Έχω επιστρέψει τα τελευταία χρόνια στο Μοσχάτο, τη γειτονιά στην οποία μεγάλωσα, σε ένα σπίτι με πολύ όμορφο κήπο. Στα παιδικά μου χρόνια είχαμε λείψει για κάποια χρόνια στη Χαλκίδα, όπου ζούσε μέχρι πρόσφατα και εργαζόταν ο μπαμπάς μου. Οι ισχυρότερες παιδικές αναμνήσεις μου είναι με τη γιαγιά μου. Εμένα, τον αδερφό μου και δύο ξαδέρφια μου, αγόρια, μας έπαιρνε κάθε καλοκαίρι στο Σούνιο, στο εξοχικό. Αγοροπαρέα φουλ, εκεί κάναμε όλες τις αλητείες. Ό,τι έχω από παιδική ηλικία, παιχνίδια, αθλητισμό, μπάνια, συνδέεται με το Σούνιο και τη γιαγιά μου.
• Σχολείο πήγα στον Πειραιά. Δεν ένιωθα ποτέ άνετα, ενώ ήμουν καλή μαθήτρια. Όσο μεγάλωνα, εκεί προς το λύκειο, άρχισα να καταπιέζομαι πολύ με το εκπαιδευτικό σύστημα. Αυτό με έκλεισε αρκετά. Στα 17-18 είχα μεγάλη συστολή και ήμουν αρκετά dark, και στα ακούσματά μου. Goth στυλ, Cure, Siouxsie and the Banshees και ό,τι περιλαμβάνει το πακέτο. Μπορούσα να κάνω πολλά πράγματα, θα μπορούσα να γίνω αρχιτέκτονας, που είναι ο μπαμπάς μου. Η μητέρα μου ήταν φιλόλογος, εγώ τριτοδεσμίτισσα, αλλά δεν μπόρεσα να τα βγάλω πέρα υγιώς.
Στις Πανελλήνιες απέτυχα παταγωδώς, μάλλον επειδή παραιτήθηκα από ένα σημείο κι έπειτα. Πάντα είχα μια κλίση στα καλλιτεχνικά και τελικά μπήκα στη δραματική σχολή του Εμπρός, του Μπαντή, πολύ μικρή, στα 18. Τυχαία, η Βίκυ, η γυναίκα του μπαμπά μου, με πήγε να δω μια παράσταση εκεί, και μάλιστα τον ήξερε τον Μπαντή. Δεν θυμάμαι ποια παράσταση ήταν, μόνο την εμπειρία του θεάτρου και του ανθρώπου αυτού που με συγκίνησε. Είπα «θέλω να είμαι εδώ», χωρίς να ξέρω με ποιον τρόπο.
Στην Ελλάδα έχουμε κοινωνικά συμπλέγματα. Είναι ο βοηθός που πρέπει να σκύψει για να μαζέψει κάτι. Πατριαρχία, διαβαθμίσεις, άντρας και γυναίκα... Είναι δυνατόν να μιλάμε για γυναικοκτονίες; Μου φαίνεται αδιανόητο το πώς φτάνουμε να δημιουργούνται τέτοια μοτίβα στις σχέσεις.
• Συνέχισα να αντιδρώ. Ήμουν, ας πούμε, από τα παιδιά που δεν ήθελαν να δώσουν εξετάσεις στο υπουργείο. Κάποια στιγμή, πιο μεγάλη, θέλησα με έναν τρόπο να αναπληρώσω τα «δεν» τα προηγούμενα, με σπουδές κανονικές, με ένα πτυχίο. Στα 24 αποφάσισα να φύγω στη Γαλλία, να μπω στο πανεπιστήμιο για θεατρικές σπουδές. Μου άρεσαν τα γαλλικά και το άκουσμά τους.
• Με τη Γαλλία και τους Γάλλους αισθάνομαι τρομερά οικεία, είναι μέσα στη ζωή μου. Πηγαίνω συχνά, διατηρώ επαγγελματικές και φιλικές σχέσεις, κυρίως στον Νότο. Έζησα στη Μασσαλία και στην Aix-en-Provence. Οι φίλοι μου, η βάση μου και οι πιο ισχυρές συνεργασίες είναι εκεί. Δυσκολεύτηκα βέβαια στην αρχή, πέρασε ένας χρόνος εξοικείωσης. Επειδή όμως στον Νότο δεν έχει πολλούς ξένους στο πανεπιστήμιο, αλλά περισσότερους Γάλλους που πηγαίνουν εκεί για να σπουδάσουν, ήμουν λίγο σαν εξωτικό φρούτο. Με αγαπούσαν όλοι, μου έδειχναν τρομερή αδυναμία, έλεγαν «τι είναι αυτή η Ελληνίδα;».
