Το μπαρόκ είναι το γόνιμο υπέδαφος ζυμώσεων ανάμεσα στο υψηλό και το ευτελές, στη διανόηση και τον αισθησιασμό. Ο Μάρκελλος Χρυσικόπουλος έχει έμπρακτα αποδείξει την αγάπη του σε αυτή τη μουσική. Διεθνούς φήμης τσεμπαλίστας και ψυχή των Latinitas Nostra δε σταματά να ερευνά τις συνδέσεις ανάμεσα στα είδη και τον χρόνο. Ο μουσικός διάλογος ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση που ξεκίνησε πέρσι με την παράσταση Ένας Άγγλος ταξιδευτής στο Λεβάντε, συνεχίζεται με την προσέγγιση του ερωτικού ορατορίου Άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής του Στραντέλλα ως τολμηρή σύντηξη δυτικών και ανατολίτικων ηχοχρωμάτων. Σε αυτό το εγχείρημα που παρουσιάζεται στο φεστιβάλ Αθηνών με τον τίτλο «Σαλώμη», εμπνευσμένος από την άρια που ακούγεται στο έργο, συμπράττει με τον σκηνοθέτη Νίκο Καραθάνο. Ο χορός της Σαλώμης, η κεφαλή του Ιωάννη, ο ερωτισμός και ο λυρισμός είναι το μενού μιας παράστασης που μας μεταφέρει σε ένα καφενείο της Ανατολής, εκεί που μέσα σε ένα ράθυμο περιβάλλον, σιωπής και προσωπικής περισυλλογής, εμφανίζονται τα πρόσωπα του δράματος σαν ένας ατέρμονος χορός τα ανθρώπινα πάθη.
Ο Αλεσάντρο Στραντέλα έγραψε το ορατόριο Άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής και όλοι υποστηρίζουν ότι το δραματικό ύφος της μουσικής του αντανακλάται στη ζωή του. Η ζωή του ήταν περιπετειώδης και ερωτική, διεκόπη βίαια το 1682, στα 42 του χρόνια από τους αδερφούς μιας κυρίας που είχε «αδικήσει». Το ορατόριο παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στη Ρώμη το 1675 και ήταν πολύ δημοφιλές, περισσότερο από κάθε άλλο έργο μεγάλης κλίμακας του συνθέτη. Ρετσιτατίβα, άριες, ντουέτα και χορωδικά, περισσότερα από σαράντα σε σύνολο αφηγούνται την ιστορία: Ο Ιωάννης φτάνει στο δικαστήριο του Ηρώδη μετά από την παρότρυνση της Σαλώμης που ζητά το θάνατό του. Η αδιάλλακτη δύναμη του Τιμίου Προδρόμου, η λαγνεία και η αδυναμία του Ηρώδη, ο αισθησιακός αμοραλισμός της Σαλώμης είναι όλα εκεί. Όπως και ο τρομακτικά εντυπωσιακός της θρίαμβος στο φινάλε. Το ορατόριο καταλήγει με ένα άλυτο και αναπάντητο ερώτημα: Γιατί;
Αυτό που με ενδιαφέρει και θέλω, είναι να κάνω αυτό το μύθο ένα απλό περιστατικό. Την βλέπεις τη Σαλώμη εδώ, αλλά κυρίως την ακούς. Γιατί δεν είναι ένα έργο δράσης αλλά ψυχικής ανάτασης. Εκεί ξαφνικά που υπάρχει ένας μικρός διάλογος, κοινός, υπάρχουν τα ωραιότερα μουσικά κομμάτια.
Το σκηνικό της παράστασης είναι ένα χαμάμ, κλεισμένο με καφασωτά, που ανοίγουν και βλέπουμε πίσω από αυτά, τον κόσμο. Δεκατέσσερις μουσικοί κλασικής και παραδοσιακής μουσικής, πέντε λυρικοί τραγουδιστές, είκοσι ηθοποιοί μεταξύ των οποίων, δεκαπέντε μαθητές σχολής, ένας νιγηριανός ταξιτζής, πέντε ερασιτέχνες, δυο άτομα με ειδικές δεξιότητες, σε σύνολο 43 άνθρωποι επάνω στη σκηνή.
«Έχουμε ένα μπαρόκ ορατόριο, τον μύθο της Σαλώμης», λέει ο σκηνοθέτης της παράστασης Νίκος Καραθάνος. «Τα ορατόρια έχουν ελάχιστη δράση και έτσι φτιάξαμε έναν απλό δημόσιο χώρο. Ένα καφενείο. Το τοποθετώ εκεί γιατί αυτή η τριμμένη πλευρά της ζωής είναι μια ωραία αφορμή για να παντρέψεις απάντρευτα πράγματα. Βρίσκεται κάπου σε μια φανταστική Ανατολή, γιατί οι άνθρωποι εκεί είναι λίγο πιο ξεχασμένοι, σε ένα δικό τους ρυθμό, πιο αυθεντικοί. Με έλκει αυτό το πράγμα, εκεί που χάνεται ο χρόνος, εκεί που άνθρωποι αράζουν και δεν ξέρουν που πάνε και που θα πάνε".
