ΠΑΝΤΑ ΥΠΑΡΧΕΙ Η ΑΦΟΡΜΗ στους περίεργους και χαλεπούς καιρούς μας, αλλά ειδικά κατά την περίοδο της πανδημίας ήταν σαν να αντηχεί παντού μια από τις πιο διάσημες φράσεις της Ντόροθι Πάρκερ: «Τι φρέσκια κόλαση είναι πάλι τούτη;». Επιφανής κριτικός, δραματουργός, ποιήτρια, σεναριογράφος, διηγηματογράφος, δοκιμιογράφος και προπομπός της Νέας Δημοσιογραφίας, ήταν γραφτό να μείνει στην ιστορία –και στη συνείδηση των πολλών– ως σουρωμένη μηχανή παραγωγής διάσημων αποφθεγμάτων (κάποια από τα οποία δεν είχε πει ποτέ) που προέρχονταν από τις νυχτερινές κατανύξεις της περιβόητης «στρογγυλής τραπέζης» στο μπαρ του ξενοδοχείου Algonquin στο Μανχάταν.
Κι ένας από τους πολλούς καημούς που τη συνόδεψαν μέχρι το πικρό και μοναχικό της τέλος –χθες συμπληρώθηκαν πενήντα πέντε χρόνια από τον θάνατό της– ήταν το γεγονός ότι είχε συνδεθεί κυρίως με όξινα ευφυολογήματα, γλαφυρές επικλήσεις στη ματαιότητα και ωκεανούς Martini, και καθόλου σχεδόν με τις πολιτικές της ευαισθησίες, που ποτέ δεν έμειναν μόνο στα λόγια.
Το 1959, κατά την εμφάνισή της σε τηλεοπτικό πάνελ, όπου συμμετείχαν επίσης ο Τρούμαν Καπότε και ο Νόρμαν Μέιλερ, ρωτήθηκε τι την ενοχλούσε περισσότερο στην Αμερική: «Η αδικία, η μισαλλοδοξία, η ηλιθιότητα και ο [φυλετικός] διαχωρισμός – κυρίως αυτός».
Ήταν 33 χρονών και ήδη διάσημη από την αρθρογραφία της στο «Vanity Fair» και το «New Yorker», όταν συμμετείχε στη συγκέντρωση διαμαρτυρίας που έγινε το 1927 στη Βοστόνη ενάντια στη θανατική καταδίκη των Σάκο και Βαντσέτι, όπου συνελήφθη και κρατήθηκε. Μια δεκαετία αργότερα, θα επισκεπτόταν τη Βαλένθια στην κορύφωση του Ισπανικού Εμφυλίου, ενώ οι απόψεις και ο ακτιβισμός της θα την τοποθετούσαν μετά τον πόλεμο ψηλά στη λίστα υπόπτων για «αντιαμερικανική δραστηριότητα» του FBI.
Το 1951 μπήκε και στη μαύρη λίστα της επιτροπής Μακάρθι, με συνέπεια να μην μπορεί να ξαναδουλέψει στο Χόλιγουντ. Είχε προλάβει να δώσει μια ένθερμη ομιλία στη Νέα Υόρκη υπέρ όλων εκείνων που είχαν αρνηθεί να συνεργαστούν με την επιτροπή, λέγοντας «για όνομα του Θεού, παιδιά μου, ο φασισμός δεν έρχεται – είναι ήδη εδώ». Μερικά χρόνια αργότερα, το 1959, κατά την εμφάνισή της σε τηλεοπτικό πάνελ, όπου συμμετείχαν επίσης ο Τρούμαν Καπότε και ο Νόρμαν Μέιλερ, ρωτήθηκε τι την ενοχλούσε περισσότερο στην Αμερική: «Η αδικία, η μισαλλοδοξία, η ηλιθιότητα και ο [φυλετικός] διαχωρισμός – κυρίως αυτός», ήταν η απάντηση.
Κατά συνέπεια, δεν ήταν και τόσο αναπάντεχη (παρότι είχαν ανασηκωθεί πολλά φρύδια τότε) η απόφαση που είχε πάρει δύο χρόνια πριν από τον θάνατό της το 1967 να δωρίσει τα πάντα στον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, ο οποίος όμως δολοφονήθηκε μερικούς μήνες μετά, με αποτέλεσμα το κληροδότημά της να περάσει (όπως η ίδια είχε ζητήσει να γίνει σε περίπτωση θανάτου του Μ.Λ.Κ.) στην ιστορική «Εθνική Ένωση για την Πρόοδο των Εγχρώμων», γνωστή ως NAACP. Η περιουσία που είχε απομείνει μετά την εξόφληση των χρεών της ήταν πενιχρή μάλλον (γύρω στις είκοσι χιλιάδες δολάρια), τα δικαιώματα όμως του έργου της (τα οποία διαχειρίζεται μέχρι σήμερα ο συγκεκριμένος οργανισμός) πολύτιμα.
Για ποικίλους λόγους (γραφειοκρατικούς κυρίως) οι στάχτες της παρέμειναν για πάνω από μια εικοσαετία ξεχασμένες σ’ ένα συρτάρι, μέχρι το 1988 που αναγέρθηκε μια επιτύμβια πλάκα προς τιμήν της σ’ έναν μικρό κήπο πίσω από τα κεντρικά γραφεία της NAACP στη Βαλτιμόρη, και τοποθετήθηκαν εκεί. Θα περνούσαν άλλα είκοσι δύο χρόνια μέχρι να μεταφερθεί η τέφρα στην οριστική της κατοικία, που δεν θα μπορούσε να είναι εκτός Νέας Υόρκης. Η σεμνή τελετή της μεταφοράς της «Ντόροθι Πάρκερ» στο κοιμητήριο Woodlawn στο Μπρονξ (κοντά στους τάφους της οικογένειάς της) έλαβε χώρα τον Αύγουστο του 2020 εν μέσω πανδημίας, όπως και τα αποκαλυπτήρια της ταφόπλακας με το όνομά της έναν χρόνο μετά, στις 22 Αυγούστου 2021, ανήμερα των γενεθλίων της. Κάτω από το όνομά της και τις ημερομηνίες είναι χαραγμένη η τελευταία στροφή από το ποίημα της του 1925 «Επιτάφιος για μια αγαπημένη κυρία»:
Αφήστε για ‘κείνη ένα νεαρό κόκκινο ρόδο,
τραβήξτε το δρόμο σας και κρατήστε τον οίκτο σας·
είναι ευτυχισμένη, γιατί ξέρει
ότι η σκόνη της είναι όμορφη.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.