• Στο τέλος του master μου στη δραματουργία και στη σκηνοθεσία έπρεπε να παρουσιάσω μια δουλειά. Η πρώτη μου σκηνοθεσία ήταν οι Φαίδρες, που μετά τις φέραμε κι εδώ, το 2006, στην ταράτσα του Bios. Τότε φτιάξαμε τους Vasistas με την Αριάν Λαμπέντ και τη Νάιμα Καρμπαχάλ. Μια Ελληνίδα, μια Γαλλίδα και μια Μεξικάνα, φίλες, οικογένεια. Η ομάδα προέκυψε από μια ανάγκη μου να σπάσουμε τα δεδομένα που φέρουμε από το θέατρο και τις μορφές εξουσίας που συναντάμε σε αυτό.
Εγώ, ως άνθρωπος, δεν ήθελα να επαναλάβω το μοντέλο «σκηνοθέτης-άρχων» και τη σχετική ιεραρχία μέσα σε μια πρόβα. Δεν μου έκανε. Θέλω πολύ να έχω δίπλα μου συνεργάτες που να με εμπνέουν και να μη θεωρώ ότι εγώ είμαι υπεράνω, παρά το ότι αναλαμβάνω την ευθύνη για έναν σωρό πράγματα. Θέλω να συνομιλούμε επί ίσοις όροις και αυτό συνέβαινε από την αρχή. Τότε, βέβαια, είχα μια ανασφάλεια. Εγώ θα είμαι η σκηνοθέτις; Μπορώ να κάνω σκηνοθεσία; Αυτόματα ήθελα να μοιράζομαι τα πράγματα και να βρίσκομαι σε γόνιμο διάλογο με τους άλλους. Νομίζω ότι και οι άλλες ομάδες που προέκυψαν εκείνη την περίοδο γεννήθηκαν από μια τέτοια ανάγκη να σπάσουν τα μέχρι τότε δεδομένα στη θεατρική σκηνή.
• Αυτό, φυσικά, με τα χρόνια μεταλλάχθηκε. Ήταν συνειδητή επιλογή μου να φέρω στη συνέχεια τη βάση μου στην Ελλάδα. Υπήρξαν άνθρωποι που έφυγαν από τους Vasistas, όπως η Νάιμα, που γύρισε στο Μεξικό. Ήταν αδιανόητο να βγάλουμε βίζα καλλιτέχνη, δεν ήξερε κανείς στην Ελλάδα πώς να το κάνει.
Η Αριάν είναι ακόμα παντού, έχουμε πολύ στενή επαφή, είναι παρούσα σε κάθε δουλειά και συνομιλήτρια πολύ ενεργή. Μου αρέσει τρελά ο τρόπος που επεξεργάζεται τα πράγματα και η αντίληψή της για τον κόσμο. Όποτε ήμουν σε οποιοδήποτε καλλιτεχνικό αδιέξοδο ή ερωτηματικό, η Αριάν πάντα με βοηθούσε να το προσπεράσω και να πάω κάπου αλλού.
Αμέσως μετά μπήκε ο Ευθύμης Θέου στην ομάδα, είναι ο δεύτερος πιο παλιός συνεργάτης. Τώρα ζει στο Βερολίνο και τελευταία δουλεύει μαζί μου πιο πολύ στο κομμάτι της δραματουργίας. Πέρα από αυτό το μοίρασμα, εγώ έφερα την ευθύνη της τελικής απόφασης στη σκηνοθεσία, αλλά υπήρχε άνοιγμα της διαδικασίας, συνεργασία σε όλα τα επίπεδα, από τη στιγμή που γεννιόταν μια σκέψη μέχρι την τελική παρουσίασή της στη σκηνή.
