Δημήτρης Πάτσιος: «17.000 ευρώ η μέση αξία ενός καινούργιου Ι.Χ. στην Ελλάδα»
Ο γενικός διευθυντής του Συνδέσμου Εισαγωγέων Αντιπροσώπων Αυτοκινήτου (ΣΕΑΑ), κ. Δημήτρης Πάτσιος, ακτινογραφεί τον Έλληνα αγοραστή, περιγράφει τα χαρακτηριστικά του μέσου καινούργιου Ι.Χ. στη χώρα μας και εξηγεί σε τι οφείλεται η εκρηκτική άνοδος των πωλήσεων ηλεκτρικών και υβριδικών μοντέλων.
— Πώς κινήθηκε η αγορά αυτοκινήτου στην Ελλάδα από τις αρχές του 2020 έως σήμερα, ιδίως μετά την εμφάνιση του κορωνοϊού;
Η αγορά αυτοκινήτου, έχοντας καταγράψει τον μέσο όρο των 269.000 ταξινομήσεων καινούργιων επιβατικών τη δεκαετία 2000-2009, βρέθηκε στα επίπεδα των 60.000 μονάδων τα έτη 2012-2013. Στη συνέχεια, το 2019 σταδιακά αναρριχήθηκε στις 114.000, που είναι περίπου έντεκα καινούργια επιβατικά ανά χίλιους κατοίκους, μέγεθος που ασφαλώς υπολείπεται αρκετά του ευρωπαϊκού μέσου όρου των τριάντα νέων αυτοκινήτων ανά χίλιους κατοίκους. Η πανδημία επηρέασε την αγορά ουσιαστικά, καθώς στο σύνολο του 2020 διαπιστώθηκε υποχώρηση κατά -29,0%. Επομένως, η αγορά υπερέβη ελάχιστα τις 80.000 ταξινομήσεις. Κύρια αιτία της κάμψης της αγοράς ήταν η ακύρωση των πωλήσεων αυτοκινήτων για ενοικίαση στους τουριστικούς προορισμούς, καθώς οι λιανικές πωλήσεις διατηρήθηκαν σχεδόν αμετάβλητες.
― Ποιες είναι οι προβλέψεις για τη φετινή χρονιά και ποιο νούμερο πωλήσεων θεωρείτε ότι ανταποκρίνεται στις σημερινές δυνατότητες της ελληνικής οικονομίας;
Η αγορά αυτοκινήτου θα μπορούσε να υπερβεί τις 100.000 μονάδες το 2021, με την προϋπόθεση ότι δεν θα προκύψουν νέα ζητήματα το φθινόπωρο με την πανδημία. Το πρώτο εξάμηνο του έτους έχει επηρεαστεί ήδη σε κάποιο βαθμό από τα περιοριστικά μέτρα και την αναβολή έναρξης της τουριστικής περιόδου. Παραμένουμε, όμως, αισιόδοξοι ότι η αγορά των καινούργιων επιβατικών μπορεί να επιτύχει τέτοια επίδοση στο σύνολο του έτους.
Είναι ιδιαίτερα συνειδητοποιημένος ο Έλληνας αγοραστής, με την έννοια ότι αξιολογεί όλες τις παραμέτρους, το κόστος αγοράς, το κόστος χρήσης και την πρακτικότητα. Η ποιότητα, καθώς είναι διαθέσιμη απ’ όλα τα εργοστάσια πλέον, θεωρείται δεδομένη, ενώ ο ψηφιακός εξοπλισμός πράγματι έχει ζήτηση, καθώς η δικτύωση έχει γίνει τρόπος ζωής.
