25 χρόνια μετά την κυκλοφορία του εμβληματικού άλμπουμ των Smiths, που άλλαξε την μουσική και την αισθητική της ουράς της δεκαετίας του ΄80 (αλλά και μέχρι σήμερα), πέντε φανατικοί του δίσκου αναλύουν τα υλικά εκείνα που χρησιμοποιήθηκαν για να περάσει το The Queen Is Dead στην στρατόσφαιρα της δημιουργίας.
Και οι πέντε απάντησαν στις παρακάτω κοινές ερωτήσεις.
1.Γιατί το The Queen is dead είναι ένα από τα σημαντικότερα άλμπουμ στην ιστορία της μουσικής;
2Πως πιστεύτε ότι έχει επηρεάσει τη μετέπειτα δισκογραφία ;
3.Ποιο είναι το αγαπημένο σας κομμάτι από το δίσκο και γιατί;
4.Θυμάστε την πρώτη φορά που το ακούσατε (περιγράψτε μας την εμπειρία σας, κάποια ιστόρία πίσω από αυτό κλπ.);
Μάρκος Φράγκος (μουσικοκριτικός και μπλόγκερ στο gone4sure.wordpress.com)
1. Γιατί ποτέ ο Alain Delon δεν εμφανίστηκε έτσι σε εξώφυλλο δίσκου, διότι οι κιθάρες του Marr συνδυάζουν τους Velvet Underground με τους Byrds σε ένα, διότι ο Morrissey τραγουδάει σαν αρσνική πριμαντόνα με μελοδραματική ένταση και ανησυχία για το αύριο. Διότι περιέχει μερικά από τα ομορφότερα άκαυστα indie pop τραγούδια όλων των εποχών που καθρεφτίζουν τη “νέα αυθεντικότητα” της εποχής (σύμφωνα με τον Jon Savage) μετά τον παροπλισμό των νεορομαντικών. Δύσκολοι μήνες εκείνοι για τους Smiths –δεν ήξεραν καν αν θα συνεχίσουν να έχουν συμβόλαιο στην Rough Trade, δεν ήξεραν καν αν θα συνεχίσουν να έχουν drummer αφού ο Andy Rourke είχε πέσει στο βελόνι... Η αβεβαιότητα φάνηκε να είναι το καλύτερο αφροδισιακό boost για τον Morrissey. Ο φυσικός χώρος του. Το “Queen Is Dead” είναι η σημειολογική αμπάριζα μετά το “God Save The Queen” των Sex Pistols. Ο Morrissey διαπιστώνει ότι τελικά, όχι, η βασίλισσα δεν σώζεται...
2.Νομίζω ότι όλο το shoegazing, η anorak pop, η σκοτσέζικη αθωότητα, τα λονδρέζικα γκρουπάκια της “happy valley”, το μισό Manchester και το άλλο μισό Liverpool και τα ξεχειλωμένα μακριμάνικα οφείλουν την ύπαρξή τους στο “Queen Is Dead”. Κουδουνιστές κιθάρες και καμπανιστές μελωδίες με θεόπικρους στίχους. Αυτή είναι η κληρονομιά που δεν λέει να αναλωθεί ποτέ – κάθε εποχή διαθέτει και το δικό της αναμνηστικό, το δικό της “κλάμα” για το χαμό της μεγαλειοτάτης...
3.“There’s A Light That Never Goes Out”: φαντάζομαι δεν διεκδικώ δάφνες πρωτοτυπίας αλλά σε αυτό κατακάθισε το album μέσα μου, αφού πέρασα από διάφορα στάδια διαφορετικών αγαπημένων τραγουδιών μέσα απ’ αυτό, κατά καιρούς. Το απόλυτα ερωτικό τραγούδι, το απόλυτα δοσμένο, χωρίς να κρατάει τίποτα για καβάτζα. Όχι τόσο επειδή στην τρυφερή ηλικία των δεκαεννιά ετών έχεις ζήσει κάτι τέτοιο, όσο επειδή στην τρυφερή ηλικία των δεκαεννιά ετών νιώθεις ότι επιθυμείς και δύνασαι να ζήσεις κάτι τέτοιο... Στην όχι και τόσο τρυφερή ηλικία των σαράντα τεσσάρων ξέρεις ότι δεν θα ζήσεις κάτι τέτοιο. Και για αυτό, αποκτάει περισσότερη αξία μέσα σου ως άχραντο πρότυπο και ως πολύτιμο αναμνηστικό για οτιδήποτε κοντινό στην ιστορία του τραγουδιού, κατάφερες να ζήσεις.
