TO BLOG ΤΟΥ ΙΩΝΑ ΚΑΛΛΙΜΑΝΗ
Facebook Twitter

Μισούμε τις εφαρμογές γνωριμιών. Γιατί όμως επιλέγουμε να βόσκουμε ακόμη εκεί;

Μισούμε τις εφαρμογές γνωριμιών. Γιατί όμως επιλέγουμε να βόσκουμε ακόμη εκεί; 

Οι εφαρμογές γνωριμιών είναι ηλίθιες. Τι κάνουμε ακόμη εκεί; Facebook Twitter
Φωτ.: Rob Hogenbirk

Είμαστε στο μέλλον σου: τα νεύρα του χεριού σου έχουν από καιρό τώρα αντικατασταθεί από μεταλλικά πιστόνια. Οι εφαρμογές του κινητού έχουν σταματήσει να υπακούουν στη σκέψη σου, αν ποτέ το έκαναν. Αντιθέτως, την προλαβαίνουν, την προβλέπουν, την παρακάμπτουν. Είναι οι σωτήρες μας. Σωτήριο Hinge. Σωτήριο Tinder

Στον προαστιακό ένα παιδί δίπλα μου κάθεται στο κινητό του, το χέρι του επιδίδεται σε μια χορογραφία συρσιμάτων που αμφιβάλλω αν ελέγχει: Tinder, Hinge, Bumble, Grindr, Romeo. Δεκάδες εκατοντάδες προφίλ ανθρώπων περνάνε μπροστά από τα μάτια του, ζυγίζει τις φωτογραφίες τους και κρίνει τα πάντα· από τις ντουλάπες που φαίνονται στο βάθος μέχρι το χρώμα των καθισμάτων του αυτοκινήτου τους ή τη γυαλάδα του κολιέ που φαίνεται αμυδρά μέσα από το πουκάμισό τους. Και το ίδιο κάνουν όλα τα παιδιά σε εκείνο το τρένο, όλα τα χέρια, όλα τα σκυμμένα κεφάλια. Και μαζί τους κι εγώ, μια θέση πιο πέρα.

Είμαστε όλοι εκεί.

Κι όσο περισσότερο μιλάμε μεταξύ μας για τις εφαρμογές αυτές, τόσο πιο ξεκάθαρο γίνεται πως τα παιδιά της γενιάς μου, και ίσως και χρήστες κάθε ηλικίας, ασχέτως φύλου ή σεξουαλικότητας, μοιραζόμαστε ένα συλλογικό αίσθημα κούρασης ή και εξόντωσης από τη χρήση τους. Μια δυσφορία την οποία δεν μπορούμε καν να εξηγήσουμε, η οποία όμως δεν καταφέρνει να μας αποτρέψει από το να επιστρέφουμε σε αυτές ξανά και ξανά. Κανείς δεν ξέρει ακριβώς τι κάνει εκεί, παρά μόνο ότι βρίσκει τον εαυτό του μέσα τους πολύ συχνά, ανησυχητικά συχνότερα από όσο θα ήθελε.

Τι μας κάνει λοιπόν να επιστρέφουμε στο ένα ή το άλλο dating app συνεχώς; Μα η ελπίδα. Η υπόσχεση πως μέσα στην αφθονία προφίλ τα οποία περνάνε σε κλάσματα δευτερολέπτου μπροστά απ' τα μάτια μας, ίσως κάτι να προκύψει. Σαν εθισμένοι παίκτες σε κάποιο καζίνο, αρνούμαστε να σηκωθούμε από το τραπέζι γιατί νιώθουμε συνεχώς πως ίσως τώρα γυρίσει η τύχη μας. Βρισκόμαστε σε μια κατάσταση διαρκούς προσμονής για κάτι που μας υπόσχονται πως είναι μόλις ένα swipe μακριά. Και κινούμαστε με την ψευδαίσθηση πως είμαστε εξυπνότεροι από αυτές, πως εμείς ελέγχουμε τη χρήση τους, πως ξέρουμε πώς να ακροβατούμε πετυχημένα γύρω από τις παγίδες της μιας ή της άλλης πλατφόρμας. Γιατί εμείς, άλλωστε, έχουμε να χάσουμε μονάχα τον χρόνο μας. 