― Θα επιστρέψουμε ποτέ στη «χρυσή εποχή» των 250.000 έως 300.000 πωλήσεων ετησίως;
Η εποχή αυτή μπορεί να χαρακτηριστεί «χρυσή» για τα ελληνικά δεδομένα, καθώς, όπως αναφέρθηκε, η χώρα μας υπολειπόταν πάντοτε σημαντικά των ευρωπαϊκών αγορών. Π.χ. οι πωλήσεις το 2004 είχαν φθάσει στο μέγιστο των είκοσι εννέα αυτοκινήτων ανά χίλιους κατοίκους, όταν στην ευρωζώνη το ίδιο έτος ήταν τριάντα έξι κατά μέσο όρο. Η επάνοδος, λοιπόν, στα κανονικά μεγέθη (200.000+ ταξινομήσεις) είναι ένας μεσοπρόθεσμος στόχος και σχετίζεται άμεσα με την αναθέρμανση της οικονομίας, για την οποία οι περισσότεροι είναι βέβαιοι, έστω και μετά την πανδημία.
― Ποιες είναι οι δημοφιλέστερες κατηγορίες και ποιες εμφανίζουν μείωση ζήτησης; Τι διαφοροποιήσεις υπάρχουν σε σχέση με το παρελθόν;
Μετά τη μεγάλη αύξηση των πετρελαιοκίνητων οχημάτων στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας, διαπιστώνει κανείς τα τελευταία χρόνια μια πιο ομαλή κατανομή στους κινητήρες βενζίνης και πετρελαίου, αλλά και στην υβριδική τεχνολογία. Αξιοπρόσεκτη είναι, φυσικά, η επικράτηση των επαναφορτιζόμενων αυτοκινήτων στα τέλη του 2020 σε ποσοστό 5%, χάρη στο πρόγραμμα «Κινούμαι Ηλεκτρικά» και στο σύνολο των φορολογικών μέτρων που ισχύουν για τα εταιρικά αμιγώς ηλεκτρικά και επαναφορτιζόμενα (plug-in) υβριδικά οχήματα.
― Ποια είναι τα ποσοστά λιανικών και εταιρικών πωλήσεων; Τι ισχύει για τα «νοικιάρικα» και πώς διαφοροποιούνται οι πωλήσεις στις συγκεκριμένες κατηγορίες;
Η Ελλάδα, όπως και οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες της Μεσογείου, διαθέτει έναν σημαντικό, σύγχρονο στόλο ενοικιαζόμενων αυτοκινήτων, αναγκαίο για να υποστηρίξει την τουριστική «βιομηχανία». Οι εταιρείες ενοικίασης εξυπηρετούν παράλληλα μακροχρόνιες μισθώσεις σε εταιρείες και είναι ένας τομέας που δίνει λύσεις με μισθώματα και υπηρεσίες κορυφαίες στην Ε.Ε. Σχεδόν ένα στα δύο καινούργια αυτοκίνητα είναι εταιρική πώληση και περίπου η ίδια αναλογία εντός αυτών των πωλήσεων είναι σε μακροχρόνια μίσθωση και rent a car. Η τάση για πετρελαιοκινητήρες έχει εκλογικευτεί στις εταιρικές πωλήσεις, χάρη στους σύγχρονους βενζινοκινητήρες αλλά και στην υβριδική τεχνολογία.
― Πώς θα μπορούσαμε να περιγράψουμε το μέσο αυτοκίνητο ενός τυπικού Έλληνα αγοραστή;
Η μέση αξία λιανικής προ φόρων βρίσκεται στα επίπεδα των €17.000 και το μεγάλο μέρος των πωλήσεων κατευθύνεται στις κατηγορίες B και C, δηλαδή στα μικρομεσαία και μεσαία αυτοκίνητα που κατέλαβαν το 83,4% της αγοράς το περασμένο έτος. Η προτίμηση στα SUV το 2020 ήταν ευρεία, αφού αυτά αποτέλεσαν το 45,8% των ταξινομήσεων, ενώ η επιλογή στο καύσιμο ήταν 53% βενζίνη, 28% πετρέλαιο, 15% υβριδική τεχνολογία, 2,6% επαναφορτιζόμενα και 1,7% φυσικό αέριο.
