Του Θοδωρή Γεωργακόπουλου, απ' το georgakopoulos.org
Εισαγωγή: Θα κάνω τώρα μία απόπειρα να περιγράψω την Ελληνική Κρίση με πολύ απλά λόγια, όπως την καταλαβαίνω εγώ (όπως ένα πεντάχρονο δηλαδή). Αφορμή είναι μερικές συζητήσεις των τελευταίων ημερών με ανθρώπους μορφωμένους και κατά τα άλλα σοβαρούς, καθώς και πολλά από τα σχόλια που διαβάζω πότε πότε σ’ αυτό εδώ το site και σε άλλα μέρη του αχανούς ίντερνετς. Εσύ, μιας κι είσαι εδώ, μάλλον ξέρεις πάρα πολύ καλά τι συμβαίνει, βεβαίως. Αλλά δες το παρακάτω σαν άσκηση. Υπάρχει πιο απλός τρόπος να πεις κάτι που στην ουσία του δεν είναι, δα και τόσο περίπλοκο; Μήπως αυτό είναι το πρόβλημα; Μήπως πρέπει να το συζητήσουμε πιο απλά;
Λοιπόν:
Έστω ότι εμείς οι Έλληνες ήμασταν δέκα άνθρωποι όλοι όλοι.
Δέκα εκατομμύρια είμαστε, αλλά έστω ότι είμαστε δέκα, σκέτοι.
Έστω ότι αυτά τα χρόνια δουλεύαμε σκληρά και πολύ και παίρναμε 10 λεφτά ο καθένας για τη δουλειά μας. Σύνολο 100 λεφτά όλοι μαζί.
Η δουλειά μας, όμως, παρήγαγε αγαθά και υπηρεσίες που όλες μαζί άξιζαν 50 λεφτά.
Πολύ δουλεύαμε, καλά τα κάναμε, αλλά αυτά που φτιάχναμε δεν ήταν πράγματα πολύ υψηλής αξίας, κυρίως γιατί ήταν υπηρεσίες που πουλάγαμε μεταξύ μας. Δεν φτιάχναμε αυτοκίνητα ή κομπιούτερ, ας πούμε, που έχουν υψηλή αξία. Δουλεύοντας εξίσου σκληρά με εργαζόμενους σε χώρες που σχεδιάζουν αυτοκίνητα και κομπιούτερ, εμείς παράγαμε προϊόντα χαμηλότερης αξίας. Αξίας 50 λεφτών.
Αλλά πώς παίρναμε 100;
Απλό: Δανειζόμασταν λεφτά από τους ξένους.
Αυτά τα έπαιρνε το κράτος που λεγόταν ΠΑΣΟΚ και το ήλεγχε ένας κύριος που τον λέγαν Ανδρέα Παπανδρέου και τα έδινε σε πολύ κόσμο άμεσα ή έμμεσα, με προσλήψεις στο δημόσιο, επιδόματα, φοροαπαλλαγές, ανοχή της παραοικονομίας, και πολλούς άλλους ευφάνταστους τρόπους. Ο κύριος Ανδρέας τα έδινε στον κόσμο, και αυτός τον ψήφιζε. Ο κύριος Ανδρέας τους αγόραζε, κι αυτοί πουλιόντουσαν. Δεν το έλεγαν μεταξύ τους, όμως, και έτσι μετά από λίγο καιρό έπαψαν να το σκέφτονται έτσι. Συνήθισαν. Μετά ήρθε το άλλο κράτος που λεγόταν Νέα Δημοκρατία και έδινε τα δανεικά και στον υπόλοιπο κόσμο. Έτσι τα 5 που έπρεπε να παίρνει ο καθένας μας (ή πες 4, αν αφήναμε και 1 λεφτό για το κέρδος του καπιταλιστή αφεντικού, θα σου εξηγήσω άλλη φορά τι είναι αυτό) γίναν 10. Τα 50 γίναν 100.
