[ Από την Άλκηστη Γεωργίου ]
Στις 29 Μαΐου του 1913 κάνει πρεμιέρα στο Champs-Elysées του Παρισιού το χορόδραμα του μεγάλου Ρώσου συνθέτη Ιγκόρ Στραβίνσκι (1882-1971), " Η Ιεροτελεστία της Άνοιξης", το πιο αμφιλεγόμενο ίσως έργο στην ιστορία της μουσικής.
Η "Ιεροτελεστία" δημιουργήθηκε για τα Ρώσικα Μπαλέτα του Σεργκέι Ντιαγκίλεφ, και τα κουστούμια σχεδιάστηκαν από τον Ρώσο ζωγράφο Νίκολας Ρόεριχ.
Η πρεμιέρα δημιούργησε σάλο, και προξένησε σκάνδαλο.
Το Παρισινό κοινό, η ελίτ και η αστική τάξη δηλαδή, σοκαρίστηκε άνευ προηγουμένου από την επαναστατική μουσική σύνθεση, και ακόμη περισσότερο, από την πρωτοποριακή και ρηξικέλευθη χορογραφία του Βασλάβ Νιζίνσκι.
Η παράσταση γρήγορα κατέληξε σε μία επεισοδιακή πρεμιέρα, με απίστευτα γιουχαΐσματα και ρίψη αντικειμένων στην σκηνή (!), μέσα στο κατάμεστο θέατρο.
Θεατές αποχωρούσαν εξοργισμένοι και προσβεβλημένοι. Η πρόβλεψη του μουσικοκριτικού της εφημερίδας "Η Ηχώ των Παρισίων" είχε βγει σωστή:
Το κοινό δεν καταλάβαινε την παράσταση, και ένιωθε ότι οι δημιουργοί το κοροϊδεύουν.
Από τις πρώτες κιόλας νότες του έργου οι θεατές ξέσπασαν σε πρωτόγνωρες αποδοκιμασίες.
Γέλια, σφυρίγματα, και φωνές που εξελίχθησαν σε δυνατές κραυγές, σκέπασαν ακόμα τον ήχο της ορχήστρας.
Δεν άργησαν και οι συμπλοκές μεταξύ των θεατών, με αποτέλεσμα να επέμβει η αστυνομία και να βγάλει έξω από την αίθουσα σαράντα απ' αυτούς.
"Βγήκα από την αίθουσα από τα πρώτα ήδη μέτρα του πρελούδιου, που ευθύς αμέσως προκάλεσαν γέλια και κοροϊδίες. Εξοργίστηκα. Οι αντιδράσεις αυτές, οι οποίες ήταν στην αρχή μεμονωμένες, σε λίγο γενικεύτηκαν προκαλώντας αντίθετες αντιδράσεις, και εξελίχτηκαν πολύ γρήγορα σε μία φρικτή οχλαγωγία", λέει ο Στραβίνσκι στην βιογραφία του.
Παρά τις πρωτοφανείς ταραχές, η παράσταση συνεχιζόταν κανονικά, χωρίς διακοπές. Κι αφού στο δεύτερο μέρος ηρέμησαν τα πνεύματα, στο τέλος οι συντελεστές αποθεώθηκαν.
Κι όμως, η Ιεροτελεστία της Άνοιξης δεν συνεχίστηκε παρά μόνο για πέντε ακόμα παραστάσεις.
Ανάμεσα σε αυτά που ειπώθηκαν και γράφτηκαν για το έργο από δημοσιογράφους αλλά και από μεγάλους μουσουργούς (Πουτσίνι, Καζέλα) τις επόμενες μέρες, συμπεριλαμβανόταν η άποψη ότι πρόκειται για το έργο ενός τρελού, ότι η οργή του κοινού δε οφειλόταν τόσο στη μουσική του Στραβίνσκι αλλά περισσότερο στην χορογραφία του Νιζίνσκι, ότι η μουσική ήταν κακόφωνη, ακατανόητη, και δυσάρεστη, η χορογραφία γελοία, ότι οι χορευτές του μπαλέτου "σέρνονταν" σαν φώκιες, και χίλια δυο άλλα.
Τι προξένησε τις αντιδράσεις
Το έργο του Στραβίνσκι έφερε τον υπότιτλο "Εικόνες από μια παγανιστική Ρωσία", και αναπαριστά μια παγανιστική τελετή γονιμότητας, που καταλήγει σε μία ανθρωποθυσία. Στην θυσία μίας παρθένας, για την ακρίβεια.
Επρόκειτο για ένα είδος "αρχέγονης" συμφωνίας για την Άνοιξη, την οποία θα ονόμαζε "Η μεγάλη θυσία".