― Πώς χαρακτηρίζετε τον Έλληνα καταναλωτή σε σχέση με το παρελθόν; Πώς προσεγγίζει πλέον τη διαδικασία αγοράς;
Η αγορά αυτοκινήτου είναι μια σημαντική απόφαση για την ελληνική οικογένεια, τον εργαζόμενο, τον νέο άνθρωπο. Χρειάζεται να ενημερωθεί για το πλήθος των επιλογών, που τα τελευταία χρόνια είναι πολύ μεγάλο, όπως και ο ανταγωνισμός ανάμεσα στις μάρκες. Η ενημέρωση γίνεται σε πολλαπλά επίπεδα, μέσω του ειδικού Τύπου και των ψηφιακών μέσων, μέσω επικοινωνίας της κάθε μάρκας και κυρίως μέσω της «γνωριμίας» με το αυτοκίνητο σε μια έκθεση. Σημαντικό ρόλο παίζει πλέον και η επιλογή της χρηματοδότησης, καθώς είναι μεγάλος ο αριθμός των πιστώσεων που παρέχονται για καινούργια αυτοκίνητα, με πολύ ελκυστικά επιτόκια.
― Παλιότερα ανοιγοκλείναμε τις πόρτες και ζουλάγαμε τα πλαστικά του cockpit για να «διαπιστώσουμε» την ποιότητα ενός αυτοκινήτου, ενώ κοιτούσαμε την ιπποδύναμη και τις επιδόσεις για να αποφασίσουμε αν θα το αγοράσουμε. Σήμερα σε τι δίνει προτεραιότητα ο Έλληνας αγοραστής;
Είναι ιδιαίτερα συνειδητοποιημένος ο Έλληνας αγοραστής, με την έννοια ότι αξιολογεί όλες τις παραμέτρους, το κόστος αγοράς, το κόστος χρήσης και την πρακτικότητα. Η ποιότητα, καθώς είναι διαθέσιμη απ’ όλα τα εργοστάσια πλέον, θεωρείται δεδομένη, ενώ ο ψηφιακός εξοπλισμός πράγματι έχει ζήτηση, καθώς η δικτύωση έχει γίνει τρόπος ζωής. Όμως τα ηλεκτρονικά μέσα και η συνδεσιμότητα είναι κυρίως εργαλεία οδικής ασφάλειας και έξυπνης μετακίνησης για όλους, όπως το eCall, που σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης θα καλέσει το 112, ή άλλα μέσα που θα μας δείξουν διαδρομές με μικρότερη κίνηση κ.λπ.
― Βλέπετε διαφορές στις προτεραιότητες μεταξύ ηλικιακά νέων και μεγαλύτερων αγοραστών;
Νομίζω ότι πάντοτε υπήρχαν και θα υπάρχουν, με την έννοια ότι οι ανάγκες και ο τρόπος διασκέδασης και κάλυψης των αναγκών διαφέρουν από γενιά σε γενιά. Αυτό που παραμένει κοινό είναι ότι όλες οι ηλικίες θα μετακινηθούμε με το αυτοκίνητο τόσο επαγγελματικά όσο και για αναψυχή, ανακαλύπτοντας νέους προορισμούς!
― Έχουν χειραφετηθεί οι γυναίκες καταναλώτριες; Διαφέρουν οι επιλογές τους από εκείνες των αντρών και σε ποια σημεία; Για παράδειγμα, κάποιοι εκτιμούν ότι προτιμούν τα μικρά μοντέλα πόλης, ενώ οι έρευνες στο εξωτερικό δείχνουν ότι τους αρέσουν τα SUV.