Ακόμα και επιχειρηματίες, μεγάλοι άνθρωποι, έξυπνοι, νόμιζαν ότι λειτουργούσε κανονικά αυτό το πράγμα. Ότι δεν υπήρχε κάποιο πρόβλημα. «Μα αφού πούλαγαν», μου έλεγαν όταν κουβεντιάζαμε τα βάσανά τους, εννοώντας τα προϊόντα τους.
Το πρόβλημα ήταν ότι τα προϊόντα τους οι Έλληνες καταναλωτές τα αγόραζαν με λεφτά που δεν ήταν δικά τους στην πραγματικότητα. Ήταν ξένα δανεικά. Αυτό φαίνεται θολό και αφηρημένο όταν σου συμβαίνει. Είναι δύσκολο να το καταλάβουν οι άνθρωποι, γιατί πολλοί από αυτούς δούλευαν πραγματικά, δεν κάθονταν, και πληρώνονταν με λεφτά και πολύ φυσιολογικά θεωρούσαν ότι τα αξίζουν και αυτά είναι τα λεφτά που πρέπει να παίρνουν. Ο κάθε ένας κοίταγε πόσο δουλεύει και πόσα λεφτά παίρνει, κοίταγε και πόσα παίρνει ο δίπλα, έβλεπε και τι αμάξι οδηγεί ο τάδε και τι σπίτι χτίζει ο δείνα, και σιγά σιγά όλοι απέκτησαν μια αντίληψη για το πόσα λεφτά αξίζει η δουλειά που έκαναν. Η αντίληψη αυτή ήταν 10. Σύνολικά, δηλαδή, 100.
Τα χρόνια περάσαν, δεκαετίες ολόκληρες, και οι άνθρωποι ξέχασαν ότι στην πραγματικότητα τα πράγματα που έφτιαχναν εξακολουθούσαν να αξίζουν 50 λεφτά. Τα δανεικά δεν χρησμοποιήθηκαν για να φτιαχτεί καλύτερη χώρα και να φτιάχνονται καλύτερα πράγματα εδώ. Σπαταλήθηκαν για να αγοράζουμε ακριβά τις υπηρεσίες μας μεταξύ μας. Πάρα πολύς κόσμος, εξάλλου, έκλεβε αυτά τα λεφτά, λίγα ή πολλά, ανάλογα.
Και κάποια στιγμή, οι ξένοι που δάνειζαν, αποφάσισαν να ζητήσουν τα δανεικά τους πίσω. Και η Ελλάδα, που τόσο καιρό μοιραζόταν 100 και έφτιαχνε 50, δεν είχε να πληρώσει.
Όταν αυτό το κατάλαβαν όλοι, σταμάτησαν να της δανείζουν και η Ελλάδα πτώχευσε.
Αυτή ήταν η Ελληνική κρίση, μια πολύ δύσκολη και επώδυνη στιγμή στην ιστορία αυτής της μικρής χώρας. Τελείωσε το 2010.
Στη συνέχεια, τα τελευταία δύο χρόνια, έγιναν πολλά πράγματα, σχεδόν όλα άσχημα. Άσχημα πράγματα συνεχίζονται να γίνονται κάθε μέρα, πλέον. Είσαι μικρό παιδί αλλά σιγά σιγά πρέπει να αρχίσεις να τα καταλαβαίνεις, γιατί καθώς μεγαλώνεις θα δεις ακόμα χειρότερα. Εμείς οι πιο μεγάλοι υπήρξαμε τυχεροί, ζήσαμε μερικά χρόνια με 10. Εσύ, δυστυχώς, πλέον δεν θα μπορείς να παίρνεις ούτε τα 5 που, θεωρητικά, σου αξίζουν. Έτσι όπως τα κάναμε, δεν θα μπορείς να παίρνεις ούτε 1.
Θα σου εξηγήσω αργότερα τι σημαίνει «υποτίμηση».
Προς το παρόν πρέπει να μάθουμε επειγόντως τις πράξεις. Και πρώτα τον πολλαπλασιασμό.
Να μάθεις να πολλαπλασιάζεις με το 340,75, στην καλύτερη περίπτωση.
(οκ, δε έβρισκα φωτογραφία πεντάχρονου)
σχόλια