Οι 10 αγαπημένες ταινίες του Δημήτρη Αθηνάκη*

Facebook Twitter
0

 

illustration by stupidgreg


Κατεβάζει το παράθυρο του αυτοκινήτου· στιγματισμένο· φυσικά και βρέχει. Βάζει το δάχτυλό της πάνω στις παρτιτούρες. Κοιμάται, ξυπνάει, μιλά, περπατά, δίνεται και γίνεται ένα σώμα με τον κόσμο. Η Ζιλιέτ Μπινός, σκέφτομαι, αν δεν ήταν ηθοποιός, θα ήθελα να δουλεύει στα εισιτήρια κάποιου σινεμά και, απλώς, να μου κλείνει το μάτι, καθώς εγώ θα μπαίνω στην αίθουσα. Βλακείες. Αν δεν ήταν ηθοποιός, θα ήμουν κάποιος άλλος. Υπερβολές. Δεν με νοιάζει. Εσύ πρέπει να ήσουν μικρός όταν την πρωτοείδα στην «Μπλε», ήθελα από κάπου να πιαστώ και πιάστηκα. Εσένα τι σε νοιάζει; Άσε με να βλέπω την ελευθερία με τα δικά μου μάτια. Εσύ, αν θες, κοίτα με πού και πού.



[Ο Κισλόφκσι έχει μετατρέψει τα κλισέ σε αγαπημένες ταινίες· δεν θα του συγχωρήσω ποτέ.]
 
 


Δεν θέλω να συνειδητοποιήσω ποιο σώμα ανήκει σε ποιον· ποιο σώμα έχει ποιες ανάγκες και πώς στον διάολο μπορεί να τις κατευνάσει· όχι να τις καλύψει· οι ανάγκες δεν καλύπτονται εύκολα. Κρυφοκοιτάζω απ’ τις ρωγμές στους τοίχους της φυλακής· τα κάγκελα θέλω να τα μασήσω και να τρυπώσω σε κάθε κελί. Δεν μπορώ. Εσύ εξακολουθείς να γελάς με την προσπάθειά μου. Βλέπω το «Ένα ερωτικό τραγούδι». Μεγαλώνω σιγά σιγά και μου λένε ότι οι ανάγκες δεν χρειάζεται να συμβαδίζουν με το σώμα σου· πρέπει να συμβαδίζουν με την ηλικία σου. Αμ δε! Οι ανάγκες, μαζί με το σώμα, ανήκουν σ’ όποιον αντέχει να τις κάνει δικές του· και να τις πετάξει απ’ το παράθυρο, κρατώντας μόνο τη σάρκα. Κατάσαρκα.



[Ο Ζενέ πέθανε μέσα μου όταν με οδήγησε στην απελευθέρωση του σώματος·τον ξαναανέστησα όταν χρειάστηκε να επανεπινοήσω τις ανάγκες μου. Ο Κοκτώ συμφώνησε χαμογελώντας.]
 
 


Επιστρέφω στα πολύ νιάτα μου· ονειρεύομαι χωρίς να το ξέρω· μα πού πήγε η πραγματικότητα; Η πραγματικότητα δεν υπάρχει· υπάρχουν μόνο οι φίλοι. Όσο υπάρχουν οι φίλοι, ζούμε ό,τι πρέπει να ζήσουμε· αν χαθούν οι φίλοι, επιστρέφουμε στην πραγματικότητα. «Δεν θέλω, ρε φίλε, να υπάρχω για να ονειρεύομαι· θέλω να υπάρχω για να σε βλέπω να ρουφάς τον καφέ σου το πρωί», μου ’χες πει. Έκτοτε, οι «Απόντες» δεν θα βγουν ποτέ απ’ το μυαλό μου. Αυτή η ταινία πάει κι έρχεται μες στο κεφάλι μου, θαρρείς και θέλει να μου απαγορεύσει να ονειρεύομαι· θέλει να μου αποδείξει ότι ζω με τον τρόπο που μπορώ.


