Όταν η Victoria Mapplebeck βρήκε ένα παλιό Nokia που είχε εδώ και δεκαετίες καταχωνιασμένο στο πίσω μέρος ενός συρταριού της κουζίνας, αναγκάστηκε να ξαναζήσει μια ιστορία που είχε προσπαθήσει πολύ σκληρά για να ξεχάσει.
«Συνειδητοποίησα ότι είχα, χωρίς να το θέλω, αρχειοθετήσει το νήμα της ιστορίας μεταξύ εμού και του πατέρα του γιου μου, μια ιστορία που κράτησε τρία ολόκληρα χρόνια», δήλωσε η Mapplebeck στο Αμερικάνικο περιοδικό The Atlantic που επιμελείται μια σειρά ανεξάρτητων ντοκιμαντέρ στο οποίο κατατάσσεται και το ντοκιμαντέρ της με τίτλο 160 Characters.
«Η ιστορία της σχέσης μας ξεδιπλώνεται μέσα σε 100 μηνύματα στο κινητό: πώς συναντηθήκαμε, πώς ξεκινήσαμε να βγαίνουμε για μερικούς μήνες, πώς χωρίσαμε και στη συνέχεια πώς έπρεπε να αντιμετωπίσουμε μια απρογραμμάτιστη εγκυμοσύνη».
Το σύντομο ντοκιμαντέρ της Mapplebeck είναι μια οδυνηρή ανασκαφή στη μνήμη μέσω της τεχνολογίας. Κατά τη διάρκεια των τριών ετών που η Mapplebeck και ο απόντας πατέρας του γιου της επικοινωνούσαν η συζήτηση όλο και περισσότερο αντικαταστάθηκε από μηνύματα κειμένου στα κινητά τηλέφωνα.
Όπως ένας αρχαιολόγος του συναισθήματος, η Mapplebeck παρουσιάζει την απουσία του πρώην εραστή της και κάνει την παρουσία του αισθητή χρησιμοποιώντας μόνο τα ψηφιακά του απομεινάρια.
«Ξεκίνησα αυτό το πρότζεκτ με μια προσωπική μου ιστορία, αλλά ίσως και να διερευνά μια παγκόσμια ιστορία - περιμένουμε πλέον περισσότερα από την τεχνολογία και λιγότερο από τον άλλον».
Για την Mapplebeck, η διαδικασία τού να δημιουργήσει μια τόσο προσωπική ταινία ήταν μια άσκηση ευαλωτότητας αλλά και μια κάθαρση. «Δεν ήθελα να εμφανιστώ ως θύμα, ούτε να ρίξω ευθύνες στον πατέρα του γιου μου», λέει η ίδια. «Η κατάσταση στην οποία βρεθήκαμε ήταν πολύπλοκη. Είμαι λυπημένη γι' αυτό και μερικές φορές είμαι θυμωμένη».
Με το πέρασμα των χρόνων η Mapplebeck έχει παρατηρήσει τις ψυχολογικές συνέπειες για τον γιο της που πηγάζουν από την απόφαση του πατέρα του να μην είναι μέρος της ζωής του. «Είναι δύσκολο, όμως δεν ήθελα με κανένα τρόπο η ταινία μου να εκβιάζει τα συναισθήματα. Νομίζω είναι σημαντικό για τους θεατές να φτάσουν στα δικά τους συμπεράσματα».