«Αυτό που με ενδιαφέρει και θέλω, είναι να κάνω αυτό το μύθο ένα απλό περιστατικό. Την βλέπεις τη Σαλώμη εδώ, αλλά κυρίως την ακούς. Γιατί δεν είναι ένα έργο δράσης αλλά ψυχικής ανάτασης. Εκεί ξαφνικά που υπάρχει ένας μικρός διάλογος, κοινός, υπάρχουν τα ωραιότερα μουσικά κομμάτια. Είναι ίσως μια μουσική που γεννήθηκε για τις εκκλησίες. Αλλά κάθε ένας από εμάς, σε ένα καφενείο, αισθάνεται σαν να είναι σε μια εκκλησία. Καθένας κάνει την προσευχή του μαζί με το τσιγάρο του. Και αυτό το βλέπεις περισσότερο σε ανθρώπους και σε λαούς βυθισμένους σε ένα ρυθμό αργό. Ο καθένας προσεύχεται με τον τρόπο του κάθε πρωί. Και αυτή η παρέα των ανθρώπων μου αρέσει. Αυτοί που μαζεύονται στον ίδιο τόπο. Σαν να βλέπεις ότι κάτι γίνεται και να μη γίνεται τίποτα. Και ότι γίνεται συμβαίνει βουβά, μέσα στην ψυχή σου».
— Τι κρατάς από ένα ορατόριο;
Δεν έχω δει ορατόριο, κάτι έχει πάρει το μάτι μου, αλλά δε με πολυενδιαφέρει, δε με αφορά. Αυτό είναι ένα μουσείο που δε με αφορά. Θα με ενθουσίαζε να πηγαίναμε ακόμα και σε ένα καφενείο να το παίζαμε. Η Σαλώμη ήταν το πρώτο έργο στο οποίο έπαιξα, στο Αμόρε. Αλλά δεν υπάρχει καμία σχέση ανάμεσα στον ερωτισμό του Όσκαρ Ουάιλντ και αυτό που κάνουμε. Εδώ υπάρχει η θρησκευτική έννοια της ανάτασης ακόμα και στα πιο φτηνά λόγια. Η ποίηση. Υπάρχει η αφορμή πίσω από κάθε φράση να την βαθύνεις και να την πλουταίνεις. Υπάρχει μια διάθεση να πάρεις τον ανελκυστήρα της λύπης και να ανέβεις. Αυτό που κάνουμε όλοι κάθε πρωί πίνοντας τον καφέ μας. Το μόνο που μπορείς να κάνεις σαν παιχνίδι για το θέατρο είναι να εικονοποιήσεις αυτή την παρέα και αυτή τη ζάλη που νιώθουν τα αισθήματά μας. Είναι αυτό που απαντά και στο γιατί κάνω θέατρο. Το να είσαι μαζί με άλλους σαράντα είναι καλύτερο από το να είμαστε μόνοι και νομίζουμε ότι κάτι κάνουμε. Μια ωραία σκηνή είναι όταν λέει μια άρια η Σαλώμη και όλοι είναι χύμα ξαπλωμένοι γύρω της και την ακούνε.
— Σκηνοθετικά πώς το αντιμετωπίζεις;
Όταν μιλάμε για όπερα και ορατόριο μιλάμε για κάτι πέρα από την ανθρώπινη δυνατότητα. Να κάνεις και μια οπτική σύμβαση δεν επιτρέπεται. Εμένα με συγκινεί που δουλεύω με όλους αυτούς τους ερασιτέχνες που κάθονται και συμμετέχουν σε αυτό. Λιώνω. Είναι η αρχή του χορού. Αυτό που κάνουμε και διδασκόμαστε τεχνικά στις σχολές και εδώ γίνεται αυτόματα και το κάνουν αυτοί που το θέλουν τόσο πολύ. Και το θέατρο μπορεί να δώσει στην όπερα και η όπερα στο θέατρο. Μπορούν να δώσουν περισσότερα, όσο μεγαλύτερο είναι το ρίσκο που παίρνεις. Μια ευχαρίστηση που συμβαίνει σαν αστραπή, όταν ακούς μια άρια και καταλαβαίνεις ότι αυτό είναι τέχνη, οι στιγμές που λάμπουν έτσι. Λες, είναι ωραίο αυτό που ακούμε. Το μυστικό δε βρίσκεται σε αυτό που βλέπουν τα μάτια μας, μάλλον. Κρύβεται σε μια αιτία, άλλη. Αυτό, που ξυπνάμε το πρωί και λέμε «γιατί όχι;» και ξεκινάμε τη μέρα μας. Είναι η ανθρώπινη στιγμή που είναι πέρα από όλα τα άλλα».
