαι μυρωμένες πηγάδες (με μουριές, όπουπάνω τους γλυκές καραγκούνες κάνουνκούνια).

Γιανα είμαι ειλικρινής, ευχαρίστως θαξερίζωνα το αγιόκλημα και τα γιασεμιάαπό τα τραγούδια του Κηλαηδόνη. Στηθεωρία. Διότι στην πράξη δεν έχω πολλάπεριθώρια επιλογής. Όντως, τα ποιητικάταγάρια, με την υπερβολή τους και τανοσταλγικά κολλήματά τους, επιθυμούννα καθηλώσουν την πόλη στο νηπιακόβαυαρικό στάδιο, με τα ακροκέραμα. Αλλά,και ο αντίλογος του Κωνσταντινίδη δενείδα να γεννά σχολή και καρπούς - πέρααπό σκόρπια δείγματα που προκαλούνέκσταση στον Ρηγόπουλο. Υπήρξαν καικαλές περιπτώσεις που προσπάθησαν νασυγκεράσουν αυτά που η αρχιτεκτονικήμας ασυνέχεια έκανε εχθρούς αντί φίλους(π.χ. ο Κρόκος, οι.......) - άλλα έμεινανπεριπτώσεις ορφανές. Και τέλος ήρθε ηπερικεφαλαία του Καλατράβα ή του Μπότα.Ωραία πράγματα, εντελώς «κουλά» μέσαστην Αθήνα, που έκλαιγε η κακομοίραγιατί είχε μείνει χήρα.

Υπάρχειένα σπουδαίο φιλμ που περιγράφει τηνκατάστασή μας. Το Μνήμες Υπανάπτυξηςτου Τόμας Γκουτιέρεζ Αλέα. Περιγράφειτην αμηχανία ενός αστού συγγραφέα στηνΑβάνα αμέσως μετά την άνοδο του Κάστρο.Τα σύμβολα της ηδονιστικής εποχής τουΜπατίστα είναι ερείπια, και η δυτικήπρόοδος κόβεται από τη ρίζα ως ιδεολογικόςεχθρός. Τι κάνει εκείνος που αγαπάειτην τριτοκοσμική πόλη του; Μένει άπραγοςστην αυλή του Γιακουμή, ή ανακαλύπτει(όπως το «Μοnocle»και παλιότερα το «Wallpaper»)πάνω στον Τρίτο Κόσμο τις εικονίτσεςπου παπαγαλίζουν το μοντερνισμό; Γελάωπραγματικά όταν βλέπω κομμάτια αυτώντων περιοδικών για μέρη και ανθρώπουςπου ξέρω: είναι τόσο αυτιστική καιδεδομένη η προσέγγισή τους, που, βγάζονταςαπό τη μύγα ξίγκι, πάντα ανακαλύπτουνένα μικρό ντιζάιν παραδεισο, ακόμα καιστον οντά της Κωνσταντίνας. Δεν υπάρχειμεγαλύτερη σάχλα από το να κάνεις τονπροχωρημένο σε ένα υπανάπτυκτο (ήαναπτυσσόμενο) κράτος. Καλυτέρα, μάλιστα,να σέρνεσαι στα παλιά που ξέρεις από τονα πιθηκίζεις τα νέα που αγνοείς.

Γι'αυτό και παρ' ότι πραγματικά βαριέμαιτη γλαρωμένη καλλιέπεια της εμμηνόπαυσης(που πάει πακέτο με την γκρανγκινιολικήάνοδο του έντεχνου τραγουδιού), βρίσκωκι εγώ πιο δυνατή τη λαϊκή Αθήνα από τητρέντι - μη σου πω κι ένα καρτούτσο θατο έπινα, κάτω από τα ωραία γκράφιτι πουέκανε ο εγγονός του Νώντα, του ταβερνιάρη.Αν έχει και ωραίο φεγγάρι, θα πω κι ένατραγούδι του Γούναρη, που είναι για'μένα κάτι σαν Νικ Κέιβ στις Τζιτζιφιές.

Γιαυτό παλιοαναγνώστη, μη βριζεις τη γυμνηκοπέλα (ή κοπελιά). Έλα να ανταμωσουμεστην δροσερη αυλή, που πιανει και wi-fiαπό το μαλάκα δίπλα.

0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