Σύμφωνα με το παλιό πολιτικό ανέκδοτο, εκλογές και συνέδριο κάνεις μόνον όταν ξέρεις ότι θα τα κερδίσεις. Με την έννοια αυτή, λοιπόν, και με βάση τα αποτελέσματα για την εκλογή της νέας Κεντρικής Επιτροπής του ενιαίου πλέον ΣΥΡΙΖΑ, ο προσδιορισμός του νικητή και του ηττημένου δεν είναι τόσο απλός με τα κριτήρια της ψυχρής πολιτικής ανάλυσης για πολλούς λόγους. Καταρχάς, το ριζοσπαστικό μπλοκ του ΣΥΡΙΖΑ που εκπροσωπείται από την «Αριστερή Πλατφόρμα» του Παναγιώτη Λαφαζάνη βγήκε από το συνέδριο συμπαγές και ενισχυμένο, προκαλώντας, σύμφωνα με ορισμένους, δυσάρεστη έκπληξη στην ηγετική ομάδα του κόμματος. Την ίδια στιγμή, και από την άλλη πλευρά, είναι αναμφισβήτητο πως η στρατηγική επιλογή του Αλέξη Τσίπρα να μετατοπίσει τη ρητορική του κόμματος προς το Κέντρο φαίνεται, και είναι, η μόνη λογική προκειμένου το κόμμα να διεκδικήσει την εξουσία με αξιώσεις.
Πώς, όμως, αυτό θα γίνει εφικτό, με τη ριζοσπαστική πλευρά του κόμματος να κατέχει υπολογίσιμη δύναμη μετά και την εκλογική εξαφάνιση των προερχόμενων από το ΠΑΣΟΚ στελεχών στις εκλογές της Κ.Ε.;
Στο επίπεδο της πολιτικής ρητορικής η στροφή ξεκίνησε από τις περσινές εκλογές ακόμα, όταν μετά τον πετυχημένο ελιγμό της Νέας Δημοκρατίας το δίλημμα μετατοπίστηκε από το «μνημόνιο/αντιμνημόνιο» στο «εντός/εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης» και σ' ένα ευρύτερο δίλημμα μεταξύ Δεξιάς/Αριστεράς, με τη Νέα Δημοκρατία να κερδίζει όχι μόνο ψήφους αλλά και τα σημεία εξαιτίας της προεκλογικής διγλωσσίας αρκετών στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ. Στην πορεία και όλο το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε και από τα δημοσκοπικά ευρήματα, φαίνεται ότι και η κοινωνία δείχνει να έχει ξεπεράσει το δίλημμα «μνημόνιο/αντιμνημόνιο», το οποίο παράγει μια ρητορική χρήσιμη κυρίως στις δυνάμεις που αμφισβητούν την κοινοβουλευτική δημοκρατία (κάποιες από αυτές και εντός του ΣΥΡΙΖΑ).
Σήμερα, έναν χρόνο μετά, και επιχειρώντας να αξιοποιήσει τις δύο σοβαρές κυβερνητικές κρίσεις που προκάλεσαν ο αντιρατσιστικός νόμος και η ΕΡΤ, ο ΣΥΡΙΖΑ επιχειρεί τη στροφή στο Κέντρο, επενδύοντας στο δίλημμα Δεξιά/Αριστερά, ακολουθώντας όμως μια πιο «παραδοσιακή συνταγή»: αυτή του Ανδρέα Παπανδρέου της δεκαετίας του '80.
Ένα από τα ερωτήματα που ανακύπτουν είναι το αν υπάρχει στο Κέντρο ακροατήριο πρόθυμο ν' ακούσει τον πολιτικό λόγο και το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, όπως διαμορφώθηκαν μετά το συνέδριο. Θα έλεγε κανείς ότι η αποχώρηση της ΔΗΜ.ΑΡ. από την κυβέρνηση και η παραμονή του ΠΑΣΟΚ σε αυτή δημιουργεί ένα δυνητικό ακροατήριο. Δεν θα συμφωνήσω. Μια τέτοια ερμηνεία θα είχε το «αντιδεξιό μένος» ως μόνο κοινό τόπο συμφωνίας του ετερόκλητου χώρου της κεντροαριστεράς, που περιλαμβάνει πλέον αρκετούς φιλελεύθερους, και κάτι τέτοιο δεν ισχύει σε καμία περίπτωση, δεδομένου ότι οι κεντρώοι αισθάνονται πιεσμένοι εξίσου από τη δεξιά και τη ριζοσπαστική αριστερά, ειδικά όπως εκφράζεται από την ομάδα Λαφαζάνη.
Επιπροσθέτως, ακόμα κι αν το Κέντρο δείχνει να έχει χάσει πολύτιμο χρόνο στη δημιουργία ενός βιώσιμου κομματικού πόλου, στην πραγματικότητα όλο αυτό το χρονικό διάστημα ζυμώθηκε αρκετά ώστε να εκφράζει έναν ενιαίο λόγο που πλέον τοποθετεί το μεταρρυθμιστικό αίτημα πολύ ευρύτερα και στη μετά το μνημόνιο εποχή. Την ίδια στιγμή, το συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ δεν έδωσε καθόλου ικανοποιητική, για τους κεντρώους, απάντηση. Ο αντιδεξιός λόγος του Αλέξη Τσίπρα, λοιπόν, σε συνδυασμό με τις θέσεις της δυνατής εντός του ΣΥΡΙΖΑ «Αριστερής Πλατφόρμας» του Παναγιώτη Λαφαζάνη, δεν βλέπω πώς μπορεί να γίνει ελκυστικός στο κεντρώο ακροατήριο στο οποίο στοχεύει.
Τα αποτελέσματα για την εκλογή των μελών της Κεντρικής Επιτροπής, λοιπόν, κάνουν τα πράγματα αρκετά περίπλοκα για τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ. Η μετά το συνέδριο ημέρα βρίσκει τον Αλέξη Τσίπρα να χρειάζεται κυρίως ένα πράγμα: χρόνο. Άραγε, ο χρόνος που χρειάζεται ο Αλέξης Τσίπρας για να ισορροπήσει μέσα στον ενιαίο αλλά ακόμα διακριτά ριζοσπαστικό ΣΥΡΙΖΑ να είναι αυτός που χρειάζονται οι δυνάμεις του κέντρου ώστε να καταφέρουν να δημιουργήσουν τον κεντρώο και με αξιώσεις εκλογικής επιτυχίας πόλο; Αυτό είναι κάτι που θα ξεκαθαριστεί, και μάλιστα σύντομα.
σχόλια