Γεννημένη το 1939 (κατ’ άλλους το 1934) στη Γαλλία, η Αριάν Μνουσκίν γνώρισε από τα παιδικά της χρόνια τι σημαίνει ν’ αφήνεις πίσω σου μια πατρίδα, στην οποία για κάποιους λόγους είσαι ή νιώθεις ανεπιθύμητος. Κόρη του Ρωσο-εβραίου κινηματογραφικού παραγωγού Αλεξάντρ Μνουσκίν κι εγγονή -από τη μητέρα της- του Βρετανού ηθοποιού του θεάτρου Νίκολας Χάνεν, αν και σπούδασε ψυχολογία, γρήγορα διάλεξε ν’ ασχοληθεί με τις τέχνες του θεάματος. Το 1964 ίδρυσε το περίφημο, πια, Θέατρο του Ήλιου. Μέσα στο πνεύμα της ανήσυχης δεκαετίας του ’60, αρνήθηκε την απόλυτη κυριαρχία του σκηνοθέτη και στήριξε τη λειτουργία του σχήματος σ’ ένα μοντέλο κολεκτίβας, όπου η συλλογική δουλειά κι η συμμετοχή όλων σ’ όλες τις φάσεις παραγωγής καθόριζε καίρια το τελικό αποτέλεσμα. Πρώτη ανάμεσα σε ίσους, η σιδηρά (ως προς τη διάρκεια) κυρία του γαλλικού θεάτρου κατάφερε να πετύχει στις 29, συνολικά, παραστάσεις της τον ποθητό συνδυασμό: ένα θέατρο που να είναι λαϊκό στην κατεύθυνση του Βιλάρ, πολιτικό στην κατεύθυνση του Μπρεχτ κι αισιόδοξο - στο πνεύμα του Μάη του ’68. Πεπεισμένη ότι οι ρίζες του θεάτρου βρίσκονται στην Ανατολή, προσπάθησε να ξαναβρεί την αλήθεια της θεατρικής τέχνης στο ινδικό, το ιαπωνικό, το κινέζικο, το μπαλινέζικο θέατρο, δουλεύοντας διαφορετικούς κώδικες (κατακάλι, Νο, αρχαίο ελληνικό δράμα, κομέντια ντελ’ άρτε κ.ά.) και τεχνικές (παντομίμα, ακροβατικά, καμπαρέ, αυτοσχεδιασμοί κ.ο.κ). Χαρακτηριστικό δείγμα στην κατεύθυνση αυτή είναι τα τρία έργα του Σαίξπηρ που ανέβασε από το 1981 ως το 1984, χρησιμοποιώντας παραδοσιακές τεχνικές του θεάτρου της Ανατολής.
Η ίδια λέει πως νιώθει «σαν δεινόσαυρος που βλέπει μετεωρίτη να ‘ρχεται κατά πάνω του», ωστόσο καταφέρνει να είναι παρούσα περισσότερο από σαράντα χρόνια, επειδή δεν εκποίησε τις αρχές της κι εξακολουθεί να δηλώνει «ζω στο τώρα και μόνο το παρόν μετράει για μένα».
Είναι χαρακτηριστικό ότι πέρσι το καλοκαίρι πήγε με το Θέατρο του Ήλιου στην Καμπούλ για ένα εργαστήριο τριών εβδομάδων με Αφγανούς ηθοποιούς και τεχνικούς. Στο Αφγανιστάν, η τέχνη του θεάτρου είχε ξεχαστεί και η χρήση μάσκας, που πρότεινε η Μνουσκίν, παρέσυρε τους «μαθητές» της σε μια γνήσια δημιουργική διαδικασία. Οι ανταλλαγές αυτού του είδους την ενδιέφεραν πάντα, καθώς δεν κρύβει την αγωνία της για το μέλλον της τέχνης του ηθοποιού:
«Κάθε φορά που παρακολουθώ τηλεόραση -αλλά και ταινίες συγκεκριμένου είδους στον κινηματογράφο- σκέφτομαι πως, αν αυτός ο τρόπος κυριαρχήσει, σε πενήντα χρόνια θα έχουμε ξεχάσει την τέχνη του παιξίματος που μπορεί να μεταμορφώσει μία αίσθηση σε μια φόρμα».
Από το 1970, το Θέατρο του Ήλιου έχει εγκατασταθεί στην Καρτουσερί (μια παλιά πυριτιδαποθήκη) στη Βενσέν, λίγο έξω απ’ το Παρίσι. Ωστόσο, συχνά εμφανίζεται σε άλλους χώρους, γιατί στη Μνουσκίν δεν αρέσουν οι συμβάσεις της τυπικής σκηνής -ούτε ο περιορισμός του «τέταρτου τοίχου»-, γι’ αυτό συχνά οι ηθοποιοί των παραστάσεών της βάφονται και ντύνονται μπροστά στα μάτια των θεατών. Πολυεθνικό και πολυφωνικό, ευαίσθητο στα ερεθίσματα της εποχής κι ουτοπικό στη φιλοδοξία του ν’ αλλάξει τον κόσμο και ν’ «ανυψώσει» την καρδιά και την ψυχή, το θέατρο της Μνουσκίν καταφέρνει να ανανεώνει τις θεατρικές φόρμες, παρασύροντας το κοινό σε θεάματα θεατρικής ποίησης. Στις παραστάσεις της πρωταγωνιστούν άλλοτε το ίδιο το θέατρο κι η μαγεία του -μ’ επίκεντρο πάντα τους ηθοποιούς- κι άλλοτε ο πολιτικός/κοινωνικός προβληματισμός, χωρίς ωστόσο η σκηνοθέτις να ξεχνά ότι χρέος του θεάτρου δεν είναι να διδάσκει αλλά να αφυπνίζει με τα δικά του, ιδιαίτερα μέσα.
Φέτος, το Θέατρο του Ήλιου φέρνει στην Αθήνα το έργο "Οι Ναυαγοί της Τρέλλής Ελπίδας".10,11 (Διπλή παράσταση),12 & 15-19 Ιουνίου 2011Metropolitan Expo, Εκθεσιακό Κέντρο
Το κείμενο δημοσιεύτηκε στις 20/07/2006
σχόλια