[Ο Γραμματικός κατέστρεψε την εφηβεία μου και την ξανάχτισε· ουρλιάζοντας. Τον ευγνωμονώ.]
 
 
 

«Amores Perros». Από πού ν’ αρχίσω να διαλύω τους τοίχους γύρω μου; Να πιάσω το σφυρί ή να χρησιμοποιήσω τα δάχτυλά μου; «Εσύ τι θα έκανες στη θέση μου;» σε είχα ρωτήσει. «Στη θέση σου, δεν θα έβαζα υπότιτλους». Είχες δίκιο· χρειάζεται να δεις αυτή την ταινία δύο φορές, μία με υπότιτλους και μία χωρίς, στο mute, για να μπορέσεις να καταλάβεις ότι, αν θες να βγαίνεις απ’ το σπίτι με αυτοπεποίθηση, πρέπει να τα ’χεις βρει με τους φόβους σου. Ή, απλώς, να ’χεις στείλει στον διάολο, διά παντός, τον Φρόιντ. Τραγωδία.



[Ο Ιναρίτου έχεις τις ιδιότητες του θεού· παίζει τάβλι με ζάρια που φέρνουν μόνον άσο.]
 
 


Radiohead. Οι αγαπημένοι μου. Ξαφνικά, ένα βράδυ ―Νοέμβρης πρέπει να ’ταν, του 2003, μπορεί και όχι―, ανακάλυψα την Αμερική· για την ακρίβεια, την Οξφόρδη· για την ακρίβεια, τον βρόμικο ήχο του μάταιου τούτου κόσμου. Τους ήξερα, χρόνια πριν, μ’ εντυπωσίαζαν, αλλά όχι κι έτσι. Στο «28 μέρες μετά», δεν έβγαλα άχνα σε κανένα σημείο· μόνο προσπαθούσα να παραμείνω σ’ εκείνες τις στιγμές, ενώ, στην πραγματικότητα, ήθελα να μπουκάρω στην οθόνη· και να ζήσω εκεί μέσα· στο έρημο Λονδίνο· και να παίζει μουσική ο Thom Yorke για μένα μόνο· και να βλέπω την ταινία συνέχεια. «Δεν θέλω να συνέλθω, ρε παιδί μου, πώς το λένε», σου ’χα πει. Με πίστεψες.



[Ο Μπόιλ μπορεί να με στείλει στον τάφο και να συνεχίσω να γελάω, έστω παρανοϊκά· οι Radiohead μπορούν, απλώς, να με φέρουν πίσω. Έλα, μη ζηλεύεις.]

 
 
 


Είμαι στη Θεσσαλονίκη· είμαστε στις αρχές του 2005. Έχει πολύ κρύο και ψάχνω, εδώ και δύο χρόνια, μία ταινία που μου ’χες προτείνει ― θυμάσαι; Τη βρίσκω στη γαλλική amazon. Πανάκριβη, τότε, για μένα. Τρέχω αποδώ κι αποκεί· τη βρίσκω στο πιο ενημερωμένο βίντεο-κλαμπ (έτσι το έλεγαν τότε ακόμα αυτό) της Θεσσαλονίκης. Μένω άφωνος· ωστόσο, λιγότερο απ’ τον Μισέλ Πικολί και, σίγουρα, περισσότερο από σένα που ήσουν συνηθισμένος. «Themroc». Δεν σημαίνει τίποτα· δεν έπρεπε να σημαίνει τίποτα· έπρεπε μόνο ν’ αφεθείς στον τρόπο με τον οποίο μία ταινία με κραυγές, μία ταινία που αρχίζει μ’ ένα σφυράκι και τελειώνει με μιαν επιδημία καταστροφής των κλισέ και των κατεστημένων της εποχής (1973, μην ξεχνιόμαστε), μπορεί ―θέλοντας και μη― να σε κάνει να ξεχάσεις πώς μπορείς να υπάρχεις ως συνάνθρωπος σ’ έναν κόσμο που σ’ έχει ξεχάσει· έστω και για μιάμιση ώρα.



