Στην Κρήτη την περίοδο της Ενετοκρατίας, οι χωρικοί μαζεύονται σε ένα ξωκλήσι για να ψάλουν το "Χριστός Ανέστη" και να γιορτάσουν το Πάσχα. Ο εορτασμός αυτός γίνεται η αφορμή να συνευρεθεί η επαναστατική ομάδα για να πάρει αποφάσεις για την απελευθέρωση του νησιού.
Η Αρετή (Κρητικοπούλα) αποφασίζει να μεταμφιεστεί σε πολεμιστή για να γίνει μέλος μιας επαναστατικής ομάδας και να συμβάλει μαζί με άλλους Κρητικούς στην απελευθέρωση του νησιού.
Τυχαία, μαζί με έναν άλλο πολεμιστή, τον Παύλο, σώζει τη ζωή της Κοντέσας (ανιψιά του Δούκα της Κρήτης) από ένα ατύχημα με άλογο.
Ως αντάλλαγμα η Κοντέσα, ερωτευμένη με τον Παύλο, προσκαλεί και τους δυο στο παλάτι.
Η Αρετή, ντυμένη άνδρας (Μανωλιός), γοητεύει όλο τον γυναικείο πληθυσμό του παλατιού, συμπεριλαμβανομένης και της ηλικιωμένης Δούκισσας, συζύγου του Δούκα.
Ο Δούκας πιάνει επ'αυτοφώρω τη γυναίκα του να ερωτοτροπεί με τον "Μανωλιό"...
...κατά τη διάρκεια όμως του καβγά που ακολουθεί η Αρετή αποκαλύπτει την πραγματική ταυτότητά της.
Ο Δούκας καταγοητευμένος από την ομορφιά της Αρετής, ερωτεύεται κεραυνοβόλα.
Εκείνη εκμεταλλεύεται τη γοητεία της και καταφέρνει να πείσει τον Δούκα να υπογράψει μια σειρά προνομίων για τους συμπατριώτες της.
Τελικά, μαζί με τα προνόμια υπέρ των Κρητικών που δίνει ο Δούκας, αναγγέλλονται και οι γάμοι της Αρετής με τον αγαπητικό της Μιχάλη και της Κοντέσας με τον Παύλο.
Η «Κρητικοπούλα» παρέμενε για πολλά χρόνια μια άγνωστη σχετικά όπερα. Γιατί πιστεύετε ότι συνέβη αυτό;
Δυστυχώς, οι περισσότερες ελληνικές όπερες παραμένουν άγνωστες. Υπάρχουν πάρα πολλές οι οποίες ση- μείωσαν εξαιρετική επιτυχία κατά το πρώτο ανέβασμά τους, με το πέρασμά όμως του χρόνου ξεχάστηκαν. Προφανώς, το ενδιαφέρον των παλαιότερων υπευθύνων για την ελληνική όπερα ήταν περιορισμένο και, φοβούμενοι να πάρουν το ρίσκο της αναβίωσης άγνωστων έργων, προτιμούσαν την επανάληψη (ιταλικών κυρίως) γνωστών επιτυχιών.
Είναι τώρα, κατά κάποιον τρόπο, πιο ώριμες οι συνθήκες για να βγει από την «αφάνεια»;
Η τεχνολογία βοηθά πολύ περισσότερο σήμερα στην αποκατάσταση των μουσικών κειμένων και κάνει την πρόσβαση σε αυτά πολύ ευκολότερη. Από κει και πέρα, χρειάζονται σχεδιασμός, τόλμη και στρατηγική ώστε να γνωρίσει και ν’ αγαπήσει το κοινό αυτό το τόσο σημαντικό κομμάτι του ελληνικού πολιτισμού. Η παρούσα διοίκηση της ΕΛΣ φαίνεται ότι έχει την τόλμη κι ελπίζω να συνεχίσει να επενδύει σε αυτό τον τομέα. Ξέρετε, υπάρχουν άλλες δυο κωμικές όπερες του Σ. Σαμάρα που έχουν να παρουσιαστούν από τις αρχές του περασμένου αιώνα, για να μην αναφερθούμε στα λυρικά έργα των Καρρέρ, Σακελλαρίδη, Μητρόπουλο, Λαυράγκα, Βάρβογλη, Πετρίδη, που βρίσκονται κρυμμένα σε διάφορα αρχεία.