• Για μένα είναι η τρίτη φορά που σκηνοθετώ έργο του Ευθύμη Φιλίππου. Λέω «για μένα» γιατί ενδιάμεσα έκανα (χωρίς την ομάδα) και το Διάφορες Επιλογές Πέτρος στο Τέχνης. Ο κόσμος του Ευθύμη είναι σπάνιος και, παρά τη σύνδεσή του με το σινεμά του Γιώργου Λάνθιμου, ο τρόπος που γράφει και αντιλαμβάνεται τα πάντα έχει κάτι πολύ προσωπικό και ιδιαίτερο. Γελάω πολύ με το χιούμορ του, που σε στιγμές είναι πολύ φίνο, πολύ μαύρο ή πολύ σαρκαστικό και μηδενιστικό.
Σίγουρα αυτό που με συνδέει με τη γραφή του είναι ότι δεν παρουσιάζει ποτέ, ό,τι και να γράψει, τον κόσμο ως έχει. Πάντα δείχνει μια άλλη πλευρά του, σαν να τοποθετείται δίπλα στην πραγματικότητα, σαν να τη βλέπει υπό το πρίσμα ενός παραμορφωτικού καθρέφτη. Αυτή την εσωτερικότητα την ονομάζω ποίηση, με έναν τρόπο. Με ταξιδεύει.
• Οι Απολογίες γράφτηκαν για εμάς μέσα από συνεντεύξεις που πήρε ο Ευθύμης από κάποιους ανθρώπους. Ό,τι ακούγεται στο έργο είναι βιογραφικό. Ήταν ένα πολύ ωραίο στοίχημα, το πρώτο πράγμα που είπαμε, μετά τα Αίματα, ήταν ότι πάμε να κάνουμε κάτι τρομερά προσωπικό. Ο Ευθύμης έγραφε, κόβαμε-ράβαμε, και έφτασε να γίνει κάτι που μοιάζει, ακόμα και στη μορφή του, με ένα τραγούδι, ένα ποίημα. Είναι ελλειπτικός ο λόγος, αλλά διατηρεί τα βιογραφικά στοιχεία. Έχει τάση προς τον σουρεαλισμό ο Ευθύμης, αν τον αφήσεις μπορεί να φύγει πολύ μακριά.
Στις Απολογίες προσπαθούσαμε να τον κρατάμε στα πρόσωπα, στην πραγματικότητα, στη βιογραφία. Αλλά δεν είχε τον κίνδυνο να γίνει πολύ ρεαλιστικό, λόγω της γραφής του Ευθύμη. Τότε προέκυψε και ο Χορός. Θέλαμε να αντιπαραβάλουμε επί σκηνής δύο ισχυρούς, αλλά πολύ διαφορετικούς κόσμους, αλλά και κώδικες γραφής και γλώσσας. Ο Χορός τραγουδάει ταυτόχρονα σε όλη τη διάρκεια, δημιουργώντας ένα υπερβατικό Άλλο, που είναι πολύ ισχυρό, χωρίς απαραίτητα το τραγούδι να έχει σχέση με αυτό που λέγεται. Αυτό είναι όλο το διακύβευμα: οι ήρωες περνάνε μια δίκη, μια διαδικασία για να μπούνε στον Χορό. Κερδίζει ένας από τους δύο, με μια θυσία.
• Το έργο παρουσιάστηκε το 2016 στο Φεστιβάλ Αθηνών και μετά ταξίδεψε στη Γαλλία. Το ανεβάσαμε στο Παρίσι, στο Θέατρο της Βαστίλλης, μετά στη Ρεμς και στη Μασσαλία. Η αλήθεια είναι ότι δεν είναι πολύ εύκολη η σχέση με τους Γάλλους. Είναι αρκετά εγκεφαλικοί, έχουν μάθει να βλέπουν πράγματα που βασίζονται κατά πολύ στον λόγο ή ψυχολογικό θέατρο, που σημαίνει ότι δίνουν βάρος σε αυτό που καταλαβαίνουν, οπότε, ξαφνικά, το να αντιληφθούν και να αφεθούν στο χιούμορ ή στο παράδοξο της γραφής του Ευθύμη, και μάλιστα μέσω υποτιτλισμού, είναι δύσκολο.
