Εύχομαι ο Λουκάς Παπαδήμος, πηγαίνοντας να δειπνήσει περίφροντις στο Abreuvoir επί της οδού Ξενοκράτους, να μην εκλάβει τον σπασμένο καμπινέ στο πεζοδρόμιο ως «νέο Παρθενώνα», όπως είχε πει για τη Μακρόνησο ένας παλαιός κάτοικος αυτού του δρόμου, ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος. Εγώ πάντως, μέρες τώρα που περνώ και βλέπω τη λεκάνη ξεχασμένη στη γωνία, αναφωνώ πως αυτή είναι η νέα Ελλάδα.
Να υπενθυμίσω μόνο για όσους παραξενεύτηκαν με τη διατύπωση ότι «δεν υπάρχει το εκτός κειμένου» τις προάλλες, εδώ στη LifO, την απαίτηση του Γιούνκερ και του Όλι Ρεν: «Για να ισχύσει η συμφωνία, όλα πρέπει να επιβεβαιωθούν on paper». Ο Παπανδρέου, ο Σαμαράς, ο Καρατζαφέρης, ο Παπαδήμος και ο Προβόπουλος και μαζί τους ολόκληρη η Ελλάδα, όλοι εμείς που τούς ανεχόμαστε, υπάρχουμε μόνο στα χαρτιά. Εκτός κειμένου παραμονεύει το ανυπόγραφο χάος - χρέος.
Ο ποιητής Τάκης Σινόπουλος, εκτός ζωής αλλά ποτέ άλλοτε τόσο βαθιά εντός του μέλλοντός του, μέσα στο ποίημα συμπληρώνει:
«Πρέπει να φύγεις από εκεί που είσαι και να γυρέψεις τη θέση σου, που σού ανήκει άλλωστε - “εντός”, μέσα στην πραγματικότητα. Βέβαια, εγώ δεν ξέρω ποια είναι αυτή η πραγματικότητα, δεν την είδα ποτέ και πουθενά».
Ούτε κι εγώ το ξέρω. Το μόνο που ξέρω είναι το χαρτί με τις υπογραφές όσων με εκπροσωπούν στα χαρτιά. Με τυλίγουν σε μια κόλλα χαρτί. Διότι «εκτός κειμένου» -το λέει ο Γιούνκερ και ο Ρεν- δεν υπάρχω.
Και πάλι ο Σινόπουλος εντός κειμένου: «Έχει ανοίξει το κορμί σου όλες τις πόρτες του και μπαίνουν μέσα του τα πάντα, τρέφεσαι και λεηλατείσαι. Παρ’ όλα αυτά, αργότερα πέφτεις και κοιμάσαι σαν κτήνος. Την άλλη μέρα ακμαίος, δε συνέβη τίποτα».
Πώς να συμβεί αφού πέφτεις και κοιμάσαι σαν κτήνος;
Ακμαίος την άλλη μέρα το πρωί, κτήνος αποβραδίς. Ακμαίο κτήνος δηλαδή.
Πράγματι, «δεν απομένει παρά να χάσεις τ’ αρχίδια σου, να γυρίσεις ξερός στον τοίχο και να πεθάνεις». (Τάκης Σινόπουλος, Συλλογή ΙΙ, εκδ. Ερμής, σελ. 315)
Διαπιστώνω πως ο μόνος τρόπος της συνάντησης με τα κείμενα που γράφω εδώ είναι η αποτυχία. Είναι όμως και ο μοναδικός τρόπος πραγματοποίησης της σχέσης μου με τον αναγνώστη. Θέλω να πω πως κάθε κείμενό μου ξαστοχεί εξαρχής. Γι’ αυτό να μη ζητούν πολλά από ένα κείμενο που το αντικείμενό του είναι η αποτυχία. Ευφυείς αναλύσεις, σχόλια επί σχολίων: έχω πια την πεποίθηση πως όλα γράφονται συνυπογεγραμμένα με κάποιον τρίτο. Κι όλα συμβαίνουν γιατί στο «γλωσσολογάδικο» της δημοσιογραφίας το «να λες μένει ξεχασμένο πίσω απ’ ό,τι λέγεται σε ό,τι ακούγεται». Στην κουζουλάδα αυτή του Ζακ Λακάν οι σχολιαστές του συνιστούν ψυχραιμία, προτείνοντας το ρηματικό υποκείμενο να γίνεται κατανοητό όπως στη φράση: «Να μιλάς με γεμάτο το στόμα είναι αγένεια». Προφανώς, διότι το στόμα των περισσότερων δημοσιογράφων είναι γεμάτο από τα χαλίκια της διανοητικής βραδυγλωσσίας, το χέρι τους βαρύ από τη σκοπιμότητα ενός «γράφω» επαγγελματικά και όχι ενός «γράφομαι» ερασιτεχνικά.
Πλήρωσα ακριβά την εγγραφή μου στους καταλόγους της αδιάλειπτης δημοσιότητας, αλλά μονολόγησα μια ζωή δημόσια, διαπιστώνοντας πως τίποτα δεν επέστρεψε σε μένα εκτός απ’ το κακομαθημένο επίθετο. Τίποτα δεν έμαθα για τον εαυτό μου από τη δημοσιότητα. Με την ποίηση είναι άλλο πράγμα. Ο Μοντάλε σε μια φανταστική συνέντευξή του (περιοδικό Δέντρο, τεύχος 183-184) σημειώνει και αυτός πως η ποίηση είναι μέρος της ζωής κάποιου που στην ουσία δεν ζει, αλλά πως αυτό διόλου δεν σημαίνει ότι ένας ποιητής απαρνιέται τη ζωή. Αντίθετα, η ζωή είναι αυτή που «αναλαμβάνει να τού ξεφύγει».
Και για να τελειώνουμε, από τη σκοπιά αυτού του πολέμου της ζωής εναντίον της ζωής, ο ποιητής μπορεί να ισχυριστεί ότι η γραφή τού φυλάει τη διαφορά του με τη ζωή η οποία φυλάει το ποίημα.
YΓ.: Στην ευρυγώνια φωτογραφία της ορκωμοσίας του υπουργικού συμβουλίου («Καθημερινή» της Κυριακής), αγγίζοντας τον ώμο ο ένας του άλλου, αυτά τα χάλκινα κύμβαλα που μας κυβερνούν δέχονται -σκυμμένοι ελαφρά προς τα εμπρός- σαν τους καλούς αγωγούς τα κιλοβάτ απιστίας που παράγει το πολιτικό μας σύστημα, περιλαμβανομένων των παπάδων με τα εξαπτέρυγά τους.
Μια ανθρώπινη γεννήτρια θανατηφόρου ρεύματος χωρίς ασφάλειες και γειώσεις. ΚΙΝΔΥΝΟΣ - ΘΑΝΑΤΟΣ
σχόλια