Το Queen of Hearts της Μέιλ ελ-Τούκχι ήταν μια φιλμική πυριτιδαποθήκη, ένα φιλμ που έθετε μια σειρά από δύσκολα, σύνθετα ερωτήματα, στο πλαίσιο μιας εποχής που αιτείται μανιχαϊστικές, απόλυτες απαντήσεις, με όχημα της αφήγησης μια δικηγόρο που δρα ως θεματοφύλακας της ηθικής στην επαγγελματική της ζωή, μα στην προσωπική της το ένστικτο και η επιθυμία έρχονται για να τα αναποδογυρίσουν όλα, ώσπου το προνόμιο και η ισχύς του τα επαναφέρουν νοσηρά στην προηγούμενη κατάσταση. 

 

Δεν γνωρίζουμε για ποιον λόγο η Κατρίν Μπρεγιά, κάποτε επιφανές μέλος της μεγάλης των προβοκατόρων σχολής, επέλεξε να διασκευάσει αυτή την ταινία τόσο νωρίς από την κυκλοφορία της, αλλά προτιμούμε να εξετάζουμε τη σκοπιμότητα της ίδιας της ταινίας παρά της απόφασης για την παραγωγή της. Όσοι έχουν δει το Queen of Hearts, εδώ θα παρακολουθήσουν μια λιγότερο αιχμηρή, αλλά πιο προσανατολισμένη στον ερωτισμό δημιουργία, παρά τις λιγότερο γλαφυρές ερωτικές σκηνές – ποιος να το ‘λεγε ότι στην ταινία της Μπρεγιά θα έβρισκες πιο εγκρατή κατάδειξη.  H επιλογή της συστηματικά εξαιρετικής Λέα Ντρουκέρ, με την ευγενική φυσιογνωμία και το χτισμένο από μια πλούσια φιλμογραφία sex appeal, εξυπηρετεί αυτή την έμφαση στο ερωτικό ένστικτο, που μάλλον αφαιρεί μέρος της αμφισημίας του πρωτότυπου. Ο ίδιος ο τόνος και η διαχείριση του υλικού δίνουν την εντύπωση ότι η Μπρεγιά θεωρεί λυμένο το ζήτημα της διαφοράς ηλικίας και της de facto «διαπραγματευτικής» ανισότητας των δύο κεντρικών χαρακτήρων, ποτέ δεν σκοτεινιάζουν οι συνομιλίες και οι περιπτύξεις τους.  

 

Εκείνοι που δεν έχουν δει το πρωτότυπο, ώστε να μπουν και με συγκεκριμένα μπαγκάζια στην ιστορία και να εφαρμόσουν την ανάγνωση εκείνης εδώ, δεν θα δουν μια ταινία περί ηθικής, αλλά ένα roller coaster παιχνιδιών εξουσίας (ερωτικών και όχι μόνο), που τουλάχιστον λογαριάζει και το προνόμιο του ενός σκέλους. Καθόλου άσχημα, αν με ρωτάς, αλλά, ως προς το περιεχόμενο, το τελικό αποτέλεσμα προκύπτει απλή υποσημείωση της ταινίας αναφοράς.