H Αριάν Λαμπέντ θα μείνει στην Ελλάδα μόνο για λίγες ημέρες, για την προώθηση της ταινίας του Γιώργου Λάνθιμου, Αστακός, που βγαίνει από τις 22 Οκτωβρίου στις αίθουσες.
«Είναι πάντα ωραίο να είμαι εδώ» είναι η πρώτη πρόταση που λέει. «Ταξιδεύουμε τόσο πολύ για την ταινία αυτή την εποχή, αλλά πάντα μου αρέσει να επιστρέφω στην Ελλάδα – πάντα μου λείπει. Εμένα, βέβαια, μου φαίνεται φυσικό, όταν κάνει κάποιος αυτήν τη δουλειά, να ζει σε πολλές χώρες».
Η Αθήνα ήταν μια στάση του μεγάλου ταξιδιού των πολυταξιδεμένων γονιών της Αριάν. Έμεναν συνεχώς σε διαφορετικές χώρες και στις αρχές της δεκαετίας του '80 έφτασαν στην Ελλάδα και δούλεψαν εδώ, στο Ελληνογαλλικό Σχολείο. Εδώ γεννήθηκε και η Αριάν, έζησε τα πρώτα της χρόνια, τα χρόνια των καλύτερών της αναμνήσεων, όπως λέει, για να μετακομίσει στη συνέχεια στο Φράιμπουργκ, στην Μπουρζ και στη Μασσαλία, όπου σπούδασε θέατρο. Στην Ελλάδα μετακόμισε ξανά όταν γνώρισε την Αργυρώ Χιώτη και ίδρυσαν την ομάδα Vasistas. «Ήρθα εδώ για τον Φάουστ στο Εθνικό, έκατσα να κάνω τις Άλπεις, γνώρισα τον Γιώργο, έκανα το Αttenberg και φύγαμε για το Λονδίνο. Είμαστε εκεί τέσσερα χρόνια. Μου αρέσει το Λονδίνο, είναι ωραία, είναι ευρωπαϊκό αλλά και ανοιχτό στην Αμερική, μάλλον, όμως, μου αρέσει επειδή εξακολουθώ να ταξιδεύω πολύ και δεν μένω συνέχεια εκεί».
Όταν είσαι ηθοποιός, ποτέ δεν ξέρεις ποιο είναι το επόμενο βήμα. Σε κάποιον μπορεί να φανεί παράξενο ότι ο σκηνοθέτης με διάλεξε επειδή με είδε να παίζω στις Άλπεις.
Η απόφαση να φύγουν και να δουλέψουν στο Λονδίνο ήρθε τη σωστή στιγμή, όπως λέει, σε μια στιγμή που υπήρχε ανάγκη να ανοιχτούν σε νέες εμπειρίες.
«Φύγαμε γιατί ξέραμε ότι ήταν η σωστή στιγμή και περισσότερο για τον Γιώργο, που ήθελε να κάνει ταινίες, να μπορεί να πληρώνει τους ανθρώπους και να πληρώνεται και ο ίδιος, να ζει από τη δουλειά του. Αυτό ήταν ένα βήμα που έπρεπε να γίνει. Εγώ ήδη ταξίδευα και μου φαινόταν πιο εύκολο. Δεν ξέρω αν θα γινόταν αλλιώς. Αύριο μπορούμε να μετακομίσουμε στο Βερολίνο ή στο Λος Άντζελες, δεν θα έχω πρόβλημα. Δεν έχω μετανιώσει για την απόφαση που πήραμε, απλώς θα ήθελα να έρχομαι πιο συχνά στην Ελλάδα. Έχω ακόμα εδώ την ομάδα μου, τους Vasistas, και προσπαθώ να έρχομαι και να ακολουθώ τις πρόβες, γιατί με τα γυρίσματα δεν μπορώ να μένω δύο μήνες συνεχώς, για παράδειγμα».
