Σε αρκετές από τις παλιές ασπρόμαυρες ταινίες του '50 και '60 ακούγεται το όνομα της Σοράγιας. Σε μιά σκηνή η Σπεράντζα Βρανά έχει ανέβει στην άμαξα και λέει στον οδηγό να ξεκινήσει με τη φράση «Ξεκίνα, αισθάνομαι Σοράγια, σήμερα!».
Η Σοράγια ήταν γνωστή και ως «Θλιμμένη Πριγκίπισσα». ''Σοράγια'' είναι αραβική λέξη και είναι ο αστερισμός των Πλειάδων, της γνωστής μας Πούλιας. Ανήκει στο λεξιλόγιο όλων των λαών της Εγγύς Ανατολής για να αποδώσει τον αστερισμό. Στα τουρκικά ως Süreyya, ενώ στα περσικά και αραβικά γράφεται και αποδίδεται το ίδιο, ως Σοράγια, ثریا .
Η Σοράγια Εσφαντιάρη - Μπαχτιάρη υπήρξε η δεύτερη σύζυγος του τελευταίου Σάχη του Ιράν, Μοχάμμαντ Ρεζά Παχλαβί και βασίλισσα του Ιράν στο διάστημα 1951 – 1958. Γεννήθηκε στο Ισπαχάν του κεντρικού Ιράν το 1932 από πατέρα Ιρανό διπλωμάτη και γόνο της αριστοκρατικής φυλής των Μπαχτιάρ και μητέρα Γερμανίδα, ρωσικής καταγωγής. Μετά την παιδική ηλικία, η οικογένεια μετακόμισε στο Μόναχο όπου ο πατέρας της διετέλεσε ακόλουθος της πρεσβείας του Ιράν ενώ η ίδια η Σοράγια φοίτησε σε κάποια από τα καλύτερα κολλέγια της Λωζάννης και φιλοδοξούσε να λάβει μαθήματα υποκριτικής στο Λονδίνο.
Το 1949, ο Σάχης χωρίζει με την πρώτη του σύζυγο, Βασίλισσα Φαουζία, την πανέμορφη αδερφή του Βασιλιά Φαρούκ της Αιγύπτου. Μαζί της έχει αποκτήσει μια κόρη, την πριγκίπισσα Σαχνάζ ενώ εκκρεμεί ο πολυπόθητος διάδοχος. Αποφασίζοντας να ξαναπαντρευτεί, μια σειρά από κυρίες της άρχουσας τάξης προσκαλούνται στα ανάκτορα για να αφήσουν φωτογραφίες και στοιχεία νεαρών γυναικών της οικογένειάς τους, που βρίσκονται σε ηλικία γάμου. Στη Μέση Ανατολή σε αντίθεση με την Ευρώπη, οι βασιλικοί οίκοι είναι ελάχιστοι και την περίοδο εκείνη δεν υπάρχει κάποια γαλαζοαίματη για παντρειά. Μία από τις θείες της Σοράγιας αναλαμβάνει να παρουσιάσει την ανηψιά της σε φωτογραφία, εν αγνοία της ίδιας της Σοράγιας. Ο Σάχης ενθουσιάζεται και σύντομα η Σοράγια με την οικογένεια της καλούνται στην Τεχεράνη για να γνωριστούν με τη βασιλική οικογένεια.
Ο έρωτας κεραυνοβόλος και για τους δύο. Το ζευγάρι παντρεύεται το 1951 σε μια μεγαλοπρεπή τελετή στα ανάκτορα Γκολεστάν της Τεχεράνης. Η Σοράγια φοράει ένα νυφικό που έραψε ο οίκος Dior με 20.000 φτερά και 6.000 πέρλες και ζυγίζει σχεδόν 30 κιλά. Αλλά την ημέρα της τελετής η Σοράγια είναι βαριά άρρωστη με έντονο κρυολόγημα. Τις φοράνε μάλλινες κάλτσες και ο Σάχης με έναν υπασπιστή του, παίρνουν το νυφικό και με ένα ψαλίδι κόβουν την ουρά 8 μέτρων, προκειμένου η Σοράγια να μπορέσει να το κουβαλήσει και να μην σωριαστεί από το βάρος.
Αυτομάτως η Σοράγια γίνεται πασίγνωστη μέσω του διεθνή τύπου, τόσο για την εκπληκτική ομορφιά της όσο και για το νέο τίτλο που φέρει. Περιοδικά όλων των χωρών φέρουν αναρίθμητα εξώφυλλα με τις φωτογραφίες της ενώ οι δημοσιογράφοι πασχίζουν να αποσπάσουν μια έστω, δήλωσή της. Η δημοσιογράφος Μαρία Ρεζάν ήταν η πρώτη στην Ελλάδα που κατάφερε να πάρει συνέντευξη από τη Σοράγια. Οι δύο γυναίκες μίλησαν σε μια σουίτα της Μεγάλης Βρετανίας και η Ρεζάν δεν δίστασε να εμψυχώσει την θλιμμένη πριγκίπισσα ότι θα καταφέρει κάποια στιγμή να αποκτήσει τα δικά της παιδιά.
