Οι καταραμένοι της Αυστρίας

Facebook Twitter
0

Μπορείνα έχουν περάσει περίπου εκατό χρόνιααπό τότε που αποτελούσαν την πρωτοπορία,αλλά η δουλειά τους ακόμη «σχίζει»την επιδερμίδα και καταφέρνει να φτάσειστο κόκαλο, ακόμη και σε ένα τόσο«κατεστημένο» χώρο όπως ένα μουσείοή το Μέγαρο Μουσικής στην Αθήνα. Αυτοίοι καλλιτέχνες, που προκάλεσαν αναστάτωσηστην Αυστρία του 1900-1930 με τις επιλογέςκαι το στυλ τους και τελικά «αποσχιζόμενοι»δημιούργησαν τη δική τους παρέα, μπορούνακόμα να διεγείρουν την έκπληξη τουκοινού που έρχεται σε κοντινή επαφή μετα έργα τους.

Σεεπιμέλεια της Έφης Ανδρεάδη, το ΜέγαροΜουσικής Αθηνών φιλοξενεί την έκθεσημε τίτλο «Klimt, Schiele,Kokoschka και η εποχή τους»,η οποία συγκεντρώνει τα πραγματικάαριστουργήματα της συλλογής του ΜουσείουΛέοπολντ στη Βιέννη. Σημαντικά έργα τωνπιο δημοφιλών Αυστριακών «καταραμένων»,αλλά και μαζί και άλλων κορυφαίωνΑυστριακών καλλιτεχνών (λιγότερο γνωστώνστο πλατύ κοινό), δίνουν το στίγμα όχιμόνο της εποχής τους αλλά και της«πρωτοπορίας» γενικότερα! Κάτιπου δεν εξηγείται επακριβώς με λόγια,αλλά πρόκειται για εκείνη τη βαθιάαίσθηση ανησυχίας που νιώθεις ότανβρίσκεσαι μπροστά σε ένα έργο που έγινεαληθινά πάνω στην κόψη του ξυραφιού,ακόμη και εκατό χρόνια πριν, η οποίατελικά σε κάνει να αναρωτιέσαι τισημαίνει σύγχρονη τέχνη; Ή τι σημαίνειτέχνη γενικότερα;

Γιαπρώτη φορά έρχονται συγκεντρωμένα στηνΕλλάδα, χάρη στο συλλέκτη ΡούντολφΛέοπολντ, ο οποίος ξεκίνησε να συλλέγειτο 1950 και χρειάστηκε να περάσουν χρόνιαγια να γίνει αποδεκτός από τη συλλεκτικήελίτ, λόγω των επιλογών του, που δεν ήτανανάμεσα στις «κατεστημένες» τηςεποχής. Τα έργα των Κλιμτ, Σίλε, Κόκοσκααλλά και του σημαντικού περίγυρού τουςδίνουν το στίγμα της αβανγκάρντιας τηςεποχής τους. Μιας εποχής που «δενχρησιμοποιεί ως φόντο της τέχνης τηςμόνο τον αισθητικά άκρως εκλεπτυσμένοκόσμο της βιενέζικης υψηλής κουλτούραςτων καλλιτεχνών, των συλλεκτών, τωνμαικηνών, των φιλοσόφων...», όπωςπεριγράφει ο Μίχαελ Π. Φουρ στον κατάλογοτης έκθεσης, «αλλά και την άλλη Βιέννηπερί το 1900, τις εργατικές και εξαθλιωμένεςσυνοικίες, τη Βιέννη του προλεταριάτου,στο οποίο κυρίως ο Έγκον Σίλε αναζητάτα μοντέλα του».

Ηέκθεση δεν χρειάζεται φυσικά διαφήμιση.Δευτέρα πρωί και για καλή μου έκπληξηείχε πολλούς έφηβους απόσχολεία να ακολουθούν το εκπαιδευτικόπρόγραμμα μάλλον του Μεγάρου, πουπραγματικά τους έβαζε να σκέφτονταιουσιαστικά και να επεξεργάζονται αυτόπου βλέπουν, από ό,τι έκλεψε το αυτί μου.Επιπλέον, περιδιάβαιναν και μερικοίυποψιασμένοι θεατές αλλά και αρκετόςκόσμος που, ενώ μοιάζει να έχει έρθειμια γρήγορη βόλτα, αιχμαλωτίζεται τελικάαπό τη γοητεία της ύστερης «νεωτερικότητας»αυτών των έργων που κατάφεραν να διακόψουντη «συνέχεια» της ιστορικήςεξέλιξης, ενώ διατήρησαν φρέσκια τηνέννοια της οργής και της αντίφασης προςτην εποχή, όποια εποχή. Πέφτω επάνω ακόμηκαι σε μια νέα μητέρα που εξηγεί στοπολύ λίγων μηνών βρέφος της τις εικόνες:«Να και μια μανούλα διαφορετική απότη δική σου» την ακούω να λέει μπροστάαπό το αντιφατικά πολυσήμαντο «Πορτρέτοτης μητέρας του καλλιτέχνη με γούνινογιακά» (1907) του Έγκον Σίλε. Αυτόμάλλον σημαίνει ότι μπορεί να είναιλίγο αργά για να είναι η πρώτη φορά πουπαρουσιάζεται στην Ελλάδα αυτή ηκαλλιτεχνική σκηνή της Βιέννης, πουτελικά επηρέασε δεόντως τον μοντερνισμό,αλλά τουλάχιστον τώρα ως κοινό είμαστεέτοιμο να την αγκαλιάσουμε σωστά.