Μισούμε τις εφαρμογές γνωριμιών. Κι όμως γιατί επιλέγουμε να βόσκουμε ακόμη εκεί; Facebook Twitter
Φωτ.: Rob Hogenbirk

Σημειώσεις από μια σύντομη αποχή:

Με πιάνω να μπαίνω στο ίδιο τριπάκι εξίσου συχνά, ακόμη και σε περίοδο όπου το ενδιαφέρον μου είναι ήδη εστιασμένο κάπου, συνειδητοποιώ ότι ακόμη και η ανάσα ενός ζωντανού κορμιού στο κρεβάτι δίπλα μου δεν μπορεί να με σταματήσει από το να ακολουθήσω τυφλά και σχεδόν μηχανικά το μονοπάτι που οδηγεί μέσα τους. Ενώ, δηλαδή, έχω κατά κάποιον τρόπο κερδίσει το «παιχνίδι», συνεχίζω να τσεκάρω συνεχώς τα match μου, λες και συντηρώ κάποια φάρμα στο Hay Day και φοβάμαι μην στο μεταξύ πεθάνουν τα ψηφιακά μου ζωάκια. Αποφασίζω εκείνη τη στιγμή με συνοπτικές διαδικασίες πως ήρθε η ώρα για ένα διάλειμμα· έστω ως πείραμα ή και ως άσκηση θάρρους.

Τα σβήνω σε ένα βράδυ όλα και βρίσκομαι σαν πρώην καπνιστής που κυκλοφορεί με ένα τσιγάρο μονίμως πίσω από το αυτί του, να επιστρέφω συνέχεια στο σημείο όπου κάποτε βρισκόταν η εφαρμογή, να παρατηρώ το δάχτυλό μου να κάνει έναν μικρό κύκλο στον αέρα, κι αφού περιεργαστώ για μερικά δευτερόλεπτα το κενό, να συνειδητοποιώ πού βρίσκομαι. 

Θα ήθελα να μπορούσα να συνεχίσω αυτό το κείμενο εκτοξεύοντας διάφορες υπερβολές για το πόσο όμορφη είναι η ζωή χωρίς αυτά, προσκαλώντας σας να κάνετε το ίδιο, γράφοντας: «Πετάξτε τα κινητά σας στα σκουπίδια. Αναζητήστε τις αγέλες των ανθρώπων που ζουν χωρίς Tinder, όμορφοι αλλά δίχως να τους βλέπει κανείς, όμορφοι αλλά δίχως να το ξέρει κανείς. Ψάξτε τα παιδιά χωρίς βλεφαρίδες που κυλιούνται στους δρόμους και στα σοκάκια της Αθήνας χωρίς κινητά, χωρίς εφαρμογές, αυτά που δεν τα βρίσκεις πουθενά».

Θα ήθελα να τα γράφω όλα αυτά και να τα εννοώ.

Μισούμε τις εφαρμογές γνωριμιών. Κι όμως γιατί επιλέγουμε να βόσκουμε ακόμη εκεί; Facebook Twitter
Φωτ.: Rob Hogenbirk

Αλλά μάλλον η ουτοπία τού να αρχίσουμε όλοι να την πέφτουμε σε κόσμο εκεί έξω ξανά δεν μοιάζει να αποτελεί λύση. Γιατί όσο και να καλέσω όποιον διαβάζει αυτό το κείμενο να μην κωλώσει την επόμενη φορά που θα κλειδώσει το βλέμμα του με αυτό ενός άλλου ατόμου στην άκρη του μπαρ, ξέρω πως ούτε εκείνος ούτε κι εγώ ο ίδιος δεν θα κάνουμε εύκολα κάποια κίνηση. Πως το πιθανότερο σε ένα τέτοιο σενάριο είναι να βγάλεις το κινητό από την τσέπη και να προσπαθήσεις να ανακαλύψεις το Instagram του μυστηριώδους θαμώνα, ή να ψάξεις μήπως είναι τυχαία, ή και καθόλου τυχαία, εκείνη την ώρα κι αυτός ενεργός στο Grindr. Πιο εύκολα θα το έγραφα ακόμη κι εδώ, εν είδει αγγελίας: «Αν είσαι το παιδί που λίγο καιρό πριν καθόσουν απέναντί μου στην Τανίνη και με κοίταζες, μου άρεσες κι εμένα, στείλε μου».