Στα Αίματα, όπου ήταν καταιγιστικός ο λόγος, δυσκολευτήκαμε, γι' αυτό και δεν ταξίδεψαν πολύ εκεί. Στις Απολογίες είναι λίγο διαφορετικά τα πράγματα. Παρά τον βιογραφικό του χαρακτήρα, το έργο δεν έχει τόσο έντονο το ελληνικό στοιχείο και οι Γάλλοι κατάφεραν να κάνουν κάποιες άλλες αναγνώσεις που εμείς σχεδόν δεν είχαμε σκεφτεί και είχαν να κάνουν με την κατάσταση της κρίσης σε σχέση με την Ελλάδα και την Ευρώπη, με όλο το κομμάτι της άσκησης εξουσίας σε ένα καθαρά πολιτικό επίπεδο.
• Σαφώς η τέχνη μου είναι πολιτικοποιημένη, από τη στιγμή που μιλάμε για τον άνθρωπο. Το σύνηθες σε ό,τι έχω κάνει είναι το άχρονο. Δεν με ενδιαφέρει να κάνω θέατρο-ντοκιμαντέρ ή κάτι πολύ ρεαλιστικό, δεν λειτουργώ έτσι, το θεωρώ περιοριστικό για τη δική μου σκέψη.
• Η ελληνική κοινωνία έχει πολλά ενοχικά σύνδρομα. Έχουμε απωθημένα που μας εγκλωβίζουν σε συμπεριφορές, σε τόπους, σε σχέσεις, σε κλίκες, και καθορίζουν τον τρόπο που υπάρχουμε και συνυπάρχουμε. Θα σου πω ένα παράδειγμα: πρόσφατα δούλευα στη Γαλλία με μια ομάδα Γάλλων. Το μεσημέρι τρώγαμε ανελλιπώς όλοι μαζί, σκηνοθέτις, ηθοποιοί, ο φωτιστής, που είναι γνωστός και μεγάλος σε ηλικία, και μια κοπέλα που έκανε την πρακτική της, εικοσάχρονη ας πούμε. Όταν τελειώναμε το γεύμα, σηκωνόμασταν όλοι ταυτόχρονα, με την ίδια προθυμία, να μαζέψουμε το τραπέζι, να πλύνουμε τα πιάτα και να σκουπίσουμε τα ψίχουλα. Το παρατηρούσα κι έλεγα «κοίτα να δεις...». Στην Ελλάδα πού θα το βρεις αυτό; Πουθενά. Γιατί έχουμε κοινωνικά συμπλέγματα. Είναι ο βοηθός που πρέπει να σκύψει για να μαζέψει κάτι. Πατριαρχία, διαβαθμίσεις, άντρας και γυναίκα... Είναι δυνατόν να μιλάμε για γυναικοκτονίες; Μου φαίνεται αδιανόητο το πώς φτάνουμε να δημιουργούνται τέτοια μοτίβα στις σχέσεις.
• Αγαπώ πολύ τον άνθρωπο και δεν θέλω να κάνω αυτόν το διαχωρισμό. Όσο αγαπώ τη γυναίκα και τη δύναμή της, άλλο τόσο αγαπώ τον άντρα, τη δύναμη και την αδυναμία του. Όμως στην ελληνική κοινωνία υπάρχει ο διαχωρισμός και η τάση για το ανώτερο και το κατώτερο, οπότε προφανώς στις σχέσεις μου, στην οικογένειά μου, στην ομάδα και στην τέχνη μου, θέλω να εξισορροπούνται τα πράγματα. Δεν ξέρω τι μπορούμε να καταφέρουμε μέσα από το θέατρο, αλλά τουλάχιστον μπορούμε να θέτουμε ερωτήματα, να σπάμε τα δεδομένα μας, να βλέπουμε λίγο αλλιώς τα πράγματα, να αγαπάμε τον άνθρωπο και να τον αφήνουμε να κάνει το καλύτερό του. Να υπάρχουν φωνές διαφορετικές σε κάθε επίπεδο, στο φύλο, αλλά και στη φυλή, στη σεξουαλικότητα... Να μην περιστρέφονται όλα γύρω από το δίπολο άντρας - γυναίκα.
