σήμερα το πρωί με την α. πήραμε μια συνθετική κουβέρτα, δύο μπουκάλια κρασί, ένα καρβέλι, λίγες ελιές και βρεθήκαμε σε μια απομονωμένη παραλία. δεν είχε πάει καν 10, όταν σέρβιρα το πρώτο ποτήρι και η θάλασσα ήταν σχεδόν γαλήνια. μεσ' στην εβδομάδα είχαν μεσολαβήσει πολλά. "θα ρθω να σε πάρω" της είπα. δεν αρνήθηκε (μάλλον το χε ανάγκη κι αυτή). ήμασταν μόνοι μας, μιλούσαμε για το τελευταίο βιβλίο του έκο, τα προβλήματα στη δουλειά, το χαμό στον τελικό κυπέλου, το θάνατο του υιού καντάφι, το ντου του ντανιέλο στη φυλακή και μόλις είχαμε ακούσει για το σκοτωμό του μπιν λάντεν κάπου στο πακιστάν. "όλο αυτό μοιάζει με ψέμα", είπε η α. "σαν ταινία του ταραντίνο, ένα κολάζ ωμής βίας". και μόλις είχαμε πιεί ένα μπουκάλι κρασί. "μισώ τους πολιτικούς, γιατί μου στερούν τη χαρά να ασχοληθώ με την άνοιξη ή, τουλάχιστον, να τη χαρώ με τον τρόπο που θέλω. είναι κι αυτό μια μορφή βίας, δε νομίζεις ?". καλά τα λεγε. πότιζα το καρβέλι με κόκκινο κρασί και τρώγαμε, όπως οι μοναχοί. είχε μια ψύχρα, αλλά ο ήλιος μας έκαιγε. της έλεγα διάφορα, που δεν είχαν σημασία. η θάλασσα γινόταν όλο και πιο ήρεμη. "πολλή βία, θέλω να κολυμπήσω". δεν τόλμησε-απλά σήκωσε το παντελόνι της μέχρι τα γόνατα και έριξε λίγο θαλασσινό νερό στο πρόσωπό της. βγήκε και πάλι έξω και χώθηκε μέσα στη συνθετική κουβέρτα. "εδώ είναι όλα ασφαλή, όλα ήρεμα και σχεδόν ειρηνικά". κοιμηθήκαμε μέχρι το μεσημέρι και ξυπνήσαμε σχεδόν ηλιοκαμένοι. "μόνο έτσι", είπε. "όχι άλλο", απάντησα. στο γυρισμό ακούγαμε nick cave. και η α. μου χαμογελούσε.
σχόλια