Έφηβη ετών 42
Το στόλισμα του σπιτιού τελικά δεν έχει ημερομηνία, αλλά ούτε και ηλικία.
ADVERTORIAL
Τα χριστουγεννιάτικα δέντρα είναι ανακουφιστικά. Είναι κάτι σαν μια σταθερά ηρεμίας σε έναν κόσμο ραγδαίων αλλαγών και κακών ειδήσεων. Κι αυτό γιατί είναι ακριβώς τα ίδια κάθε χρόνο. Δεν λαμβάνουν ενημερώσεις λογισμικού, μυρίζουν πάντα το ίδιο και αντιπροσωπεύουν το απολύτως οικείο, ακόμη κι αν αφήνουν το σαλόνι γεμάτο κλαδιά, γκλίτερ και βελόνες. Φέτος, με το που μπήκε ο Νοέμβρης, η Νάντια στόλισε. Το χριστουγεννιάτικο δέντρο ορθώθηκε περήφανο, ο Άγιος Βασίλης πήρε τη θέση του στο παράθυρο και το streaming των χριστουγεννιάτικων τραγουδιών ξεκίνησε νωρίτερα από ποτέ. Τα προηγούμενα χρόνια, η ίδια σχεδόν δεν στόλιζε, αφού το spot των Χριστουγέννων είχε καθιερωθεί να βρίσκεται κάπου αλλού. Το σπίτι της γιαγιάς ήταν το αληθινό, πιστοποιημένο πια από τον χρόνο σημείο αναφοράς για τον πιο γιορτινό μήνα του χρόνου.
Οι προετοιμασίες για το τελετουργικό του στολίσματος ξεκινούσαν πάντα από εύκολα και γρήγορα ψώνια on-budget στα κοντινότερα Lidl. Η μητέρα της Νάντιας με την έμφυτη σοφία της γιαγιάς που ξέρει περίφημα όλα τα σοκολατοειδή που λατρεύουν τα εγγόνια της αναλάμβανε το απαιτητικό αυτό κομμάτι, ενώ η Νάντια φρόντιζε για όλα τα υπόλοιπα με τις συνήθεις υψηλές ταχύτητες της, αυτές που θα ζήλευε και ο Άγιος Βασίλης. Με το που ακουμπούσε τις σακούλες με τα καλούδια στο χαλάκι της κουζίνας του πατρικού, η Νάντια είχε τικάρει όλα τα tasks των ημερών που της αντιστοιχούσαν. Κι έπειτα απλά γλιστρούσε αθόρυβα και με μια κρυφή ενοχή στο γνώριμο καναπέ των γονιών της, δίπλα στη χνουδωτή γάτα και το ζεστό καλοριφέρ. Στο σπίτι της ήταν η μαμά. Στο σπίτι της μαμάς της, ήταν το παιδί. Και δεν ήθελε ποτέ να αναλάβει το καθήκον να αποφασίσει για απολύτως τίποτα σχετιζόμενο με το χριστουγεννιάτικο στόλισμα, αλλά και το συνολικό εορταστικό τσιμπολόγημα γύρω από αυτό.
Κι όλα αυτά συνήθιζαν να συμβαίνουν μέχρι και φέτος. Ένα απροσδόκητα χαλαρό πρωινό στη δουλειά, σκρολάροντας, το βλέμμα της θα κολλήσει πάνω σε ένα κείμενο για τα «πρόωρα» Χριστούγεννα. Εκεί θα βιώσει την απόλυτη ταύτιση με τον άνθρωπο πίσω από τις λέξεις – 40 ετών, δύο παιδιά, μηδέν Χριστούγεννα στο βιογραφικό της. Και ένας θερμός υποστηρικτικός μονόλογος για τους early Christmas στολισμούς, αλλά και μια κατανόηση για τη δυσφορία που συχνά συνοδεύει σκέψεις όπως «Είμαι 40 και δεν έχω στολίσει ποτέ το σπίτι μου ως ενήλικας». Η αρθρογράφος, περιγράφοντας την απίστευτη πρόκληση του να είσαι γονιός, καταλήγει πως φέτος είχε αποφασίσει να φέρει για πρώτη φορά τα Χριστούγεννα σπίτι της. Συνειδητοποιώντας πως υπάρχουν και στιγμές στη ζωή που μπορεί να οδηγηθούμε χαρούμενοι προς την ενηλικίωση. Αρκεί να αφήσουμε την πόρτα του σπιτιού μας ανοιχτή και να βγάλουμε τα φωτάκια από τις σκονισμένες κούτες όσο νωρίτερα χρειάζεται. Ακόμη κι αν έξω έχει ακόμη έναν πεισματάρη ήλιο.
Πρώτα Χριστούγεννα στο σπίτι και για τη Νάντια, λοιπόν. Ένα απόγευμα Κυριακής του Νοέμβρη. Σε μια πρόωρη απογευματινή συνάντηση με το παιδί που κρύβει μέσα της. Με εκείνο το παιδί που έχουν ανάγκη τα δικά της παιδιά. Με σοκολατένια γλειφιτζούρια, αφράτα panettone και άφθονα μελομακάρονα. Με λεμπκούχεν σαν αυτά της δικής της μαμάς. Και ένα ποτήρι Glühwein για τους γονείς που χρειάζεται, μέσα στα αμέτρητα λαμπιόνια και τα γλυκίσματα κάθε λογής, να παραμείνουν ενήλικες. Σε μια τέλεια συμφωνία όλων των ηλικιών κάτω από το ίδιο δέντρο. Ανάμεσα σε σπασμένες μπάλες και χυμένες σοκολάτες. Σε ένα απόγευμα που η Νάντια θα μάθει επιτέλους να απολαμβάνει που και πού τη ζωή σαν ένα ενήλικο παιδί.
Οι σακούλες θα αδειάσουν πάνω στον πάγκο της κουζίνας, στο κόκκινο χαλί και στους καναπέδες με τα «favorite» όπως σχεδόν σωστά θα φωνάξουν τα παιδιά, διαβάζοντας τις ετικέτες από τα αγαπημένα τους σοκολατένια νομίσματα και τις φιγούρες. Ένα εορταστικό, απολαυστικό χάος. Αυτό των Χριστουγέννων. Όσο νωρίς κι αν έρχεται. Ή όσο αργά κι αν αποφασίσει μια μαμά – έφηβη, ετών 42, να του ανοίξει την πόρτα.