Με ξεπερνάει η στενομυαλιά του ανθρώπου. Και οι απόψεις! Έχουμε πάρα πολλές απόψεις στην Ελλάδα, θεωρούμε ότι υπάρχουμε επειδή έχουμε άποψη. Τουλάχιστον εγώ, όσο μεγαλώνω, γίνομαι όλο και πιο διαλλακτική, μου φαίνονται όλα σχετικά, προσπαθώ να ακούω το οτιδήποτε, την αδυναμία του άλλου. Οχυρώνονται οι άνθρωποι πίσω από μια ταυτότητα, μια κοινωνική υπόσταση, μια φορεμένη φωνή ή αμφίεση. Όλο αυτό είναι τόσο εγκλωβιστικό. Μου φαίνονται πιο ελκυστικοί οι άνθρωποι που αφήνουν να φαίνονται οι ρωγμές τους.
• Και τώρα, προχθές, με το συλλαλητήριο, βία, φανατισμός. Λίγο αν πας πίσω τον εαυτό σου, λίγο αν ανοίξεις τον άλλον, δεν μπορεί να μη βρεις μια δίοδο επικοινωνίας, ακόμα και χαράς, στη συνύπαρξη. Όσον αφορά το Μακεδονικό, ο φανατισμός με αηδιάζει, μου φαίνεται πάρα πολύ ξένος. Τείνω να λέω ότι αυτό ήταν ένα πρόβλημα που κάποια στιγμή έπρεπε να λυθεί με κάποιον τρόπο και ότι καλώς θα λυθεί. Αυτό δεν έχει να κάνει με την ταυτότητα και την πατρίδα. Μένω όμως να παρατηρώ τον φανατισμό, τον διχασμό και την πόλωση που προκαλείται πια πανεύκολα. Και αναρωτιέμαι πώς αφήνονται τόσο εύκολα οι άνθρωποι σε αυτό. Γιατί φωνάζεις έτσι; Τι θα καταφέρεις; Αυτή η κοινωνική πόλωση στρέφεται εναντίον του ίδιου σου του εαυτού.
Πώς οχυρώνομαι; Δεν μπορώ να ζήσω με μεγάλη ευκολία, ούσα σε μια τέτοια καθημερινότητα. Προσπαθώ να κρατήσω με διάφορους τρόπους ζωντανή την πίστη μου στον άνθρωπο και στην τέχνη, στην ανάγκη για τέχνη, γι' αυτό το κάτι το υπερβατικό, το κάτι άλλο, για μια άλλη ουσία. Είμαι αισιόδοξη σε σχέση με αυτό, ότι η τέχνη, το θέατρο, η μουσική, είναι εκεί για να μαλακώνουν, να γλυκαίνουν την καρδιά των ανθρώπων ώστε να μπορούν να αντεπεξέρχονται και να επαναπροσδιορίζουν τη σχέση τους με τα πράγματα και την καθημερινότητα. Πιστεύω στον άνθρωπο και στη δύναμή του και αυτό που με φοβίζει περισσότερο απ' όλα είναι η εσωτερική ακινησία. Αυτό με τρομοκρατεί: άνθρωποι που παραιτούνται, σε όποιο επίπεδο κι αν βρίσκονται, όπου κι αν κινούνται.
• Μου αρέσει η Ελλάδα. Παρ' όλα τα στραβά, έχουμε κάτι ωραίο και σχετικά εύκολο στην καθημερινότητά μας και στις σχέσεις με τους ανθρώπους. Επιλέγω ξανά και ξανά να το παλεύω εδώ. Αναζητώ καθημερινή σχέση με τη φύση, την έχω ανάγκη. Με το που θα έχω λίγο χρόνο, θα έρθω εδώ, στου Φιλοπάππου, ή θα πάω στα τριγύρω βουνά και στη θάλασσα. Αλλιώς, κυκλοφορώ με τους φίλους μου, που είναι λίγοι και καλοί, στα Πετράλωνα, στα Εξάρχεια, στο Σύνταγμα... Δεν είμαι άνθρωπος της παρέας, δεν το 'χω κάνει ποτέ στη ζωή μου το να βγαίνω και να κάνω παρέα με πολλούς ανθρώπους. Είμαι αρκετά μοναχική και έχω ανάγκη από ησυχία.