[Ο Φαραλντό έπαιξε με τις πιθανότητες· εκείνες απλώς έπαιξαν τον ρόλο τους. Κέρδισα εγώ· εσύ είχες χαθεί ψάχνοντας υπότιτλους σε λάθος ταινία.]
 
 
 



Η Μπιορκ, λέει ο ποιητής Γιάννης Αντιόχου, έχει τη φωνή της φάλαινας. Κι εσύ την ακολουθείς. Σου ’χα πει, το θυμάμαι, πως θα φοβηθείς για λίγο, αλλά θα δεις μπροστά σου μιαν ακόμη απόδειξη πως η πραγματικότητα δεν υπάρχει. Μου ’χες πει πως μπορεί η πραγματικότητα να υπάρχει τόσο πολύ κι εγώ να ’μαι τόσο αδύναμος, ώστε να μην μπορώ να την αντέξω· και την αφορίζω. Το «Χορεύοντας στο σκοτάδι» μού απέδειξε, μέσα σ’ ελάχιστο χρόνο, πως μπορώ ν’ αντέξω δύο σώματα, το ένα πάνω στ’ άλλο, και το ένα να ’μαι εγώ. Πριν απ’ αυτή την ταινία, δεν είχα ακούσει τα ουρλιαχτά του κάτω κόσμου· ύστερα απ’ αυτήν, κατάφερα να μην μπορώ να ξεχωρίσω τον πάνω απ’ τον κάτω.



[Ο Τρίερ, νά, πώς να σ’ το πω, κάποια βράδια έρχεται έξω απ’ την πόρτα μου και με διατάζει να τον ακολουθήσω. Αν κάποιο πρωί δεν με δεις δίπλα σου, να ξέρεις πως μαθαίνω καινούργιες λέξεις, για έναν καινούργιο κόσμο. Θα γυρίσω κάποτε· μην ανησυχείς.]
 
 
 


Το αίμα, όταν είναι ζεστό, κυλά πιο εύκολα. Όταν παγώνει, γίνεται ταινία. «Oldboy» σημαίνει να χάνεσαι στον μύθο. «Oldboy» σημαίνει να χάνεσαι μες στις φλέβες του άλλου· και να μη θες να βγεις. Δεν έχει, νομίζω, σημασία η ώρα κι η στιγμή που θα δεις αυτή την ταινία· σημασία έχει, νομίζω πάλι, να μην κοιτάξεις πίσω σου· μπορεί να παραμονεύει η αλήθεια και η ελευθερία, που, έτσι κι αλλιώς, δεν είναι απαραίτητο να έχουν θετικό πρόσημο. Εσύ δεν μου ’λεγες να μη θεωρώ τίποτα δεδομένο; Ε, ορίστε τώρα, τι κατάλαβες;



[Ο Παρκ δεν είναι στα καλά του, πιστεύω· ποιος σου ’πε, κύριος, ότι αντέχουμε να βλέπουμε τέτοιες ταινίες και να μην καπνίζουμε ούτε μισό τσιγάρο;]
 
 