Πλέον το καινούργιο αυτοκίνητο είναι σαφώς μια κοινή απόφαση στα ζευγάρια. Άλλωστε, είναι πολλές οι γυναίκες που απολαμβάνουν την οδήγηση, καθώς οι νεότερες γενιές έχουν μεγαλώσει πλήρως εξοικειωμένες με το αυτοκίνητο. Η αλήθεια είναι, βέβαια, ότι για τους άνδρες το αυτοκίνητο παραμένει ένα πολύ ενδιαφέρον θέμα, καθώς συνδυάζει τεχνολογικές εξελίξεις, αγώνες κ.λπ., είναι όμως εξίσου σύνηθες γυναίκες να παρακολουθούν με το ίδιο ενδιαφέρον τις καινοτομίες στις οδικές μεταφορές.
― Πόσο έχει βοηθήσει το προωθητικό πρόγραμμα για την ηλεκτροκίνηση τις πωλήσεις ηλεκτροκίνητων οχημάτων;
Το πρόγραμμα «Κινούμαι Ηλεκτρικά» έχει παίξει αποφασιστικό ρόλο και αποδεικνύει ότι όταν η πολιτεία παρέχει κίνητρα, η αγορά προσαρμόζεται αμέσως. Δεν είναι λίγο, από 0,4% των πωλήσεων, τα επαναφορτιζόμενα το 2021 να κινούνται ήδη με 5,4%, όταν στην Ε.Ε. ο μέσος όρος το 2020 ήταν 10,5%!
― Tι χρειάζεται να γίνει για να δούμε ακόμη μεγαλύτερη ανάπτυξη της ηλεκτροκίνησης στη χώρα μας;
Ασφαλώς το «Κινούμαι Ηλεκτρικά» μπορεί να δεχτεί βελτιώσεις, όμως η πορεία της ηλεκτροκίνησης είναι προδιαγεγραμμένη και το υπουργείο Περιβάλλοντος θα διασφαλίσει την επικράτηση αυτών σε ποσοστό 30% σε βάθος δεκαετίας. Το πραγματικό πρόβλημα είναι η (κάκιστη) διατήρηση στην κυκλοφορία υπέργηρων οχημάτων, επιβατικών, φορτηγών και λεωφορείων, οι στόλοι των οποίων στη χώρα μας είναι οι γηραιότεροι στην Ε.Ε. Αντιλαμβάνονται όλοι πλέον, βλέποντας τα παλιά οχήματα στους δρόμους, ότι η κατάσταση είναι εκτός ελέγχου, με συνέπειες τη ρύπανση στα αστικά κέντρα και τα ατυχήματα στους δρόμους.
― Θα μπορούσατε να μας δώσετε κάποια οικονομικά στοιχεία σχετικά με τον κλάδο του αυτοκινήτου στη χώρα μας; Πόσα άτομα απασχολούσε προ κορωνοϊού και πόσα τώρα; Τι τζίρους καταγράφει; Τι στοιχεία έχουμε για τα δίκτυα των εξουσιοδοτημένων εμπόρων και επισκευαστών;
Η απασχόληση στην αγορά του αυτοκινήτου δεν μεταβλήθηκε λόγω της πανδημίας, καθώς τα καταστήματα και συνεργεία λειτουργούσαν κανονικά σε όλα τα lockdowns. Ο κύκλος εργασιών του κλάδου από το 2020 υπερβαίνει τα 2,7 δισ., το σημαντικότερο όμως είναι ότι η αγορά και χρήση του αυτοκινήτου συνεχίζει να αποδίδει σχεδόν το 7% των τακτικών εσόδων του προϋπολογισμού. Έναντι αυτών των εσόδων, θα περίμενε κανείς η πολιτεία να επιδοτήσει περισσότερο τη χρήση των σύγχρονων, πραγματικά καθαρών αυτοκινήτων και να αναστρέψει, ακόμα και σήμερα, την εισαγωγή παλιών, μεταχειρισμένων οχημάτων, που δυστυχώς συχνά διαπιστώνεται ότι έχουν παραποιημένο ιστορικό χιλιομέτρων και τελωνειακές παραβάσεις.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.
Το νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.