Σε ένα σχετικό άρθρο του The Atlantic διαβάζω πως ως γενιά φαίνεται να νοσταλγούμε μια εποχή την οποία δεν ζήσαμε και στην πραγματικότητα δεν γνωρίζουμε καν, την εποχή που το να την πέφτεις στα μπαρ και στα πάρτι ήταν ακόμη στη μόδα. Την εποχή στην οποία οι οθόνες δεν είχαν αντικαταστήσει τα βλέμματα και πολλές φορές τα σώματα των ανθρώπων, όταν το είδος μας παρέμενε ακόμη ανοιχτό στην έκπληξη που είναι τα άλλα άτομα, ειδικά αυτά που στις στοίβες διαθέσιμου κρέατος θα προσπεράσουμε δίχως σκέψη, σαγηνευμένοι από το τραγούδι του αλγόριθμου, ένα τραγούδι που ζητά ένα πράγμα κι ένα πράγμα μόνο: Να κρατήσει το βλέμμα μας κολλημένο πάνω του για όσο περισσότερο γίνεται.

Κάποιος κυνικός ανάμεσά μας θα έλεγε λοιπόν πως δεν είναι η προσκόλλησή μας στις εφαρμογές αυτή που μας κρατά πίσω, αλλά η προσκόλληση σε έναν κόσμο που έχει περάσει. Μήπως αντί να γκρινιάζουμε δηλαδή για όλα αυτά, θα έπρεπε να εγκαταλείψουμε τα ανοιχτά γήπεδα και να γίνουμε εξπέρ στο ψηφιακό παιχνίδι, να τσατάρουμε όπως άλλος κανείς, να βγάζουμε τα πιο καλλιτεχνικά nudes, να μιλάμε με δέκα ανθρώπους ταυτόχρονα, και την ίδια στιγμή να ψάχνουμε για τον ενδέκατο; Κι αφού αποδεχτούμε πως κάποιοι πλουτίζουν εκμεταλλευόμενοι τη μοναξιά μας, να φροντίσουμε να είμαστε εμείς οι νικητές, αυτοί που θα θριαμβεύσουν και θα αναδειχθούν ως λαμπερά success stories, πάνω από τους σωρούς τόσων αποτυχημένων. 

Αλλά τα κάνουμε ήδη όλα αυτά και πάλι δεν μοιάζει να κερδίζουμε το παιχνίδι. Και, αν είμαστε ειλικρινείς, ούτε να διαγράψουμε τα πάντα για ιδιαίτερα πολύ καιρό μπορούμε, ούτε να πετάξουμε το κινητό μας στα ποτάμια και να ζούμε γυμνοί στα δάση. Aυτό που πράγματι μπορούμε είναι να αρχίσουμε να φερόμαστε σαν άνθρωποι που έχουν υπάρξει σε έναν κόσμο με dating apps για το μεγαλύτερο μέρος της ενήλικης ζωής τους, σαν άνθρωποι που ελέγχουν το μυαλό και τις κινήσεις των δακτύλων τους – σαν να είναι ακόμη δικά τους.

Κι ας κρατήσουμε, μωρέ, στο πίσω μέρος του μυαλού μας πως αυτό που ψάχνουμε μπορεί καμιά φορά να βρίσκεται ακριβώς μπροστά μας, στην άλλη άκρη του δωματίου ή της μπάρας, και να μη χρειάζεται τελικά να μας το διαμεσολαβήσει κανείς. Γιατί υπάρχουν και κάποια μέρη στα οποία βρισκόμαστε ξανά όλοι μαζί, οι πρωταθλητές των εφαρμογών που γαμάνε κάθε βράδυ, αυτοί που κρύβονται πίσω από τις γρίλιες, κι όσοι δεν έχουν ποτέ περάσει από αυτές, και σε αυτά τα μέρη, μετά τις 12, με μάτια υγρά και ποτά στο χέρι βρίσκουμε ξανά πώς να μιλάμε μεταξύ μας, κι αφήνουμε την ανάγκη μας για αγάπη, τρυφερότητα και καύλα να κυλήσει σαν πηχτό αργό μέλι ανάμεσα στα σώματά μας, ακόμη, καμιά φορά, και στις ψηφιακές τους προεκτάσεις. Οπότε, μάλλον τελικά θα το πω:

— Μην είσαι βλάκας, κλείσε και λίγο το κινητό σου, τι έχεις να χάσεις; 

Notebook

ΘΕΜΑΤΑ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

THE GOOD LIFO ΔΗΜΟΦΙΛΗ