4.Την πρώτη φορά που το άκουσα ήμουν πολύ μεθυσμένος και μου φαίνεται ότι έμεινα στον κιθαριστικό αχό του μόνο – δεν έδωσα σημασία στην “καρδιά” του album παρότι το περίμενα σαν ιερό δισκοπότηρο να κυκλοφορήσει. Δευτεροετής οικονομικάριος έπνιγα την ενοχλητική τεχνοκρατίλα στο αλκοόλ και άκουγα τον Morrissey με echo τα βράδυα, απο αυτιά που βούιζαν μόνιμα. Συνειρμικά μου θυμίζει το τερατώδες βιβλίο του “Διεθνούς Εμπορίου”, ένα κολοσιαίο μάθημα επικών διαστάσεων. Συνειρμικά επίσης μου δημιουργεί θυμό και ένταση. Όχι επειδή δεν τα κατάφερνα με το Διεθνές Εμπόριο (τα κατάφερα, τελικά), αλλά επειδή όταν άκουσα την πραγματική καρδιά του δίσκου, αποσπάστηκε η προσοχή μου από το “Black Celebration” των Depeche Mode και αυτό δεν μου το συγχωρούσα εύκολα. Φορούσα κούρα μαύρα ματ ρούχα – είχα δαιμονοποιήσει οτιδήποτε αστραφτερό. Τα μαλλιά μου ήταν διχασμένα ανάμεσα στην κουίφ του Morrissey και στο flat top του David Gahan. Ποτέ δεν κατάλαβα ποιος από τους δύο νίκησε. Νομίζω ήταν εκείνη η εποχή που όταν χόρευα άρχισα να κινώ τα χέρια μου προς τα πάνω –το “Bigmouth Strikes Again” φταίει ουσιαστικά. Μέχρι τότε τα χέρια μου ήταν κάτω από το ύψος του κεφαλιού στο χορό. Μετά νίκησαν τη βαρύτητα. Ή απλά, κάπου έδειχναν προς τα πάνω...
Μαρία Παρούση (υπεύθυνη τύπου της Inner Ear για τη Βόρεια Ελλάδα, η μεγαλύτερη φαν του Morrissey στην Ελλάδα)
1.Δεν ξέρω αν είναι όντως ένα από τα σημαντικότερα άλμπουμ στην ιστορία της μουσικής, αλλά σίγουρα είναι ένα από αυτά που έγραψαν ιστορία στη Μεγάλη Βρετανία για το κοινωνικο-πολιτικό του περιεχόμενο. Είναι ελάχιστοι οι indie δίσκοι που συνδιάζουν την εμπορικότητα και την αγάπη του κόσμου με μουσική και στιχουργική ευφυία, που είναι εμπνευσμένοι αλλά συγχρόνως εμπνέουν, έχοντας σαν βασικό εκφραστή τους μια χαρισματική φιγούρα σαν κι αυτή του Morrissey. Ακούγεται πολύ σπάνιο για να είναι αληθινό αλλά αυτό ακριβώς είναι το The Queen Is Dead.
2.Η επιρροή των Smiths στην μετά-Smiths δισκογραφία δεν αφορά μόνο στο The Queen Is Dead αλλά είναι πολύ πιο μεγάλη σε εύρος και σε βάθος χρόνου. Τελικά οι περισσότεροι για να μην πω όλοι - μικροί και μεγάλοι - έχουν κάποιο αγαπημένο δίσκο των Smiths στην δισκοθήκη τους. Είναι αμέτρητα τα συγκροτήματα και οι μουσικοί που έχουν εξομολογηθεί δημοσίως την αγάπη και τις επιρροές τους από τους Smiths και κυρίως τον Morrissey και άλλα τόσα αυτά που ασυνείδητα τους έχουν αντιγράψει.
