Ο χειμώνας μπαίνει ανόρεχτα νυχοπατώντας. Το παράθυρο της βεράντας, μήνες τώρα ανοιχτό τις νύχτες, αρχίζει να κλείνει· ο διαχειριστής έβαλε δοκιμαστικά μπρος το καλοριφέρ με το περσινό πετρέλαιο, τα χειμωνιάτικα ρούχα αναδύθηκαν σιγά σιγά από την ντουλάπα, ήρθαν με το καλό και τα χαλιά διά χειρών του Ασιάτη που μπουρδουκλώνει κάποια ελληνικά. Όλα έτοιμα για τη χειμερινή κούρμπα του νοεμβριοδεκέμβρη και του γεναροφλεβάρη. Μαζί με όλα αυτά, περίπου σαν ξυπνητό όνειρο, εμφανίστηκαν και οι λησμονημένες ανάερες χειρονομίες του χειμερινού εαυτού μας, που μήνες τώρα είχαμε ξεχάσει. Η γυμνοπεδιά έλαβε τέλος. Πέφτεις για ύπνο με ζεστή περιβολή, κλειστό παράθυρο και εγγυημένα σκεπάσματα. Προτού ξεπορτίσεις ρίχνεις μια ματιά έξω - έχει ήλιο; Μήπως βρέξει; Σηκώνει σακάκι; Όπως και να 'ναι, την ομπρέλα πάντα την ξεχνάς βγαίνοντας. Άντε πάλι ξεκλείδωνε, ψάξε για τη μαυροφόρα, ξανακλείδωνε και πέτα και τα σκουπίδια. Η σχέση με το νερό άλλαξε κι αυτή. Πίνεις κατευθείαν από τη βρύση, όσο για το κρύο ντουζ, ούτε γι' αστείο. Χειμερινές κάλτσες, πουλόβερ (τραβώ προς τα πάνω), ζεστά εσώρουχα, να και το ντροπαλό παλτό που κινδυνεύει να πέσει σε αχρηστία, να και οι μπότες που αναμένουν λάσπες και βροχή για να γίνουν απαραίτητες.
σχόλια