Τον τελευταίο καιρό, το νέο κύμα καταναλωτικής τεχνητής νοημοσύνης, το οποίο περιλαμβάνει τόσο τη δημιουργία εικόνων όσο και εργαλεία όπως το ChatGPT, έχει κατακτήσει τη λαϊκή φαντασία. Έχει επίσης συμβάλλει σημαντικά στην ευημερία των μεγάλων τεχνολογικών εταιρειών, οι οποίες, παρά τις πολλές προσπάθειές τους, απέτυχαν να πείσουν τους περισσότερους από εμάς ότι το blockchain ή η εικονική πραγματικότητα (το περιβόητο "metaverse") είναι το μέλλον που ζητάμε. Τουλάχιστον το ChatGPT μοιάζει διασκεδαστικό, για πέντε λεπτά περίπου, και το "AI" (η Τεχνητή Νοημοσύνη) εξακολουθεί να έχει μια σπινθηροβόλα αίσθηση επιστημονικής φαντασίας. Αυτό που συμβαίνει βέβαια κάτω από το πέπλο, δεν είναι καθόλου καινούργιο.
Οι θεμελιώδεις έννοιες της τεχνητής νοημοσύνης δεν έχουν αλλάξει τις τελευταίες δύο δεκαετίες. Η τεχνολογία των νευρωνικών δικτύων θεωρητικοποιήθηκε και εφαρμόστηκε στην πράξη τη δεκαετία του 1990. Μπορούσε κανείς να τα χρησιμοποιήσει και τότε για την δημιουργία εικόνων, αυτές όμως ήταν ως επί το πλείστον αφαιρετικού τύπου, κηλίδες χρώματος με μικρή συναισθηματική ή αισθητική απήχηση. Τα πρώτα πειστικά chatbots τεχνητής νοημοσύνης χρονολογούνται ακόμη πιο παλιά. Το 1964, ο Joseph Weizenbaum, ένας επιστήμονας πληροφορικής στο Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Μασαχουσέτης (MIT), ανέπτυξε ένα chatbot που ονομαζόταν Eliza. Η Eliza είχε ως πρότυπο έναν "προσωποκεντρικό" ψυχοθεραπευτή και «αντανακλούσε» πίσω σε εσάς ό,τι του λέγατε. Αν λέγατε «Νιώθω λυπημένος», η Eliza θα απαντούσε με την ερώτηση «Γιατί νιώθεις λυπημένος;», και ούτω καθεξής. (Ο Weizenbaum ήθελε με το πρόγραμμά του να καταδείξει την επιφανειακότητα της ανθρώπινης επικοινωνίας, όχι να δημιουργήσει ένα καλούπι για μελλοντικά εμπορικά προϊόντα).
Η παραγωγή εικόνων και κειμένων μέσω της τεχνητής νοημοσύνης αποτελεί ουσιαστικά απαλλοτρίωση της εργασίας των πολλών για τον πλουτισμό και την πρόοδο των τεχνολογικών κολοσσών της Silicon Valley και των δισεκατομμυριούχων ιδιοκτητών τους.
Τα πρώιμα προγράμματα τεχνητής νοημοσύνης δεν γνώριζαν πολλά για τον κόσμο και τα πανεπιστημιακά τμήματα δεν είχαν υποδομή για να τα εκμεταλλευτούν. Η διαφορά με το σήμερα δεν έχει να κάνει με τη νοημοσύνη, αλλά με τα δεδομένα και την ισχύ. Οι μεγάλες εταιρείες τεχνολογίας έχουν σπαταλήσει 20 χρόνια συλλέγοντας τεράστιες ποσότητες δεδομένων από τον ανθρώπινο πολιτισμό και την καθημερινή κατασκευάζοντας τεράστια κέντρα δεδομένων και ολοένα και πιο ισχυρούς υπολογιστές για την επεξεργασία τους. Τα παλιά νευρωνικά δίκτυα έχουν γίνει υπερδύναμα, και το αποτέλεσμα είναι η έκρηξη της τεχνητής νοημοσύνης που βλέπουμε σήμερα.
Η παραγωγή των AI εικόνων βασίζεται στη συγκέντρωση και ανάλυση εκατομμυρίων εικόνων που συνοδεύονται ήδη από κάποια περιγραφή του περιεχομένου τους. Αυτές οι εικόνες και οι περιγραφές επεξεργάζονται στη συνέχεια μέσω νευρωνικών δικτύων που μαθαίνουν να συνδέουν συγκεκριμένες και βαθιά διαφοροποιημένες ιδιότητες της εικόνας - σχήματα, χρώματα, συνθέσεις - με συγκεκριμένες λέξεις και φράσεις. Αυτές οι ιδιότητες τοποθετούνται στη συνέχεια η μία πάνω στην άλλη για να παράγουν νέες ρυθμίσεις σχήματος, χρώματος και σύνθεσης, με βάση τα δισεκατομμύρια συσχετισμών που δημιουργούνται από μια απλή υπόδειξη.