3.Μέχρι πριν λίγα χρόνια θα έλεγα το "There Is A Light That Never Goes Out" και η αλήθεια είναι ότι αυτό αγάπησα περισσότερο από την πρώτη στιγμή και αυτό άκουσα περισσότερες φορές από οποιοδήποτε άλλο. 25 χρόνια μετά όμως, αυτό που με συγκινεί ακόμα περισσότερο είναι το "Ι Κnow It's Over", μάλλον επειδή όσο μεγαλώνουμε τόσο πιο πολύ συνειδητοποιούμε ότι τελικά, ό,τι και να γίνει, είμαστε μόνοι μας στον κόσμο.
4.Εφηβία, σχολείο και φροντιστήριο Αγγλικών. Ένα ασφυκτικό διαμέρισμα στα Κάτω Πατήσια. Τκακωμοί με τους γονείς μου γιατί θέλω να κόψω το κρέας. Χρήματα δεν υπάρχουν για μουσική. Ο Α. μου γράφει το "The Queen Is Dead" σε κασσέτα. Τα σχολικά βιβλία και το θρανίο μου γεμάτα στίχους του Morrissey. Ο κόσμος των ενήλικων φαντάζει ψεύτικος και καταδυναστευτικός. Ονειρεύομαι να αποκτήσω όλους τους δίσκους των Smiths, να πάρω το Proficiency, να μετακομίσω στην Αγγλία και να γνωρίσω από κοντά τον Morrissey. Τελικά θα καταφέρω τα 3 απ' τα 4.
Απόστολος Βαρνάς (ραδιοφωνικός παραγωγός Offradio)
1. Εξακολουθώ να πιστεύω ότι οι Smiths έβγαζαν σημαντικότατα singles που σε μεγάλο ποσοστό δεν συμπεριλαμβανόταν στους κανονικούς δίσκους και λιγότερο σημαντικά άλμπουμ.
2. Σε συνάρτηση με τα παραπάνω, αδυνατώ να τεκμηριώσω με ειλικρινή τρόπο το παρόν ερώτημα για τον συγκεκριμένο δίσκο.
3. Bigmouth Strikes Again. Οι κιθάρες του Johnny Marr από το πρώτο δευτερόλεπτο ανήκουν στην κατηγορία "εξωπραγματικές".
4. Στην εκπομπή του John Peel. Τους έπαιζε συνεχώς.
Ηλίας Νικολαίδης (συντάκτης περιοδικών Βήμαmen / Βημαgazino)
1.Το Queen is dead δεν είναι το πιο χειμαρρώδες ή το πιο ειλικρινές άλμπουμ των Smiths. Ωστόσο, είναι το πιο ωραίο. Όσα έκαναν το κουαρτέτο από το Μάντσεστερ ένα αληθινά σπουδαίο γκρουπ απαντώνται στα δέκα κομμάτια του, σε μια σπάνια, περίπου ιερή, ισορροπία. Ο οδυνηρός σαρκασμός, το πολιτικό σχόλιο, η εφηβική κατήφεια, οι αναφορές στους ρομαντικούς ποιητές απέναντι στον "κυνικό" Ουάιλντ, το ιχνογράφημα επτά ετών θατσερικής Βρετανίας... Είναι η πρώτη και η τελευταία φορά που οι Smiths καταφέρνουν να τιθασεύσουν το ταλέντο και τα themes τους με τέτοια μαεστρία, ώστε να μιλήσουν σε πραγματικά οικουμενική γλώσσα -και να συγκινήσουν όλους τους ακροατές, με ή χωρίς παρεμφερείς εμμονές.
2.H επιτυχία του Queen is dead, όπως και γενικώς η παρουσία των Smiths στα τσαρτ έδειξε τον τρίτο δρόμο για το ροκσταριλίκι. Πέρα από τα καλόπαιδα της ποπ/ροκ και τους αληταράδες του πανκ, ο Morrissey αν και δεν επινόησε, σίγουρα καθόρισε τον τύπο του "ροκ σταρ με issues". Και ασφαλώς την ογκοδέστατη δισκογραφική παραγωγή που συνοδεύει τον παραπάνω ιδεότυπο -από τους Blur ως τους REM και ως τους Arcade Fire. Αν υπήρξε ένα εμβληματικό άλμπουμ για τη συγκεκριμένη κατεύθυνση, τότε είναι σίγουρα αυτό με τον ξαπλωτό Αλέν Ντελόν στο εξώφυλλο.