Αρχίζοντας από τα περισσότερο ενδιαφέροντα», λέει ο Μάρκελλος Χρυσικόπουλος, «έχουμε μαζέψει εξαιρετικούς καλλιτέχνες από την Ελλάδα και το εξωτερικό, συνεργάτες εδώ και πολλά χρόνια. Κάθε πρωταγωνιστής, κάθε τραγουδιστής έχει δίπλα του έναν άνθρωπο που τον γειώνει, είχαμε αυτή την ιδέα. Έτσι φεύγει λίγο από την ιστορία της Βίβλου, είναι ένας άνθρωπος λίγο πιο κοντός, από άλλη φυλή και αυτό το στοιχείο εξελίχθηκε στο να είναι πολύ πιο σημαντικό από όσο περιμέναμε στην αρχή. Αυτό που δε συμβαίνει συχνά στο μπαρόκ και συμβαίνει εδώ σε αυτή την παράσταση είναι ότι δώσαμε στο κακό την ευκαιρία να νικήσει στο τέλος. Γιατί ο Ιωάννης Βαπτιστής δεν είναι μια όπερα με χάπι - εντ και δεν υπάρχει ένα σαφές δίδαγμα στο τέλος. Είναι τονισμένο από αμφισημία. Είμαστε πολύ μακριά από το θέατρο του 18ου αιώνα όπου η αρετή και η θυσία και το φως στο τέλος επιβάλλεται του σκότους. Και είναι μια από τις λίγες περιπτώσεις που το έργο τελειώνει με ένα γιατί. Υπάρχει το «γιατί» του Ιωάννη Βαπτιστή που είναι μια ερώτηση και το γιατί της Σαλώμης που είναι ένα επεξηγηματικό: «να γιατί, έγινα βασίλισσα». Πέρα από οποιοδήποτε εύρημα της σκηνοθεσίας και των μουσικών, πέρα από κάθε στολιδάκι, νομίζω ότι αυτό είναι η ουσία της υπόθεσης».
— Πόσο δύσκολο είναι να μεταφέρετε με τρόπο θεατρικό ένα ορατόριο;
Δε νομίζω ότι κάνουμε κάποιο κατόρθωμα. Είναι δυο κόσμοι διαφορετικοί, ο κόσμος του θεάτρου, του Νίκου, και ο κόσμος της όπερας. Έχουμε πολύ διαφορετικό τρόπο δουλειάς και οργάνωσης του έμψυχου και του άψυχου υλικού και όλο αυτό προσπαθούμε να το φέρουμε σε μια κοινή πορεία. Δεν είναι κάτι δεδομένο, δεν είναι και κάτι απίθανο. Πάντα αισθάνεται σε αυτή τη δουλειά ότι τα δύσκολα έχουν περάσει. Δεν ξέρω αν ακούγεται πολύ αισιόδοξο αυτό. Υπάρχουν πάντα τα πρακτικά προβλήματα, αλλά έτσι είναι το θέατρο. Το να κάνεις μια καλή παράσταση είναι ούτως ή άλλως δύσκολο. Είναι μια γέννα. Όταν γλυτώνεις την αποβολή η γέννα πονάει αλλά συμβαίνει.
Πληροφορίες:
ΘΕΑΤΡΟ ΤΕΧΝΗΣ ΚΑΡΟΛΟΣ ΚΟΥΝ
29 ΙΟΥΝΙΟΥ - 2 ΙΟΥΛΙΟΥ
Σαλώμη
του Αλεσσάντρο Στραντέλλα
Σκηνοθεσία Νίκος Καραθάνος
Μουσική διεύθυνση Μάρκελλος Χρυσικόπουλος
Μπαρόκ σύνολο LATINITAS NOSTRA
Σαλώμη Μυρσίνη Μαργαρίτη
Ιωάννης Βαπτιστής Νίκος Σπανός, (cover: Σταμάτης Παυλούς)
Ηρώδης Μάριος Σαραντίδης
Σύμβουλος Jason Darnell, (cover: Χρήστος Κεχρής)
Ηρωδιάδα μητέρα Μαρία Παλάσκα
Βοηθός Σκηνοθέτις: Αγγέλα Σαρόγλου
Σκηνικά: Έλλη Παπαγεωργακοπούλου
Κοστούμια: Nicolas Musin
Φωτισμοί: Νίκος Βλασσόπουλος
Κινησιολογία: Αμάλια Μπένετ
Δημήτρης Καρακαντάς μπαροκ βιολί
Φανή Βοβώνη μπαροκ βιολί
Ανδρέας Λινός βιόλα ντα γκάμπα
Ηλέκτρα Μηλιάδου βιόλα ντα γκάμπα
Δημήτρης Τίγκας βιολόνε
Θοδωρής Κίτσος θεόρβη
Πάνος Ηλιόπουλος τσέμπαλο
Ουρανία Λαμπροπούλου σαντούρι, συντονισμός παραδοσιακού συνόλου
Χρήστος Μπάρμπας νέι, καβάλ, φλογέρες
Βικτορία Τάσκου ούτι
Σέργιος Βούλγαρης, κρουστά
σχόλια