Η παραγωγή εικόνων και κειμένων μέσω της τεχνητής νοημοσύνης αποτελεί ουσιαστικά απαλλοτρίωση της εργασίας των πολλών για τον πλουτισμό και την πρόοδο των τεχνολογικών κολοσσών της Silicon Valley και των δισεκατομμυριούχων ιδιοκτητών τους. Αυτές οι εταιρείες γιγαντώθηκαν εισχωρώντας σε κάθε πτυχή της καθημερινότητας, συμπεριλαμβανομένων των πιο προσωπικών και δημιουργικών πεδίων της ζωής μας: τα κρυφά μας πάθη, τις ιδιωτικές μας συζητήσεις, τα όνειρά μας. Μας υποσχέθηκαν ότι θα άνοιγαν νέα πεδία για την ανθρώπινη εμπειρία, θα μας χάριζαν πρόσβαση σε όλη την ανθρώπινη γνώση και θα δημιουργούσαν νέους τύπους ανθρώπινης σύνδεσης. Αντ' αυτού, μας πουλάνε πίσω τα όνειρά μας, επανασυσκευασμένα ως προϊόντα μηχανών.
Παρότι οι ισχυρισμοί για τη «δημιουργικότητα» της τεχνητής νοημοσύνης είναι υπερβολικοί – δεν υπάρχει πραγματική πρωτοτυπία στη δημιουργία εικόνων, παρά μόνο επιδέξια μίμηση – αυτό δεν σημαίνει ότι δεν είναι ικανή να αναλάβει πολλές «καλλιτεχνικές» εργασίες που ανέκαθεν ανήκαν στο πεδίο εξειδικευμένων επαγγελματιών, από τους εικονογράφους και τους γραφίστες μέχρι τους μουσικούς, τους κινηματογραφιστές και τους συγγραφείς. Πρόκειται για μια τεράστια αλλαγή.
Το ChatGPT παρουσιάστηκε τον Νοέμβριο του 2022 από το OpenAI και άλλαξε ακόμα περισσότερο την αντίληψή μας σχετικά με την αλληλεπίδραση ανάμεσα στην τεχνητή νοημοσύνη και στην ανθρώπινη δημιουργικότητα. Δομημένο ως chatbot – ένα πρόγραμμα που μιμείται την ανθρώπινη συνομιλία – το ChatGPT είναι ικανό για πολλά περισσότερα από μια απλή συνομιλία. Ιδανικά, έχει την ικανότητα να γράψει λειτουργικό κώδικα υπολογιστή, να επιλύσει μαθηματικά προβλήματα και να μιμείται διάφορες συγγραφικές εργασίες, από βιβλιοκριτικές μέχρι πανεπιστημιακά γραπτά, γαμήλιες ομιλίες και νομικά συμβόλαια.
Το πρόβλημά του ChatGPT όμως είναι ότι είναι εγγενώς ηλίθιο. Έχει διαβάσει το μεγαλύτερο μέρος του διαδικτύου και γνωρίζει πώς υποτίθεται ότι ακούγεται η ανθρώπινη γλώσσα, δεν έχει όμως καμία σχέση με την πραγματικότητα. Ονειρεύεται προτάσεις που ακούγονται περίπου σωστές, είναι πολύ καλό στο να παράγει αυτό που ακούγεται σαν νόημα, και ακόμα καλύτερο στο να παράγει κλισέ και κοινοτοπίες, που αποτελούν την βασική διατροφή του, παραμένει όμως ανίκανο να συνδεθεί με τον κόσμο όπως αυτός είναι στην πραγματικότητα. Μην εμπιστεύεστε κανέναν που δηλώνει ότι πρόκειται για μια ηχώ, ή μια προσέγγιση, της ανθρώπινης συνείδησης.
Η πίστη σε αυτού του είδους την τεχνητή νοημοσύνη ως πηγή γνώσης και νοήματος είναι επικίνδυνη. Κινδυνεύει να δηλητηριάσει το πηγάδι της συλλογικής σκέψης αλλά και την ίδια την ικανότητά μας να σκεφτόμαστε. Αν, όπως προτείνεται από τις εταιρείες τεχνολογίας, τα αποτελέσματα των ερωτημάτων του ChatGPT θα παρέχονται ως απαντήσεις σε όσους αναζητούν γνώση στο διαδίκτυο, και αν, όπως προτείνεται από ορισμένους σχολιαστές, το ChatGPT χρησιμοποιηθεί στην τάξη ως βοήθημα διδασκαλίας, τότε οι παραισθήσεις του θα καταχωρηθούν στα μόνιμα αρχεία, μπαίνοντας ουσιαστικά ανάμεσα σε εμάς και σε πιο νόμιμες, ελέγξιμες πηγές πληροφοριών, μέχρις ότου η γραμμή μεταξύ των δύο γίνει τόσο θολή ώστε να είναι αόρατη. Ποτέ άλλοτε δεν υπήρξε πιο απαραίτητη η ικανότητά μας ως άτομα να ερευνούμε και να αξιολογούμε κριτικά τη γνώση, λόγω της ζημίας που έχουν ήδη προκαλέσει οι εταιρείες τεχνολογίας στον τρόπο διασποράς της πληροφορίας. Εναποθέτοντας όλη μας την εμπιστοσύνη στα όνειρα κακοπρογραμματισμένων μηχανών είναι σα να εγκαταλείπουμε εντελώς την κριτική σκέψη.
Πηγή: The Guardian