Με χαλάει πολύ η φασαρία κάθε είδους και η βρόμα. Δεν είμαι ακριβώς της πόλης, αν με έβαζες να ζήσω σε μια γειτονιά με πολυκατοικίες απέναντι νομίζω ότι θα πάθαινα κατάθλιψη πάρα πολύ γρήγορα. Εξού και διάλεξα να πάω στον Νότο της Γαλλίας και όχι στο Παρίσι. Αυτή η απομόνωση με θλίβει, ακόμα και να τη βλέπω στους άλλους. Θα μου άρεσε πολύ να ζήσω και να δουλέψω αλλού, αποκεντρωμένα, σε νησί, στην εξοχή... Πέρσι το καταφέραμε, με πρωτοβουλία του Θοδωρή Γκόνη. Μείναμε στην Καβάλα για έναν ολόκληρο μήνα για τις Χοηφόρες. Είναι κάτι που έχω πάντα ανοιχτό στο μυαλό μου ως ενδεχόμενο και θα ήθελα να δημιουργήσω τις συνθήκες γι' αυτό.
• Είμαι σε μια αρκετά ανάλαφρη περίοδο και κάπως αισθάνομαι έτοιμη να δοκιμάσω πράγματα με κέφι και με αλαφράδα. Είχα την τάση ή να κλείνομαι ή να σοβαρεύω, να σκοτεινιάζω. Τώρα είμαι σε ορεξάτη φάση, συντροφική, έχω αρκετά χρόνια τη σχέση μου με τον Jan Van, είμαστε 13 χρόνια μαζί. Τους αγαπώ τους μουσικούς, είναι ένας πολύ ωραίος κόσμος.
• Παράλληλα, βγαίνω από μια δύσκολη χρονιά γιατί έχασα τη μητέρα μου πριν από έναν χρόνο. Η μαμά είναι πάντα η μαμά και άμα φύγει, είσαι χωρίς μαμά. Ξεκίνησα για πρώτη φορά στη ζωή μου ψυχοθεραπεία και, παραδόξως, αισθάνομαι ένα άνοιγμα, μια απελευθέρωση. Και λιγότερο φόβο με τα καλλιτεχνικά. Δεν είναι εύκολο να κάνεις θέατρο στην Ελλάδα. Παρ' όλα αυτά, θέλω πράγματα με σωστούς όρους πια, ωραίες παραγωγές και συνεργάτες, το θεωρώ αναγκαίο. Δεν αφήνω αυτό το σύστημα και τις δυσκολίες να με βαραίνουν. Δεν το φοβάμαι. Και το ρίσκο, επίσης, το αναζητώ: μέσα σε αυτήν τη μαυρίλα που ζούμε και σε αυτή την πόλωση να πηγαίνουμε κόντρα στους όρους της αγοράς και στην περιρρέουσα κανονικότητα. Ακριβώς επειδή θέλω κάθε μου δουλειά να εκπλήσσει κι εμένα την ίδια.
• Ο Αληθινός που κάναμε πέρσι στο Πόρτα είχε μια πάρα πολύ ιδιαίτερη συνθήκη, δεν ήταν ακριβώς θεατρική δουλειά, ήταν σαν μια μουσική περφόρμανς. Πολύ κλειστό, εσωστρεφές πράγμα, και απέτυχε. Ήρθε μετά από μια μεγάλη παραγωγή, τη Θεία Κωμωδία, στη Στέγη. Ήταν πολύ απελευθερωτικό να έχω το δικαίωμα κι εγώ και οι συνεργάτες μου να ασχοληθούμε με κάτι που φαντάζει «κουλό» και να μπορεί κάλλιστα να αποτύχει. Εξάλλου, πρέπει ό,τι κάνουμε να απευθύνεται, ντε και καλά, σε ένα τρομερά ευρύ κοινό; Ε, όχι, δεν πρέπει!
Ιnfo
Αργυρώ Χιώτη / ομάδα VASISTAS - «Απολογίες 4&5» του Ευθύμη Φιλίππου
Σκηνοθεσία: Αργυρώ Χιώτη
Με τους: Εύη Σαουλίδου, Ευθύμη Θέου, Φιντέλ Ταλαμπούκα
Χορός: Ευδοξία Ανδρουλιδάκη, Ματίνα Περγιουδάκη, Τζωρτζίνα Χρυσκιώτη, Ελένη Βεργέτη, Αργυρώ Χιώτη.
Αγγλικανική Εκκλησία «Άγιος Παύλος» (Φιλελλήνων 27, Σύνταγμα). 28 & 29/1, 5/2, 11 & 12/2, 18/2, 21:00
σχόλια