Κλήθηκα να συντονίσω μια ανοιχτή συζήτηση ανάμεσα σε θεατές και στους σκηνοθέτες τριών ταινιών, στο πλαίσιο του Reactivate Athens, και πιο συγκεκριμένα, στην συντονισμένη προσπάθεια της επανενεργοποίησης της Αθήνας, με προτάσεις και ιδέες, σε έναν διάλογο μεταξύ ειδικών και κοινού.
Η συνάντηση έγινε στο R.A. LAB προχθές Σάββατο, στην οδό Αθηνάς δίπλα στην Ομόνοια, σε έναν χώρο-μπαλαντέρ που μετατράπηκε σε μικρή αίθουσα προβολής. Παρόντες, οι σκηνοθέτες Γιάννης Γαϊτανίδης για το Ομόνοια: Στοές και Περσεφόνη Μήλιου για το Κυψέλη: Υπόγειο, δυο ημίωρα ντοκιμαντέρ, που είχαν γυριστεί κάτω από την ομπρέλα «Μικροπόλεις» - γύρω από συγκεκριμένες περιοχές της Αθήνας. Επίσης, η Ρηνιώ Δραγασάκη με το Προαύλιο, τη μικρού μήκους φιξιόν, γυρισμένη το καλοκαίρι που μας πέρασε στο παλιό 8ο της Αθήνας με θέμα το παιδικό παιχνίδι (το κλασικό μπουγέλωμα) που προσγειώνεται, σε αργή κίνηση, σε ένα βίαιο ντρεσάρισμα - ένα αρτίστικο, σκληρό κινηματογραφικό συμπέρασμα αισθήσεων και αισθήματος.
Προβλήθηκε το εκπληκτικό Casus Belli του Γιώργου Ζώη, η προφητική καταγραφή της κρίσης μέσα από τις φυλές της Αθήνας, με ένα ανάποδο ντόμινο να προφητεύει ποια είναι η αιτία πολέμου.
Κι ενώ το Casus Belli και το Προαύλιο πραγματεύονται τους Αθηναίους με φόντο την πόλη τους, η Ομόνοια και η Κυψέλη, με αφορμή τις στοές και τα υπόγεια αντίστοιχα, αποτυπώνουν έναν περισσότερο ενεργό διάλογο ανάμεσα σε περιπτώσεις ανθρώπων και το καθημερινό τους περιβάλλον.
Η Αθήνα είναι, στην ουσία, πολλές Αθήνες μαζί. Το εγχώριο σινεμά με αστικό προσανατολισμό, δεν έχει καταφέρει να μεταδώσει μια ομοιογενή ταυτότητα, πολύ απλά γιατί δεν υπάρχει κάτι τέτοιο. Κι ενώ η Νέα Υόρκη, για παράδειγμα, μεταδίδει βιμπράτα το αεροδυναμικό της νεύρο και την μεταδοτική της ενέργεια (η Ρώμη την κλασσική της αιωνιότητα, και το Παρίσι τον -κλισέ έστω- ρομαντισμό του) η Αθήνα, στη μυθοπλασία και την τεκμηρίωση, παρουσιάζεται σαν χαοτική κουρελού, εντελώς διαφορετική από τη νοσταλγική εντύπωση που δίνει στους περαστικούς τουρίστες.
Ειρωνικά, οι στοές της Ομόνοιας βρίσκονταν δέκα μέτρα από το σημείο της εκδήλωσης και ο σκηνοθέτης Γιάννης Γαϊτανίδης διαπίστωσε πως τώρα, μόλις δυο χρόνια μετά το γύρισμα του ντοκιμαντέρ του, τα πράγματα έχουν ήδη αλλάξει, μαγαζιά έχουν κλείσει και η ερημιά έχει ισοπεδώσει την περιοχή. Παρακμή, που θέλει επειγόντως δράση.
Κάποιοι από το κοινό πρότειναν αποδοχή των μεταναστών πέρα από τον οίκτο ή τον θυμό, ή, όπως είπε χιουμοριστικά η Περσεφόνη Μήλιου, κατάληψη των άδειων κτιρίων για να αξιοποιηθούν επιτέλους με ζωντανότερο τρόπο.
Κατά τη διάρκεια των ομιλιών, ο αρχιτέκτονας του Πανεπιστημίου της Ζυρίχης, Αλφρέντο Μπρίλεμπουργκ, ο οποίος συνεργάζεται με το Ίδρυμα Ωνάση και βρίσκεται στην Ελλάδα για να εκπονήσει τον σχεδιασμό που θα εκπορευτεί από τις 100 συν μία ιδέες (αυτό είναι το concept), «κατέβαζε» μια ταινία του για το Μουμπάι, ώσπου πήρε το αυτί του τη λέξη κατάληψη. Αστραπαία άλλαξε ρότα και ετοίμασε ένα άλλο μικρού μήκους ντοκιμαντέρ, σε συμπαραγωγή και συν-σκηνοθεσία δική του, με θέμα έναν ουρανοξύστη στο Καράκας, που λόγω της κρίσης παρέμεινε σε limbo για πολλά χρόνια, μέχρι που καταλήφθηκε από εκατοντάδες οικογένειες και έγινε μια βιώσιμη κάθετη γειτονιά με σπίτια και μαγαζιά και γήπεδα και ζωή που επιτέλους βρήκε στέγη και έδαφος να ανθίσει, μια ανάσα μακριά από τις παράγκες.
Γρήγορος και λάλος, ο Μπρίλεμπουργκ μας πρότεινε να πιέσουμε για κάτι παρόμοιο και να παρακάμψουμε το νομικό πλαίσιο που σίγουρα θα μπλοκάρει την ευγενή κατάληψη, λέγοντας πως και στη Βενεζουέλα, απ' όπου κατάγεται, κάτι τέτοιο είναι τυπικά παράνομο, αλλά με δεδομένο ότι το σύστημα κατέρρευσε όπως κι εδώ, η διαδικασία έχει αντιστραφεί και η κυβέρνηση έχει παραχωρήσει τον χώρο και μάλιστα έχει βάλει ρεύμα και νερό.
Λίγο πριν πάρουμε το δρόμο της επιστροφής, του έλεγα πως το ελληνικό κράτος έχει καταντήσει ένα ανάλγητο εισπρακτικό γραφειοκρατικό τέρας (όχι πως δεν ήταν έτσι, αλλά τώρα η αναισθησία είναι αντιστρόφως ανάλογη με το βιωτικό επίπεδο) και εκείνος χαμογελούσε με αισιοδοξία, προφανώς πιστεύοντας πως κατά την παραμονή του στην Αθήνα θα καταφέρει να ακυρώσει την ντέκα που πλανάται στο κέντρο της πόλης. Και μάλιστα, θέλει επειγόντως να γυρίσει ένα ντοκιμαντέρ στον Πειραιά, με εργάτες που φορτώνουν εμπορεύματα! Ο ενθουσιασμός του, αξιοζήλευτος και καθόλου τουριστικός. Λες;
σχόλια