Διαβάζουμε στην αυτοβιογραφία του συνθέτη:
"Μια μέρα του 1910, όταν τελείωνα το 'Πουλί της Φωτιάς' στην Αγία Πετρούπολη, είχα ένα φευγαλέο όραμα... Είδα στη φαντασία μου μια παγανιστική τελετουργία. Μια ομάδα σοφών γερόντων κάθονταν σε κύκλο, έχοντας στη μέση ένα νεαρό κορίτσι, που χόρευε μέχρι θανάτου.
Τη θυσίαζαν για να εξευμενίσουν το Θεό της Άνοιξης."
Η ΘΥΣΙΑ ( Balletto Maurice Béjart, 1970)
Αυτό ήταν και το θέμα της "Ιεροτελεστίας της Άνοιξης" ("Sacre du Printemps" ο πρωτότυπος τίτλος στα γαλλικά).
Η ιδέα του Στραβίνσκι ενθουσίασε τον Ντιαγκίλεφ ο οποίος τον έπεισε να διαμορφώσει την σύνθεση του σε μουσική για μπαλέτο.
Το έργο αποτελείται από δύο μέρη: 'Η Λατρεία της Γης', και 'Η Θυσία', και η κεντρική ιδέα του έργου είναι το μυστήριο και η μεγαλειώδης δύναμη της Άνοιξης.
"Μετά από ένα δύσκολο χειμώνα η φύση σιγά σιγά ξυπνάει, και αρχαίες φυλές συγκεντρώνονται για εορταστικές ιεροτελεστίες με αφορμή τον ερχομό της Άνοιξης.
Μια γριά μάγισσα χρησιμοποιεί κλωνάρια για να προβλέψει το μέλλον. Οι γυναίκες χορεύουν παραδοσιακούς χορούς της Άνοιξης, και όλοι γιορτάζουν την ιερή δύναμη της Μητέρας Γης.
Καθώς σκοτεινιάζει καταφθάνει ο γηραιότερος Σοφός, και οι κοπέλες εκτελούν αρχαίους σχηματισμούς.
Μία από αυτές θα είναι η Εκλεκτή. Θα πρέπει να ολοκληρώσει τον τελικό χορό για να επιτευχθεί ο εξευμενισμός των θεών της Άνοιξης."
Το ύφος της παράστασης χαρακτηρίζεται από βιαιότητα στις εκφράσεις, έντονους ρυθμούς -οι οποίοι θεωρήθηκαν "βάρβαροι"- και υπερβολή στην ενορχήστρωση.
Αν και ο ίδιος ο Στραβίνσκι ισχυριζόταν ότι υπήρχε μόνο μία λαϊκή μελωδία στο έργο, οι μουσικοκριτικοί εντόπισαν πολύ περισσότερες, οι οποίες όλες σχετίζονται με παλιές παγανιστικές τελετουργίες από τους λαϊκούς θρύλους της Ρωσίας, της Ουκρανίας, κτλ, που σχετίζονταν με τον ερχομό της Άνοιξης.
Χαρακτηριστικό είναι ότι ακόμα και ο διευθυντής ορχήστρας των παραστάσεων του 1913, Πιερ Μοντέ, αντιμετώπιζε ένα σωρό προβλήματα κι από τους ίδιους τους μουσικούς οι οποίοι δεν είχαν ξαναντικρίσει τέτοια σύνθεση, και συχνά σταματούσαν τις πρόβες επισημαίνοντας πως "δεν μπορεί, είναι λάθος η παρτιτούρα!", εξαιτίας των νεωτεριστικών στοιχείων που είχε εισαγάγει στη μουσική του ο συνθέτης.
Ήταν κάτι που δεν είχε ξαναγίνει ποτέ ξανά στην ιστορία της μουσικής και του χορού.
Μία αληθινή επανάσταση για τα δεδομένα της εποχής.
Σήμερα, το έργο του Στραβίνσκι και του Νιζίνσκι θεωρείται μία ηχητική και οπτική αποθέωση του φαινομένου που ονομάζουμε ζωή, στην πιο αρχέγονη διάσταση του.
Ένα από τα σημαντικότερα και πιο αντιφατικά συμφωνικά έργα του 20ου αιώνα.
Ένα έργο τέχνης που γιόρτασε την Άνοιξη σε όλο της το μεγαλείο, όσο κανένα άλλο.
ΟΛΟΚΛΗΡΗ Η ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ( Balletto Maurice Béjart, 1970)
____________________
Με στοιχεία από Μουσείο Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας, "Σαν Σήμερα"
σχόλια