Στον Αστακό του Γιώργου Λάνθιμου η Αριάν Λαμπέντ υποδύεται την καμαριέρα που βοηθά τους μοναχικούς ανθρώπους που καταλύουν σε ένα ξενοδοχείο και είναι υποχρεωμένοι να βρουν ταίρι πριν μεταμορφωθούν στο ζώο που επιλέγουν. Είναι η νοσοκόμα που βοηθά τον ήρωα να δραπετεύσει στο δάσος όπου ζουν οι μοναχικοί, τον ήρωα που ερωτεύεται ενάντια στους κανόνες.
«Ο Αστακός μάς πήρε τρία χρόνια από τη ζωή μας. Είναι πολύ ωραίο που βγαίνει στις αίθουσες, είναι σαν μια γέννα – και είναι πάντα μια χαρούμενη αλλά και δύσκολη στιγμή. Ο Γιώργος είναι πάντα πολύ δύσκολος με τον εαυτό του, εγώ ξέρω ότι είναι μια πολύ καλή δουλειά, πολύ μοναδική και πολύ αστεία. Πιστεύω ότι είναι μια ταινία που διανύει μια διαδρομή και ζει μέσα μας. Δεν κρατάει μόνο τις δύο ώρες που διαρκεί ως ταινία και αυτό είναι κάτι που ψάχνω και ως θεατής στον κινηματογράφο. Θέλω να ταραχτώ, θέλω να αλλάζω ως άνθρωπος, να μεταμορφώνομαι μέσα από μια ταινία, να μου ανοίγονται πόρτες, να σκέφτομαι τα πράγματα αλλιώς. Στον Αστακό υπάρχουν όλα αυτά που νομίζουμε ότι είναι κανονικά στη ζωή μας. Αυτά που τα θεωρούμε αυτονόητα και για τα οποία έχουμε σταματήσει να αναρωτιόμαστε. Ίσως επειδή μέσα μας έχουμε φτιάξει ένα σύστημα πολύ σκληρό, με κανόνες, για να επιβιώσουμε κυρίως. Αλλά φτάνει μια μέρα, ξυπνάς ένα πρωί και λες "γιατί το κάνω αυτό και πόσο κανονικό είναι να βαδίζω εδώ επειδή μου το έχουν πει;". Νομίζω ότι οι άνθρωποι ακολουθούν κανόνες μέχρι ένα πολύ επικίνδυνο όριο. Αυτός είναι και ο κόσμος του Λάνθιμου και του Φιλίππου. Φτιάχνουν έναν κόσμο με ακραίους κανόνες κι έτσι μπορούμε να δούμε πώς αντιδρούμε σε αυτούς και αν μπορούμε να τους ξεπεράσουμε, μέχρι πού φτάνουμε με τους κανόνες, πόσο τους τηρούμε και αν η αγάπη υπάρχει. Είναι μια ταινία πλούσια σε επίπεδα, πέρα από τη σχέση ανάμεσα σε ένα ζευγάρι και τα αισθήματά τους».
Ο Αστακός είναι μια ταινία που θέτει ερωτήματα. Η Αριάν Λαμπέντ ξανασκέφτεται συχνά, λόγω της ταινίας, και ως θεατής της πια, γιατί της αρέσει κάποιος ή γιατί όλοι οι φίλοι της είναι από αυτήν τη δουλειά, από τον κόσμο του σινεμά και του θεάτρου.
«Ίσως είναι η λογική της ζωής μου ή ότι η τέχνη έχει μια γλώσσα συγκεκριμένη. Δεν τη βρίσκεις αλλού. Άλλωστε, υπάρχουν τόσο διαφορετικές ιστορίες στη ζωή των ηθοποιών. Εγώ ήμουν Γαλλίδα και ξεκίνησα να κάνω σινεμά στην Ελλάδα. Αυτό είναι πολύ περίεργο, αν το σκεφτεί κανείς. Γνώρισα δύο καλλιτέχνες που λατρεύω, την Αθηνά και τον Γιώργο, και μετά, επειδή πήρα και το βραβείο για το Attenberg, βρήκα ατζέντη στη Γαλλία και έτσι σιγά-σιγά χτίστηκε αυτή η κατάσταση. Στη Γαλλία, για κάποιον περίεργο λόγο, πιστεύουν ότι είμαι ξένη. Όταν είμαι στη Γαλλία, νιώθω Γαλλίδα αλλά και αουτσάιντερ. Από την άλλη μεριά, ενώ λατρεύω την Ελλάδα, δεν το αισθάνομαι αυτό ως Ελληνίδα αλλά ως ξένη, πάντα βλέπω θετικά τη χώρα, θεωρώ δώρο των γονιών μου το ότι έζησα εδώ και ας είμαι παιδί της Ευρώπης, αν έχει ακόμα νόημα αυτή η λέξη».