Τελικάσταματώ να κρυφακούω και να παρατηρώτους άλλους και αφήνομαι στα έργα.Περπατώ ανάμεσα από τα πιο γνωστά τουΣίλε ή Κλιμτ, που μπορεί να τα ξέρω καλά,αλλά αυτό δεν σταματάει το ρίγος. Ενίοτεσταματώ πιο πολλή ώρα στα πορτρέταγυναικών του Κόκοσκα τα οποία, φτιαγμέναμε ενέργεια όμοια με αυτή των μεταγενέστερωνκόμικς, περιγράφουν «ανεπίσημα»την πραγματικότητα, ή στην αφίσα πουφιλοτεχνεί για το θερινό πρόγραμμα τουΘεάτρου Τέχνης, μια σκοτεινή Πιετά, πουθυμίζει στους σοβαροφανείςσημερινούς/σημερινές τεχνοκριτικούς-που τα έχουν βάλει με τη gothic, do-it-yourselfτάση της σύγχρονης τέχνης και τηναποκαλούν α-πολιτικοποιημένη «τρεντιά»-ότι ίσως να μην είναι ακριβώς έτσι. Η«διατομεακή» (inderdisciplinary)προσέγγιση του μέσου της τέχνης (αφίσεςθεάτρου για το δρόμο στην ίδια μοίρα μεελαιογραφίες), και το στυλιζάρισμα τηςσκοτεινής θανατικής επιθυμίας έχουνμια ιστορία και κάνουν κύκλους, ανάλογαμε την εποχή. Ανάμεσα σε άλλα, μεσυνεπαίρνει ένα σκοτεινό και αρκετάαφαιρετικό γυναικείο πορτραίτο τουWalde (Παρουσία γυναίκας,1912) όπου «πιάνει» έναν μορφασμόαπόλυτου πόνου ή ακόμη και σεξουαλικήςαπόλαυσης! Στη συνέχεια, τα καταπληκτικάκαι κομψά σχέδια του AlfredKubin με τους παραμορφωμένουςανθρώπους και την παρουσία φανταστικώντεράτων, φέρνουν στο νου όχι μόνο τιςιστορίες των Πόε, Ουάιλντ ή τουΝτοστογιέφσκι τις οποίες εικονογράφησαν,αλλά και πολλούς σημερινούς καλλιτέχνεςπου τόλμησαν να παραβιάσουν με τιςδημιουργίες τους, τα ανεκτά όρια τηςεπικρατούσας αισθητικής, ακόμη και μετο τίμημα να μην είναι μέρος τής ως τώρατουλάχιστον «σύγχρονης αγοράς».Ακόμη και τα θαλασσινά τοπία του Κλιμτ,που μου είναι πολύ λιγότερο γνωστά,προδίδουν μια ματιά, η οποία μπορεί ναμην έγινε άμεσα αποδεκτή, αλλά σίγουραάλλαξε ανεπίστρεπτα την τέχνη!

Αυτήείναι μια έκθεση που δεν θα έπρεπεκανένας να χάσει ή τουλάχιστον δεν θαέπρεπε να χάσουν όσοι και όσες είτεταυτίζονται είτε θα ήθελαν να δουν απόκοντά τα έργα καλλιτεχνών που δενυπέκυψαν σε περιορισμούς που τουςτέθηκαν από την «αγορά» (κοινωνία,αισθητική) της εποχής τους! Συγχαρητήριαστους διοργανωτές για την απόφαση νατη φέρουν στην Ελλάδα. Οι επισκέπτεςέχουν να μάθουν και να καταλάβουν πολλά,τόσο για την Ιστορία της Τέχνης όσο καιγια τη σύγχρονη τέχνη, αυτή που γίνεταισήμερα.

0