Σε θυμάμαι να μιλάς για εμμονές. Ναι, εντάξει, πάλι είχες δίκιο. Ο ίδιος σκηνοθέτης μπορεί να διαφωνεί με τον εαυτό του και να συμφωνεί με όλους τους άλλους. Υπάρχει η πιθανότητα, πιστεύω, να βρίσκεις τον κόσμο στα μέτρα σου, αλλά να μη σ’ αρέσει· άλλωστε, ποιος μας λέει ότι το μαύρο, το άσπρο και οι καπνοί αποτελούν το άλλοθι της ομορφιάς, σ’ έναν υπό κατάρρευση κόσμο; «Dead Man» και «Down By Law»· ταινίες που τις βλέπω μπροστά μου συχνά ― δεν τις ακούω καθόλου, μόνο τις βλέπω. Καμιά φορά, σε σκέφτομαι να μου τις αφηγείσαι, ενώ μου μιλάς για πράγματα που καμιά σχέση μ’ αυτές δεν έχουν. Όχι, δεν είναι ταινίες-πασπαρτού, δεν λέω αυτό, μη θυμώνεις. Θέλω, απλώς, να πω ότι ο κόσμος, είτε σ’ αρέσει είτε όχι, γυρίζει και χωρίς εμάς. Οι ταινίες αυτές αυτό (μου) λένε: ότι, εκεί έξω, υπάρχει ένας κόσμος που θα συνεχίσει να υπάρχει και χωρίς εμάς, θα συνεχίσει να γελάει μπρος στη μούρη μας μ’ εμάς, αλλά, ρε συ, τράβα λίγο πιο ’κεί, γιατί μου κρύβεις τη θέα.



[Ο Τζάρμους είναι ένας κόπανος· δεν ήθελα να μου πετάνε στη μούρη την τραγωδία που ’χω στο κεφάλι μου· ήθελα να την ανακαλύπτω μόνος μου. Ο Τζάρμους, η μεγάλη μου αδυναμία, φοριέται και τις Κυριακές· αρκεί να μην πιστεύεις στον θεό και στο ζεστό ψωμί.]





Σ’ αφήνω τώρα. Να θυμάσαι μόνο ότι δεν είναι (μόνο) οι αγαπημένες μου ταινίες· είναι οι ταινίες που θα ’θελα να βλέπαμε μαζί.
[Φυσικά και μ’ αρέσουν τα μελοδραματικά κλισέ, τι νόμισες;] 




 
Το βιβλίο του Δημήτρη Αθηνάκη "χωρίσεμεις" κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κοινωνία των (δε)κάτων. Αυτό το καιρό ετοιμάζει τη δεύτερη ποιητική συλλογή του με προσωρινό τίτλο "Ερημώνει ― Ένα ποίημα μικρού μήκους και άλλα πλάνα".


Διάφορα
0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Όχι άλλο κάρβουνο: Αφήστε το αναρχικό άστρο να λάμπει στην πλατεία Εξαρχείων και καλές γιορτές

Δ. Πολιτάκης / Όχι άλλο κάρβουνο: Αφήστε το αναρχικό άστρο να λάμπει στην πλατεία Εξαρχείων και καλές γιορτές

Μπορεί να έχει άμεση ανάγκη κάποιου είδους ανάπλασης η Πλατεία Εξαρχείων, το τελευταίο που χρειάζεται όμως είναι ένα μίζερο χριστουγεννιάτικο δέντρο με το ζόρι.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
Δεκαετία του 2010: Δέκα χρόνια που στην Ελλάδα ισοδυναμούν με αιώνες

Β. Βαμβακάς / Δεκαετία του 2010: Δέκα χρόνια που στην Ελλάδα ισοδυναμούν με αιώνες

Οποιοσδήποτε απολογισμός της είναι καταδικασμένος στη μερικότητα, αφού έχουν συμβεί άπειρα γεγονότα που στιγμάτισαν τις ζωές όλων μας ‒ δύσκολο να μπουν σε μια αντικειμενική σειρά.
ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΗ ΒΑΜΒΑΚΑ
Τα χρόνια των μετακινήσεων και η κουβέντα για το brain drain που δεν μου αρέσει καθόλου

Β. Στεργίου / Τα χρόνια των μετακινήσεων και η κουβέντα για το brain drain που δεν μου αρέσει καθόλου

Αντί να βλέπουμε τη χώρα σαν άδεια πισίνα όπου πρέπει να γυρίσουν τα ξενιτεμένα της μυαλά για να γεμίσει, ας αλλάξουμε τα κολλημένα μυαλά σ' αυτόν εδώ και σε άλλους τόπους.
ΤΗΣ ΒΙΒΙΑΝ ΣΤΕΡΓΙΟΥ