Ξεφυλλίζω το τεύχος του περιοδικού «Saveur», που φιλοξενεί το ετήσιο (και πολύ επιτυχημένο) αφιέρωμα του στα 100 καλύτερα στον χώρο της γαστρονομίας, τα οποία επιλέγει κυρίως η συντακτική ομάδα του περιοδικού αλλά και κάποιοι guest editors. Πρόκειται για ένα από τα καλύτερα και πιο αναμενόμενα τεύχη της χρονιάς. Για μένα, ο βασικός λόγος είναι η απολύτως ακομπλεξάριστη στάση αυτής της συντακτικής ομάδας απέναντι όχι μόνο στο φαγητό αλλά και στο τι θα μπορούσε να θεωρηθεί «best» σε ένα γαστρονομικό περιοδικό. Η άποψή τους είναι πως τα πάντα χωράνε, πως ο ενθουσιασμός για το φαγητό και τη γεύση δεν είναι κάτι που σταματά στα ωραία και σημαντικά εστιατόρια αλλά συνεχίζει στον δρόμο, στα ντέλι, τα μπακάλικα, τα ζαχαροπλαστεία. Είναι ένα καλειδοσκόπιο απόψεων, εικόνων και πληροφοριών που όταν το κοιτάς, παίρνεις μια πολύ καλά εμπεριστατωμένη άποψη για το ποιες είναι οι τάσεις αυτή την εποχή. Είναι εντυπωσιακό πως η μανία με το street food αλλάζει με αυτήν για τα ωραία ψωμιά (ή και συνυπάρχει), τα παράξενα γλυκά, τα χειροποίητα αναψυκτικά που κυκλοφορούν σε μετρημένα μπουκάλια από εγχώριους παρακωγούς κ.ο.κ. Το φετινό αφιέρωμα έχει και ένα έξτρα στοιχείο: είναι travel edition. Άρα, οι πληροφορίες που δίνει το αφιέρωμα αφορούν ελάχιστα την Αμερική και περισσότερο «bests» που ανακάλυψαν οι συντάκτες του «Saveur» ανά τον κόσμο: ένα σπάνιο τυρί μπρι που θα το βρεις σε μια φάρμα κοντά στις Βερσαλλίες, τα πιάτα σαν ζωγραφικοί πίνακες μιας σεφ στο Μεξικό, το εξαιρετικό φαγητό του Βιετνάμ, dim sum στον Καναδά, Ράμεν στο Τόκυο, το φαγητό της Νορβηγίας, η αγορά Λεβίνσκυ στο Τελ Αβίβ. Συνηδειτοποιώ πως δεν υπάρχει ούτε μια λέξη γραμμένη για την Ελλάδα. Τίποτα. Ό,τι τρώμε εδώ δεν συγκίνησε τους συντάκτες του αγαπημένου μου περιοδικού.
Την ίδια στιγμή σκέφτηκα όχι μόνο ολόκληρο το αφιερωματικό τεύχος στην ελληνική κουζίνα που φιλοξένησε το εν λόγω περιοδικό πριν από δύο χρόνια, αν δεν κάνω λάθος, αλλά και όλον αυτό τον καταιγισμό από δημοσιεύματα, αφιερώματα, ειδικά τεύχη για την Ελλάδα που είχαν κατακλύσει τον παγκόσμιο Τύπο εκείνη την εποχή. Επειδή είμαι μανιακός αναγνώστης αυτού του niche περιοδικών, σας λέω πως μάλλον εκείνη η «τρομερή αγάπη» για την Ελλαδίτσα μας δεν ήταν τυχαία.
Από το πιο απλό και αθώο, που όταν μια χώρα «πουλάει» για κάποιους άλλους λόγους, η μυθολογία, τα ήθη, τα έθιμα και η κοινωνία της γίνονται θέματα σε περιοδικά για να ικανοποιήσουν έτσι τα μίντια τη δίψα του αναγνώστη για το συγκεκριμένο θέμα, μέχρι το απολύτως λογικό, που μια χώρα που ειδικεύεται στον τουρισμό θέλει να προωθήσει το «προϊόν» της με κάθε μέσο. Κι έτσι επιδίδεται σε ένα πολύ παραγωγικό και αποδοτικό, κατά την άποψή μου, επικοινωνιακό ταξίδι για να προωθήσει αυτό το προϊόν. Πώς γίνεται αυτό; Δεν ξέρω ακριβώς. Ραντεβού, επαφές με τις διευθύνσεις αυτών των εντύπων; Ένα σετ πληρωμένων καταχωρίσεων και δημοσιογραφικών δημοσιευμάτων με σκοπό να βάλουν τη χώρα στον τουριστικό χάρτη; Να περάσει στη συνείδηση του αναγνώστη πως αφού το λέει το Condé Nast Traveler, τότε, ναι, πρέπει να πάμε στην Ιθάκη, γιατί είναι ο τελευταίος ψαγμένος παράδεισος της Μεσογείου; Κάτι μου λέει πως την προηγούμενη τριετία κάποιος είχε δουλέψει καλά για να γίνει αυτό και απέδωσε, αν κοιτάξουμε τα ανεβασμένα νούμερα στον τουρισμό, παρά τις άπειρες δυσκολίες της τελευταίας χρονιάς. Προς Θεού, δεν εξυπονοώ πως το να καταφέρεις μερικά δημοσιεύματα αρκεί για να αλλάξεις τους αριθμούς των τουριστικών αφίξεων! Σίγουρα, όμως, είναι ένα καλό όπλο. Ούτε αν γεμίσεις τα περιοδικά με ελληνικές συνταγές και εστιατόρια θα αγαπήσει ο κόσμος ξαφνικά το ελληνικό ελαιόλαδο και τα ελληνικά κρασιά. Σίγουρα, όμως, είναι ένα θετικό βήμα προς αυτή την κατεύθυνση. Ελπίζω να βλέπουμε όλοι την απίστευτα καλή, όμορφη και αποδοτική καμπάνια της Τουρκίας, που όχι μόνο φαίνεται να αποδίδει αλλά απέναντι στη δική μας σπασμωδική, διακεκομμένη, εντελώς αδύναμη τουριστική επικοινωνιακή πολιτική μοιάζει να πηγαίνει ολοταχώς να μας σβήσει από το χάρτη.
Και είναι κάτι τέτοιες στιγμές που εύχομαι η κ. Κεφαλογιάννη και το επιτελείο της να μην έχουν ξεχάσει τη σημασία τού να δίνεις το παρών στα παγκόσμια μίντια αλλά και να στενοχωριέται, όπως στενοχωριέμαι εγώ, όταν η εξαιρετική, σπάνια, πολύτιμη, πρωτότυπη και πεντανόστιμη ελληνική κουζίνα μοιάζει να έχει κρυφτεί και πάλι. Όχι άλλα χορευτικά βίντεο δίπλα σε αγγλικά ποτάμια. Κάντε σπουδαίες καμπάνιες να μπούμε για πάντα στη συνείδηση του κόσμου ως η ωραιότερη και πιο νόστιμη χώρα στον πλανήτη.
σχόλια