How can you just leave me standing?
Alone in a world so cold
(World so cold)
Maybe I'm just too demanding
Maybe I'm just like my father too bold
Maybe you're just like my mother
She's never satisfied
(She's never satisfied)
Why do we scream at each other?
This is
what it sounds like
When doves cry
Πιστεύετε
ότι θα
ξανασυναντηθούμε;
Αν ήμουνα βέβαιος
εγώ
ότι θα ξανασυναντούσα
τη Μαμά,
θα πέθαινα αμέσως!
Marcel Proust
φωτο Πάνος Μιχαήλ
Άκου, εγώ έτσι τα θυμάμαι:
εσύ μου έμαθες πως πρέπει
να λερώνομαι όταν παίζω
Εσύ πώς ν' ανεβαίνω
την τσουλήθρα ανάποδα·
«κόντρα στην κωλοβαρύτητα»
Εσύ πώς
να κάνω κούνια,
πώς να φωνάζω με κλειστά μάτια για να ξεγελάω το φόβο μου καθώς επιταχύνει το γύρω-γύρω όλοι, να σπρώχνω με δύναμη τη γη όταν κάνουμε τραμπάλα,
να γελάω ασταμάτητα
όταν πέφτω και σκίζω τα γόνατά μου.
Και τώρα μου λες «θα 'ρχόταν, μάτια μου, η στιγμή που θα 'πρεπε να κάνουμε ησυχία».
Λες, έτσι το θυμάμαι εγώ, ότι θα είναι σαν να ισορροπεί η τραμπάλα μας στον αέρα. Σαν να μην έχει βάρος κανείς από τους δυο μας.
Σαν,
σαν,
σαν,
σαν
Εμένα όμως μου άρεσε αυτός ο σαματάς.
Αυτό το βίαιο πάνω-κάτω.
Δε θέλω καμιά σιωπή.
Αν η τραμπάλα ισορροπήσει,
απαλλαγμένη από το βάρος μας,
εσύ δεν θα 'σαι πια εσύ
κι εγώ δεν θα 'μαι πια εγώ.
Κι όλο αυτό δεν θα μπορώ
να το θυμάμαι σαν παιχνίδι
(Θέλω να μου πεις πως τα θυμάμαι λαθος. Κόψε αυτό το αστείο με τη σιωπή. Δες τις πληγές στα γόνατά μου: έκλεισαν. Δε με φοβίζει η βαρύτητα που τραβάει τα κορμιά μας σου λέω.)
(apapant)
Μemento illam vixisse
(Θυμήσου ότι εκείνη έζησε)
Πένθος:
έμαθα ότι είναι αναλλοίωτο και σποραδικό: δεν φθείρεται, επειδή δεν είναι συνεχές
Μερικές φορές, πώς να κατονομάσεις αυτήν τη φευγαλέα, σαν αστραπή σκέψη ότι η μαμά δεν είναι πια εδώ, για πάντα•
κάτι σαν μαύρη φτερούγα (του ανέκκλητου) περνάει από πάνω μου και μου κόβει την ανάσα.
Αναλογίζομαι –σκεπτόμενος με σπαραγμό τη μαμά- τι βαρβαρότητα να μην πιστεύεις στις ψυχές – στην αθανασία των ψυχών!
Πόσο ηλίθια
η αλήθεια του υλισμού!
Ξανάρχεται ασταμάτητα, σταθερό, το πυρακτωμένο σημείο: οι λέξεις που μου απηύθυνε ενώ ξεψυχούσε•
αφηρημένη,
κολασμένη εστία
της οδύνης που με κατακλύζει
(«Ρολάν μου, Ρολάν μου» – «Είμαι εδώ» – «Δεν κάθεσαι καλά»)
Λέγεται: ο Χρόνος απαλύνει το Πένθος
–Όχι ο Χρόνος δεν θεραπεύει τίποτα• θεραπεύει μονάχα την ευσυγκινησία του πένθους
Κατοικώ τη θλίψη μου κι αυτό με καθιστά ευτυχή. Ό,τι με εμποδίζει να κατοικήσω τη θλίψη μου, μου είναι αφόρητο.
Και σκέφτομαι: Η Μαμά με έμαθε ότι μπορείς να μην κάνεις να υποφέρει αυτός που αγαπάς.
Ποτέ δεν έκανε αυτούς που αγαπούσε να υποφέρουν. Εκεί βρίσκεται ο ορισμός της,
η «αθωότητά» της.
Ταλαιπωρίες μιας γέννησης.
Οδυνηρό.
Σκέφτομαι:
η μαμά δεν είναι πια εδώ
και η ανόητη ζωή συνεχίζεται.
Δεν ξεχνάμε, όμως ένα είδος ατονίας εγκαθίσταται μέσα μας
Ρολάν Μπαρτ -Ημερολόγια Πένθους
μετάφραση Κατερίνας Σχινά
- Ας ξεφοβηθούμε κάποτε επιτέλους. Ε;
-Μαζί πιο εύκολο.
-Ναι;
- Όλα όσα είπαμε απόψε
δεν είναι τίποτα.
- Όχι. Μόνο λέξεις.
- Αέρας;
-Αέρας
Βαγγέλης Χατζηγιαννίδης
Αέρας
σχόλια