Ποιες ήταν οι πιο σημαντικές παραστάσεις της «Κρητικοπούλας»; Έχετε μελετήσει κάποιες απ’ αυτές;
Η «Κρητικοπούλα» ανέβηκε για πρώτη φορά (1916) από τον θίασο οπερέτας της Κονταράτου-Ένκελ (η οποία υποδυόταν την Κρητικοπούλα). Μπήκε στο ρεπερτόριο του θιάσου και παρουσιαζόταν σποραδικά μέχρι και το 1929, όχι μόνο στην Αθήνα αλλά και σε άλλα μέρη της Ελλάδας. Έπειτα παρουσιάστηκε ελάχιστες φορές σε συναυλιακή μορφή μόνο η πρώτη πράξη (για τον εορτασμό εθνικών επετείων). Έχουμε, επομένως, ουσιαστικά μόνο μία σημαντική παράσταση, την πρώτη. Από τις κριτικές του Τύπου της εποχής μαθαίνουμε ότι η παράσταση σημείωσε τρομερή επιτυχία. Την παρακολούθησε τόσο ο βασιλιάς όσο και ο Βενιζέλος. Ο Σαμάρας, ο οποίος και διηύθυνε την πρώτη παράσταση, καταχειροκροτήθηκε. Θετικά σχόλια έλαβαν και οι τραγουδιστές και η σκηνογραφία του Π. Αραβαντινού, ενώ δεν έλειψαν κάποια καυστικά σχόλια για το ποιητικό κείμενο.
Είναι η ιστορία ενός έρωτα σε καιρό Ενετοκρατίας. Αν θεωρήσουμε ότι αυτό που βιώνουμε τώρα στην Ελλάδα είναι ενός είδους ομηρεία, μπορούμε να συναντήσουμε ομοιότητες και αναφορές της όπερας του Σαμάρα με το σήμερα;
Πραγματικά, οι Κρητικοί ασφυκτιούσαν από την καταπίεση των Ενετών, όπως και οι Έλληνες σήμερα από την πίεση της τρόικας. Ωστόσο, στην «Κρητικοπούλα» η λύση βρίσκεται διά της διπλωματικής οδού - η επανάσταση τελικά δεν πραγματοποιείται. Οι Κρητικοί εξακολουθούν να βρίσκονται υπό τον ενετικό ζυγό, αλλά με μεγαλύτερα προνόμια.
Πώς είδατε εσείς την «Κρητικοπούλα»; Ποια στοιχεία κρατήσατε, τι αφήσατε, τι υπογραμμίσατε, τι φωτίσατε περισσότερο;
Ως μουσικολόγος, ανέλαβα να συνδυάσω όλες τις υπάρχουσες πηγές, τα χειρόγραφα που ανέφερα παραπάνω, και να φτιάξω το μουσικό υλικό που θα χρησιμοποιηθεί κατά την παράσταση. Αυτή η εργασία περιλαμβάνει την αντιγραφή, τη σύγκριση και την επιμέλεια του μουσικού κειμένου, διόρθωση λαθών και συμπλήρωση τυχόν παραλείψεων του συνθέτη. Ήρθα, λοιπόν, πολύ κοντά με τη μουσική γλώσσα του Σαμάρα και γοητεύτηκα απ’ την ανεξάντλητη μελωδική ροή, τον τρόπο που χειρίζεται την ανθρώπινη φωνή και τα όργανα της ορχήστρας. Μέσα από μια μικρή σχετικά ορχήστρα καταφέρνει να δημιουργήσει ένα πολύ πλούσιο και λαμπερό ηχόχρωμα, ενώ ο τραγουδιστός λόγος βρίσκεται πάντοτε στο προσκήνιο, χωρίς να καλύπτεται απ’ την ορχηστρική συνοδεία.
σχόλια