Το καλοκαίρι που πέρασε η Αριάν ήρθε για διακοπές στην Ελλάδα και πέρναγε όλη τη μέρα μπροστά στην τηλεόραση. «Ένιωθα χάλια. Με απασχολεί πάντα το ελληνικό θέμα ως πρόβλημα όχι μόνο της Ελλάδας αλλά ολόκληρης της Ευρώπης. Δεν είναι μόνο το ότι έχω μια σχέση βαθιά και σημαντική με τη χώρα ή ότι ξέρω περισσότερα γι' αυτήν αλλά ότι νομίζω πως αυτό που συμβαίνει είναι κατά ένα μέρος άδικο. Οι άνθρωποι, δηλαδή, να ζουν με προαποφασισμένα γι' αυτούς πράγματα και να μην μπορούν να κάνουν κάτι γι' αυτό. Οι υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης δεν είναι παράδεισος, αλλά δεν βιώνουν με τόση ένταση τα προβλήματα και περιμένει κανείς να υπάρχει αλληλεγγύη μέσα σε αυτή την ένωση των χωρών – εδώ μοιάζει οι μισοί να χρωστούν στους υπόλοιπους. Δεν υπάρχει για μένα ελληνικό πρόβλημα, αλλά ευρωπαϊκό. Όταν ο ένας βάζει κανόνες στον άλλον, μιλάμε για μια άρρωστη οικογένεια».
Η Αριάν παρακολουθεί αδιάκοπα τις δουλειές των νέων δημιουργών στην Ελλάδα και ξέρει καλά πόσο δύσκολη είναι η απόφαση που παίρνει κανείς να κάνει μια καινούργια δουλειά με ελάχιστα οικονομικά μέσα. «Το ότι βράζει από δημιουργούς η Ελλάδα είναι κάτι καταπληκτικό. Στον κινηματογράφο όλοι δουλεύουν σε πολύ δύσκολες συνθήκες, αλλά το πιο εντυπωσιακό νομίζω πως είναι το θέατρο, πόσο πολλοί άνθρωποι κάνουν παραστάσεις και δουλεύουν σε αυτές. Και εμείς, στους Vasistas, αυτό κάνουμε. Μάλλον κάθε φορά λέμε "ας το κάνουμε" γιατί υπάρχει μια βαθιά ανάγκη που μας οδηγεί και μας τρέφει. Είναι τόσο δύσκολο, αλλά τελικά το θέλεις πολύ, έχεις ανάγκη να εκφραστείς. Και στην Ελλάδα υπάρχει ακόμα τρόπος να το κάνεις».
Η επόμενη ταινία της Αριάν Λαμπέντ είναι κάτι εντελώς διαφορετικό από αυτά που έχει κάνει μέχρι σήμερα. Σε λίγες μέρες φεύγει για τη Μάλτα, για ένα μέρος των γυρισμάτων της ταινίας δράσης Assassin's Creed, σε σκηνοθεσία Justin Kurzel, με τον Μάικλ Φασμπέντερ και τη Μαριόν Κοτιγιάρ. «Όταν είσαι ηθοποιός, ποτέ δεν ξέρεις ποιο είναι το επόμενο βήμα. Σε κάποιον μπορεί να φανεί παράξενο ότι ο σκηνοθέτης με διάλεξε επειδή με είδε να παίζω στις Άλπεις. Σ' εμένα φαίνεται φυσιολογικό, καλύπτει την ανάγκη μου να μαθαίνω διαρκώς καινούργια πράγματα και να ξεκινάω από το μηδέν. Είμαι σαν ένα παιδί που μαθαίνει από την αρχή μια καινούργια γλώσσα». ― Αργυρώ Μποζώνη