ΗΤΑΝ ΗΜΕΡΕΣ ΠΡΟΕΔΡΟΛΟΓΙΑΣ εντός και εκτός συνόρων, καθώς το πρώτο θέμα διεθνώς ήταν η ορκωμοσία του Ντόναλντ Τραμπ και οι συνέπειες που θα έχουν οι πολιτικές που θα εφαρμόσει. Στην Ελλάδα κυριαρχεί επίσης εδώ και καιρό στον δημόσιο διάλογο το θέμα της εκλογής του νέου Προέδρου της Δημοκρατίας και η επιλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη για την Προεδρία της Δημοκρατίας, πέρα από τον συμβολισμό που έχει, σηματοδοτεί και μια πολιτική στροφή που φαίνεται να δοκιμάζει εδώ και λίγο καιρό.
Ιδιαίτερη αίσθηση, σε αυτό το κλίμα, προκάλεσε η αλλαγή της θέσης του Κυριάκου Μητσοτάκη λίγες ώρες μετά την ορκωμοσία του Ντόναλντ Τραμπ και την αναφορά στην ομιλία του ότι «στο εξής η επίσημη πολιτική της κυβέρνησης των ΗΠΑ είναι να υπάρχουν μόνο δύο φύλα, το αρσενικό και το θηλυκό». Ο νέος Πρόεδρος των ΗΠΑ ακύρωσε και δύο αποφάσεις του Τζο Μπάιντεν για την προώθηση της φυλετικής ισότητας και για την καταπολέμηση των διακρίσεων λόγω ταυτότητας φύλου ή σεξουαλικού προσανατολισμού.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ωστόσο, μέχρι πριν από λίγο καιρό στα θέματα αυτά ταυτιζόταν με την πολιτική Μπάιντεν και όχι με την πολιτική Τραμπ. Είναι ο πρωθυπουργός που έφερε τον νόμο για τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών στη Βουλή και τον ψήφισε, παρά τις αντιδράσεις που γνώριζε τότε ότι θα υπήρχαν και μέσα στο κόμμα του, δίνοντας την εντύπωση ότι για εκείνον ήταν ένα θέμα αρχών, γι’ αυτό αψήφησε το πολιτικό κόστος. Φαίνεται, όμως, πως το πολιτικό κόστος ήταν μεγαλύτερο απ’ ό,τι περίμενε και η αλλαγή κυβέρνησης στις ΗΠΑ, μαζί με τη συντηρητική στροφή που βλέπουμε σε πολλές χώρες της Ευρώπης, τον έκαναν να αναθεωρήσει μερικώς, εξού και οι «διορθωτικές» κινήσεις που επιχειρεί το τελευταίο διάστημα.
Η αντίφαση ανάμεσα στις πολιτικές που ακολούθησε τα προηγούμενα χρόνια ο πρωθυπουργός και σε όσα έλεγε τότε με όσα λέει από τον περασμένο Νοέμβριο και μετά είναι προφανής
Κατά τη συζήτησή του με τον πρώην πρωθυπουργό της Ιταλίας, Enrico Letta, στο πλαίσιο εκδήλωσης του Ελληνοαμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου την Τρίτη, ο Κυριάκος Μητσοτάκης είπε πως τυχαίνει να πιστεύει ότι υπάρχουν δύο φύλα, το αρσενικό και το θηλυκό. «Αυτή είναι η προσωπική μου άποψη, αυτό υπαγορεύει η βιολογία», ανέφερε.
Στις 19 Ιουλίου 2022, ωστόσο, κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου του υπουργείου Υγείας για τις «Μεταρρυθμίσεις στην ιατρικώς υποβοηθούμενη αναπαραγωγή», είχε μιλήσει για «τα δικαιώματα των intersex ατόμων, παιδιών δηλαδή που γεννιούνται με διάφορες παραλλαγές στα χαρακτηριστικά του φύλου τους» και για «τις ολέθριες συνέπειες» της άγνοιας και του φόβου «για ένα πρόβλημα που είναι πιο διευρυμένο απ’ όσο νομίζαμε μέχρι στιγμής». Είχε δηλώσει επίσης: «Οι ειδικοί μάς λένε ότι σχεδόν ένας στους εκατό ανθρώπους μπορεί να γεννιέται με κάποια παραλλαγή φύλου». Ολα εκείνα που έλεγε πριν από δυόμισι χρόνια είναι εντελώς διαφορετικά από αυτά που είπε την Τρίτη στη συζήτηση με τον Λέτα. Στη συζήτηση αυτή αναφέρθηκε επίσης σε «ακραίες θέσεις του ρεύματος woke (wokism) στις ΗΠΑ» οι οποίες «είχαν ως αποτέλεσμα το εκκρεμές να ταλαντεύεται προς την αντίθετη κατεύθυνση».
