Τα Χριστούγεννα καλόν να εορτάζονται πλέον γερμανιστί, καθώς τοιουτοτρόπως είναι σικ και καθωσπρέπει δι’ ημάς τους έχοντες και κατέχοντες, καθώς μόνο έτσι ενθυμίζουσιν τα χρυσά εκείνα χρόνια του Χάι Πασόκ (κατά το High Renaissance).
Συνεκεντρώθημεν λοιπόν, ήτο νύξ Σαββάτου, με έτερους προύχοντας των Αθηνών ως πλέον είθισται εις γερμανικόν Κνάιπε.
Επίναμεν τα γκλούβαϊν ημών τα επιούσια και εμασουλάγαμεν τα αφράτα στόλεν, τα άρτι αγορασθέντα εκ του μπεκεράι-κοντιτοράι της γειτονιάς. Αναφωνούσαμεν πλήρεις ευτυχίας «Ω μάιν Γκότ» και «Άγιε μου Σημίτη», ημείς δεν επλήγημεν ακόμη εκ της οικονομικής της κρίσης.
Mετά το πέρας της γερμανοινοποσίας επήραμεν τας ρεντικότας μας και εβγήκαμεν στον πτωχό αέρα της ελληνικής πρωτευούσης. Επιθυμώντας σαφώς να αποφύγουμε την φαιδρά όψη των Καμίνειων Χριστουγέννων του Συντάγματος εδώκαμεν ραντεβού μετά των σοφέρ αλλαχού, εις γειτονιάς αγνώστους προς ημάς. Η τωόντι δυσνόητος ανθρωπογεωγραφία και αι χαμερπείς μυρωδιαί μας επροβλημάτισαν, όπως κι ένας τύπος λαϊκός, που εκραύγασε εις την σύζυγον ενός εκ της ομήγυρης: «πού πά μαρή με το Βαν Κλέεφ νυχτιάτικα».
Είς πανικόβλητος χιπστερικός νεανίας, εκβαίνων εκ Στάρμπακος τινός, κραδαίνων άιπαντ στην δεξιά, επιβεβαίωσε τους φόβους ημών ότι εισήλθαμεν εν ντέιντζερ ζόουν. Μας επληροφόρησε για τα επικίνδυνα είδη των ανέργων της περιοχής, ήτοι των μιζερουρακοτάγκων των νεοδημοκρατικών και των συνδικαλιστικοπασοκικών βυσματονυχτερίδων.
Μας εξήψε την περιέργεια με τις γλαφυράς του περιγραφάς περί των ζωντανών-οικονομικώς νεκρών, των καλούμενων και πτωχοζόμπι, που αυξούνται με ρυθμούς ανησυχητικούς. Αύτοι, λέγει, ζητούν εκ των περαστικών εκατοστάρικα να πληρώσουν τας εκτάκτους εισφοράς, τους της ΔΕΗ λογαριασμούς και την συνδρομήν της νόβα.
Εφοβήθημεν τα μέγιστα! Εκάμαμεν μεταβολήν και ετρέξαμεν όπισθεν προς τα λαμπάκια του Καμίνη. Εκαλέσαμεν εκεί τας λιμουζίνας και επιστρέψαμεν, έκαστος στην βίλα του, σώοι και αβλαβείς. Ξαναρχίσαμε δειλά δειλά τα «Ω Τάνενμπαουμ» και τα «Κλίνγκ Γκλόκχεν» και παρηκολουθήσαμεν ολίγον ντάνσινγκ ον άις να ξαλεγράρουμε, αναπολώντας τας της Γερμανίας έλεγκαντ αθλοπαιδιές.
Προ της κατάκλισεως εδιάβασα στο νεαρό πλουσιόπαιδό μου το ψυχωφελές ανάγνωσμα «πως ανατρέφονται οι βασιλόπαιδες εν Γερμανία» και του απήγγειλα το αγαπημένο μου ποίημα του Δροσίνη.
Στη βραδινή μου προσευχή ευχήθηκα τα δικά μου αγαθά να μην εκμηδενιστούν «συν τη καταναλώσει», που λέει κι ο ποιητής.
Να προφτάσομεν, βρε αδελφέ, τουλάχιστον να κάνομεν Βαϊνάχτεν ως άνθρωποι.
Τα παραπάνω σπουδαία τεκμήρια του 19ου αιώνος ανθολογήθηκαν από τη συλλογή της «Πλειάδος» (http://xantho.lis.upatras.gr/pleias/).
σχόλια