Δεν ξέρω που εξυπηρετούσαν οι γούνες, οι πολύχρωμες κουβέρτες, τα χαρτόκουτα, τα κοντά βρακάκια, ίσως όμως μέσα από αυτόν τον σκηνοθετικό αχταρμά, το πηγαινέλα μεταξύ του «τώρα βλέπω μια παράσταση» και του «δεν μπορεί, αυτή πρέπει να είναι η ζωή του» αναδύθηκε ο ισχυρότατος πρωταγωνιστικός χαρακτήρας του Σιρανό Ντε Μπερζεράκ που καλύτερο δεν έχω ξανασυναντήσει. Ακροβατούσε ανάμεσα στο γελοίο και στο τραγικό (μάλλον άστοχα χαρακτηρίστηκε κωμωδία), στο πρόστυχο και στο λυρικό, στο κιτς και στο καλαίσθητο· κρατιόταν ωστόσο συνεχώς στο όριο· λίγο από δω ή λίγο από κει και θα κατέρρεε η παράσταση, θα ακυρωνόταν ο χαρακτήρας, η θεατρική σύμβαση που λέει ότι βρίσκομαι εδώ και παρακολουθώ μια μίμηση, αλλά από την άλλη όταν σβήνουν τα φώτα αυτή η μίμηση είναι η πραγματικότητα, και η αλήθεια είναι ότι πολλές φορές άναβαν τα φώτα, σε επανέφερε και στη συνέχεια σε ξανατραβούσε ακόμα πιο βαθιά. Η παράσταση κορυφώνεται στη μέση της με απίστευτο λυρισμό και τραγικότητα όταν το ευφυέστατο εύρημα του Εντμόν Ροστάν εφαρμόζεται στην πράξη και τα ποιητικά λόγια του Σιρανό κερδίζουν ένα φιλί για τον όμορφο –αν και χαζό– αντίζηλό του. Εξίσου ισχυρό και το τέλος όπου και πάλι το αστείο και το λυρικό μπλέκονται με το μεταφυσικό και τον θάνατο. Εξαιρετική παράσταση, αναμφίβολα με πολλά ψεγάδια, που την κάνουν ακόμα πιο ανθρώπινη και πειστική.
σχόλια