Στις 17 Μαρτίου του 2021, με απόφαση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, συστήθηκε επιτροπή η οποία συνέταξε την Εθνική Στρατηγική για την Ισότητα των ΛΟΑΤΚΙ. Στο σχέδιο αυτό, το οποίο έχει αναρτηθεί στο επίσημο σάιτ του πρωθυπουργού, υπάρχει ειδική αναφορά στα «ζητήματα που αφορούν τα ιντερσεξ άτομα», όπου αναφέρεται ότι «ίντερσεξ είναι ένας διεθνής όρος-ομπρέλα που χρησιμοποιείται για να περιγράψει το ευρύ φάσμα των φυσικών σωματικών παραλλαγών των χαρακτηριστικών φύλου».
Σύμφωνα με αρκετούς πολιτικούς αναλυτές, η στροφή Μητσοτάκη άρχισε μετά τις εκλογές στις ΗΠΑ και τη συντηρητική στροφή της Ευρώπης και όχι μετά την αντίδραση στελεχών και μελών του κόμματός του και την ενίσχυση των κομμάτων στα δεξιά της ΝΔ. Αυτό που υποστηρίζουν, δηλαδή, είναι ότι ο πρωθυπουργός επηρεάστηκε περισσότερο από το διεθνές κλίμα και την αλλαγή του παρά από το εσωτερικό.
Η στροφή αυτή έγινε αντιληπτή αρχικά τον περασμένο Νοέμβριο σε μια συζήτηση που είχε με τον Γάλλο συγγραφέα Πασκάλ Μπρικνέρ, κατά την οποία είχε μιλήσει για την «τυραννία των μειοψηφιών» οι οποίες «δεν επιτρέπουν σε οποιονδήποτε να αμφισβητήσει την άποψή τους. Εάν τολμήσεις να εκφράσεις αμφιβολίες για τη γνώμη τους σε «βαφτίζουν» φασίστα, υποστηρικτή της πατριαρχίας ή οτιδήποτε άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς», είχε πει.
Τότε είχε εκφράσει τον φόβο «ότι η υποχρέωση να ακούς έχει χαθεί στην αποκαλούμενη woke κουλτούρα στις ΗΠΑ». Είχε επισημάνει, όμως, κάτι που είπε και τώρα, ότι δεν θεωρεί πως η woke κουλτούρα υπάρχει στην Ευρώπη, ούτε στην Ελλάδα. «Εάν επαφίεται σ’ εμένα, δεν θα ήθελα ποτέ να υπάρξει στην Ελλάδα», δήλωσε. «Δεν πρέπει να συγχέουμε την προστασία των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που αποτελεί πυλώνα του φιλελευθερισμού, με την κατεύθυνση που έχει πάρει αυτό που ορίζουμε ως woke κουλτούρα στις ΗΠΑ, όπου ο διάλογος έχει γίνει τόσο διχαστικός ώστε να έχει πάψει να συνιστά διάλογο». Αυτά είπε τον περασμένο Νοέμβριο και ήταν η πρώτη φορά μετά το νομοσχέδιο για τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών που έκανε μια τέτοιου περιεχομένου τοποθέτηση.
Η αναθεώρηση της πολιτικής στάσης του στα θέματα αυτά, ή έστω της επικοινωνιακής –πρόκειται πάντως για τις δημόσιες τοποθετήσεις του πρωθυπουργού–, επηρέασαν και την πολιτική επιλογή που έκανε για την Προεδρία της Δημοκρατίας, καθώς ήταν ο βασικός λόγος για τον οποίο δεν πρότεινε ξανά την Κατερίνα Σακελλαροπούλου και οδηγήθηκε σε μια πιο συντηρητική πρόταση.
Οι αντίφαση ανάμεσα στις πολιτικές που ακολούθησε τα προηγούμενα χρόνια ο πρωθυπουργός και σε όσα έλεγε τότε με όσα λέει από τον περασμένο Νοέμβριο και μετά είναι προφανής. Άλλαξε γνώμη ή πρόκειται για επικοινωνιακή στρατηγική προκειμένου να μην έχει άλλο πολιτικό κόστος; Όσοι έφυγαν, πάντως, από τη Νέα Δημοκρατία δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα πειστούν από τη στροφή αυτή, ενώ απογοητεύει και κάποιους άλλους. Ενδεχομένως το εκκρεμές του Μαξίμου να συνεχίσει τις ταλαντώσεις μέχρι να αποφασίσει.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.