Κοφτά έγχορδα, σαν το μαρτύριο της σταγόνας, σμιχτά πλάνα, ερευνητικό βλέμμα και νευρώδες περπάτημα: το «δράμα» της ανήσυχης, αγχωμένης νεόφυτης καθηγήτριας Κάρλα Νόβακ, που υποδύεται έξοχα η Λεονί Μπένες, είναι πως κάνει τα πάντα για να εφαρμόσει την ηθική και τη δεοντολογία, σχεδόν σαν ρομαντικό τικ αίσθησης δικαίου και πίστης στο σωστό, αλλά βρίσκει τον μπελά της ακριβώς γιατί δεν αφήνει την ανάσα του συμβιβασμού να καθαρίσει το μυαλό της από τα απανωτά γεγονότα που διαταράσσουν την καθημερινότητα του γυμνασίου όπου διδάσκει.

 

Παρακολουθεί στενά τους μαθητές της, παρεμβαίνει όποτε κρίνει σκόπιμο, ακόμη κι αν δεν της ζητηθεί, ενίσταται στο μέτρο της δικαιοδοσίας της όταν βλέπει πως οι συνάδελφοί της εφαρμόζουν παλιωμένες, αυθαίρετες πρακτικές ελέγχου και παραβαίνει έναν άρρητο κώδικα αλληλεγγύης διότι αντιλαμβάνεται, μέσω μιας τοποθετημένης κάμερας, πως μια συνάδελφος έχει βάλει χέρι στο πορτοφόλι της, την ίδια στιγμή που ένα παιδί κατηγορείται για κλοπή και επιπλέον ρεζιλεύεται στα μάτια των συμμαθητών του και ενώπιον των γονιών του, ειδικά του πατέρα του, που είναι τουρκικής καταγωγής (όπως και ο σκηνοθέτης Ιλκέρ Σατάκ) και τόσο αυστηρός που το αρνείται κατηγορηματικά, λέγοντας πως ο γιος του αποκλείεται να το έχει κάνει – θα του είχε κόψει τα χέρια!

 

Εκτός από την εχθρότητα που αντιμετωπίζει στο γραφείο των καθηγητών για την κατηγορία που έχει εξαπολύσει εναντίον της θυρωρού κυρίας Κουν, το πρόβλημα που προκύπτει είναι πως το σούσουρο έχει άμεσο αντίκτυπο στον γιο της, τον Όσκαρ, που τυχαίνει να είναι ο αγαπημένος της Κάρλα, ένα έξυπνο κι ευαίσθητο παιδί, το οποίο αντιδρά με ευθιξία και πόνο και δεν αργεί να καταφύγει στη βία, ζητώντας αποκατάσταση της τιμής της μητέρας του – κάτι που η υπερβολικά απασχολημένη με το δίκιο της Κάρλα αδυνατεί να κατανοήσει ανθρώπινα. Αυτή η υποχώρηση που λέγαμε, ως μέρος της συνεχούς πάλης μεταξύ της ευθύνης της διαπαιδαγώγησης και της εγγενούς διαφοράς φάσης ανάμεσα σε διδάσκοντες και μαθητές, αποτελεί τον πυρήνα μιας εξαιρετικής ταινίας που έκανε παγκόσμια πρεμιέρα στο Πανόραμα του Φεστιβάλ Βερολίνου του 2023 και η Γερμανία υπέβαλλε επίσημα στην κατηγορία της διεθνούς παραγωγής στα επερχόμενα Όσκαρ.

 

Ωστόσο δεν μένει εκεί. Σαν βραθυφλεγές και μεθοδικό θρίλερ που από ασήμαντη αφορμή εξελίσσεται σε χιονοστιβάδα σχέσεων και ισορροπιών, εξερευνά τις δυναμικές της εξουσίας και τον λανθάνοντα ρατσισμό σε διπλό ταμπλό μέσα στο «ιερό» των δασκάλων, με τις μικροπρέπειες και τις υπερβάσεις τους, αλλά και στον χώρο της τάξης, με παιδιά αυξημένης αντίληψης εκεί όπου κανείς δεν το περιμένει (όταν σιωπούν ομαδικά απαιτώντας εξηγήσεις από την καθηγήτριά τους, σε μια υπέροχη σεκάνς) αλλά και τα αναμενόμενα ξεσπάσματα ανωριμότητας και bullying, σαν ενστικτώδη αντίδραση πίεσης και ανταγωνισμού.

 

Από το Ανάμεσα στους τοίχους του Λοράν Καντέ είχαμε να δούμε μια τόσο διεισδυτική ματιά στα άδυτα ενός σχολείου. Μόνο που ο Σατάκ δεν διστάζει να ξεφύγει από τον ρεαλισμό του πρώτου μέρους, επικεντρώνοντας τον φακό του στα ενάρετα σφάλματα της Κάρλα για να αναδείξει μία από καθέδρας υπεροψία που απογειώνεται κυριολεκτικά στην τελική σκηνή.