Του Βασίλη Ξ. Σπηλιωτόπουλου.
Λίγες μόλις μέρες πριν βρέθηκα στον Ποταμό Κυθήρων. Για όσους δε γνωρίζουν, πρόκειται για κεφαλοχώρι στα βόρεια του νησιού με χαρακτηριστικά πολίχνης. Αν και μικρό σε πληθυσμό για κάποιον απροσδιόριστο λόγο μου εγείρει πάντα την αίσθηση ενός πρώιμου υπόκωφου αστισμού, παιχνιδιάρη και θελκτικού.
Σ’ αυτό σίγουρα συμβάλλει η όμορφη πλατεία με την προτομή του στρατηγού Πάνου Κορωναίου στη μια της μεριά, η οποία και αποκαλύφθηκε παρουσία του Ελευθερίου Βενιζέλου –στα 1911 νομίζω, και από την άλλη, διαγωνίως απέναντι, στη μια γωνιά της κατωφέρειας το από τις αρχές του προηγουμένου αιώνα καφενείο.
Το «Αστικόν» καθορίζει εμβληματικά τη φυσιογνωμία, όχι μόνον της πλατείας, μα ολόκληρου του Ποταμού. Έχει βλέπετε όλα τα χαρακτηριστικά του καφενείου των αρχών του 20ου αιώνα και ευτυχώς ο τελευταίος ιδιοκτήτης του, ο Δημήτρης Κοντολέων, ο οποίος μετοίκησε από την πρωτεύουσα και αγόρασε το χώρο, τα συντήρησε, τα «ξεσκόνισε» και τα ανέδειξε διαμορφώνοντας και πάλι, όχι ένα απλό τυπικό “café”, μα ένα σημείο συναντήσεων, όπου πλάι και μέσα από το καθημερινό αλισβερίσι προκύπτουν ζυμώσεις…
Βρέθηκα εκεί λοιπόν τις προάλλες περαστικός. Ξεβγαίνοντας από τη μεγάλη πόρτα συναντώ το φίλο και συνθέτη Παναγιώτη Λευθέρη, ο οποίος με δύο μόλις λόγια με πείθει να μείνω για λίγο, να ακούσω ένα μισάωρο live.
Δε μετάνιωσα λεπτό!
Πόσο απατώνται όλοι αυτοί, που διαρκώς επικαλούνται την πολιτιστική ξηρασία της περιφέρειας. Σε αυτήν την «ανυδρία» λοιπόν τους ενημερώνω, ότι βλασταίνουν ενδημικά άνθη, θαυματουργά βότανα, βάλσαμο για τις πιο εξουθενωμένες ψυχές του σήμερα.
Η πενταμελής μπάντα για τρία περίπου τέταρτα της ώρας μας ταξίδεψε σε γνωστούς ρυθμούς jazz-blues με τρόπο, που όταν βγήκαμε στη νυχτερινή πλατεία, είχαμε πια στη ψυχή και το μυαλό μια αποκαθαρμένη γλυκιά γεύση, μεστή, με κάθε νευρώνα έτοιμο να ρουφήξει και να βυθιστεί στο όλον.
Και δε θα μπορούσε πιστεύω να είναι διαφορετικά. Οι πέντε τους είχαν μόλις συναντηθεί και πειραματισθεί σε μουσικό διάλογο, που από το ακατέργαστο αναδείκνυε ήχους και εντάσεις πρωτόλειες, τέτοιες, που η οξείδωση τ’ αέρα τις ορίζει σε αναρίθμητες εκδοχές του θαυμάσιου.
Έτσι απλά κι απροπαρασκεύαστα λοιπόν οι Γιάννης και Tanha Λογοθέτη, ο Michiel Tan, ο Jan Holland κι ο Παναγιώτης ο Λευθέρης μας θύμισαν μιαν ακόμη φορά, ότι από το ακατέργαστο και το γνήσιο μπορούν να αναβλύσουν οι πιο ουσιαστικές τροχιοδεικτικές διαδρομές στο πλήρες, το ουσιαστικό. Τους ευχαριστούμε, γιατί το συμπέρασμα μιαν ακόμη φορά ήταν έξω από την κοινότυπη λατρεία του συνηθισμένου: Οι «Εξ ων συνετέθησαν» μας επανέφεραν στον πυρήνα του τυχαίου, του γνήσιου!
Επιτομή:
Τα πράγματα θα μπορούσαν να είναι απλά ∙ Η αξία της ζωής συνοψίζεται στη θνητότητα. Από αυτό το σημείο και πέρα ξεκινά μια αναζήτηση…
Όποιος δεν το έχει στο πετσί του αυτό είναι γδαρμένος από ευαισθησία ∙ Όποιος δεν το ‘χει στον νου ανόητος και αλαζών ∙ Μονολεκτικά; Στουρνάρι!
σχόλια