3.Το "Some girls are bigger than others"· για τις αυξομειώσεις της έντασης, για το riff που ακούγεται σαν ένα μακρόσυρτο, υπνωτιστικό αντίο και για τη νωχελική, αποκαμωμένη φωνή του Morrissey που πασχίζει να εξηγήσει κάτι όχι ιδιαιτέρως σαφές σχετικά με τα κορίτσια και με τις μανάδες τους. Ένα απόκοσμο, σχεδόν μεταφυσικό φινάλε.
4.Θυμάμαι πως, αν και όχι στον καιρό του, άκουσα το Queen is dead έχοντας ήδη αγοράσει γαργαντουικές ποσότητες από αυτό που είχε πουλήσει ο Morrissey στο ντεμπούτο, στο Hatful of Hollow και στο Meat is murder. Προσπαθώντας να αποκρυπτογραφήσω τις αναφορές του νέου ειδώλου μου, στάθηκα αρκετά στο "Cemetery gates". Οι στίχοι του τραγουδιού υπήρξαν μια θαυμάσια αφορμή για να διαβάσω Κητς και Γέιτς και, όπως με καθοδήγησε η εγκυκλοπαίδεια Υδρία, ακόμη περισσότερους ρομαντικούς, τον Πέρσι Σέλεϊ και τον λόρδο Βύρωνα. Επιπλέον, το ίδιο τραγούδι υπήρξε αφορμή για να διαβάσω το -κατά Moz- αντίπαλο δέος των παραπάνω, τις σκοτεινές στιγμές του Όσκαρ Ουάιλντ, τη Μπαλάντα της φυλακής του Ρέντινγκ και το De Profundis. Δεν έχω αποφασίσει ακόμη με τίνος το πλευρό συντάσσομαι. Όμως, ήταν μια καθοριστική στιγμή για έναν έφηβο που ως τότε απολάμβανε κυρίως να λύνει τις σπαζοκεφαλιές των σχετικών περιοδικών και να φαντασιώνεται πως ζει στις περιπέτειες του Τεν Τεν.
Νεκτάριος Κουβαράς (μουσικός, aka His majesty the king of Spain)
1.Έπιασε το zeitgeist της Αγγλίας των 80’s απ’τα μαλλιά κι έκανε τη μελαγχολία απόλαυση για μια ολόκληρη γενιά εφήβων (και για άλλες 2 μετά απ’αυτή). Επίσης, τα κομμάτια είναι αριστουργήματα ένα προς ένα, αυτό πάντα βοηθάει.
2. Μου΄χει μείνει μια ατάκα από μια συνέντευξη του Johnny Marr, όπου κάτι τον ρώτησαν – δε θυμάμαι τι - και απάντησε “no, that was before I invented indie”. Ψέματα;
3.To There Is a Light That Never Goes Out με συγκλονίζει ακόμα όπως την πρώτη φορά που το άκουσα, αλλά γι’αυτόν ακριβώς το λόγο δεν πρόκειται ποτέ να βάλω να το ακούσω μόνος μου - είναι αφόρητο. Αν παίξω ένα κομμάτι απ’το δίσκο, αυτό θα είναι το Frankly, Μr Shankly. Oι στίχοι είναι ιδιοφυείς, το λατρεύω.
4. Θυμάμαι σίγουρα την πρώτη φορά που διάβασα γι’αυτό. Ήταν καλοκαίρι του 2004 με τους Ολυμπιακούς και είχα πετύχει μια ειδική έκδοση του Q για τους καλύτερους δίσκους απ’το 80 και μετά σ’ένα ψιλικατζίδικο στο Θησείο. “Θα το αγοράσεις ρε φίλε;” με ρώτησε ο ψιλικατζής, “το’χεις γλείψει το περιοδικό”. Nτράπηκα και αγόρασα κάτι αμπούλες βρόμας για ξεκάρφωμα, τη μία την έσκασα αργότερα μπροστά σε κάτι τουρίστες στον πεζόδρομο. Πρώτη φορά το άκουσα όταν μου το δάνεισε η φίλη μου η Παναγιώτα και το αντέγραψα. Ήταν η άχαρη περίοδος πριν φτηνύνει η adsl που έπρεπε να ριπάρεις και να καις μόνος σου τα CD, σαν άνθρωπος των σπηλαίων.
σχόλια