Το 1953 η πολιτική σταθερότητα στο Ιράν κλονίζεται. Ο πρωθυπουργός Δρ. Μοσαντέκ καταφέρνει να εθνικοποιήσει την εκμετάλλευση πετρελαίου που μέχρι τότε βρισκόταν υπό τον έλεγχο της British Oil. Η Μεγάλη Βρετανία επιβάλλει εμπάργκο στο Ιράν που συντόμως προκαλεί κοινωνικές αναταραχές. Το παράνομο κομμουνιστικό κόμμα Τουντέχ δράττει την ευκαιρία να ηγηθεί των διαδηλώσεων που γρήγορα μετατρέπονται σε εκρήξεις αντιπάθειας προς τη μοναρχία. Οι διαδηλωτές γκρέμισαν τους ανδριάντες του Σάχη από κεντρικά σημεία πόλεων και ο Μοσαντέκ συνασπίστηκε μαζί τους. Υπό τον φόβο της επιδείνωσης και επικράτησης του κομμουνισμού, ο Σάχης και η Σοράγια εγκαταλείπουν εσπευσμένα το Ιράν για τη Ρώμη, που παραμένουν για μια εβδομάδα. Στο διάστημα αυτό, η CIA και οι βρετανικές μυστικές υπηρεσίες συνεργάζονται με τις ιρανικές Ένοπλες Δυνάμεις, συλλαμβάνουν κατόπιν ένοπλης μάχης τον Μοσαντέκ, τους συνεργάτες του και μέλη του Τουντέχ και αποκαθιστούν την τάξη, καλώντας το βασιλικό ζεύγος σε επιστροφή.
Τα χρόνια περνούν αλλά η δυναστεία δεν αποκτάει διάδοχο. Η Σοράγια εξετάζεται σε κλινικές του εξωτερικού και διαπιστώνεται η δυσκολία τεκνοποίησης. Παρά τον σφοδρό έρωτα αλλά για την επιβίωση της δυναστείας των Παχλαβί, το 1958 ο Σάχης ανακοινώνει στον ιρανικό λαό το διαζύγιο του με την Σοράγια. Η ίδια εγκαταλείπει για πάντα το Ιράν με μία γενναιόδωρη χορηγία. Έκτοτε μοιράζει τον χρόνο της σε κοσμικές εκδηλώσεις και ταξίδια αναψυχής σε ελληνικά νησιά και την γαλλική Ριβιέρα. Το 1964 αποπειράθηκε να ασχοληθεί με την υποκριτική. Ερμήνευσε τον πρωταγωνιστικό ρόλο στην ταινία «Τα τρία πρόσωπα» (I tri volte) που σκηνοθέτησε ο Φράνκο Ιντοβίνα και με τον οποίον συνδέθηκε ερωτικά. Η ταινία και η ερμηνεία της Σοράγιας δεν έλαβαν καθόλου καλές κριτικές, αποθαρρύνοντάς την να συνεχίσει το εγχείρημα. Το 1972, για δεύτερη φορά, η μοίρα παίζει άσχημο παιχνίδι καθώς ο Φράνκο σκοτώνεται σε αεροπορικό δυστύχημα. Τελικώς εγκαθίσταται μόνιμα στο Παρίσι ακολουθώντας την πολυτελή ζωή που ήξερε να κάνει ενώ στενοί φίλοι της έκαναν λόγο για εθισμό σε αλκοόλ.
Πέθανε τον Οκτώβριο του 2001 σε ηλικία 69 ετών, από αιφνίδιο εγκεφαλικό επεισόδιο. Η καθαρίστρια της την βρήκε νεκρή εντός του σπιτιού της, την επόμενη μέρα. Ενταφιάστηκε στον οικογενειακό τάφο των Μπαχτιάρ στο Μόναχο.
Η περιουσία της ύψους 80 εκατομμυρίων ευρώ μεταβιβάστηκε στον αδερφό της Μπιζάν, ο οποίος όμως πέθανε μία εβδομάδα ακριβώς μετά τη Σοράγια. Καθότι δεν υπήρχαν άλλοι κληρονόμοι, το κρατίδιο της Ρηνανίας διεκδίκησε επιτυχώς την περιουσία και τελικά τα πλούτη της Σοράγιας έγιναν έξοδα καθαρισμού και ηλεκτροδότησης του κρατιδίου. Όπως όριζε και η ίδια στην διαθήκη της, τα προσωπικά αντικείμενα της δημοπρατήθηκαν. Ρούχα υψηλής ραπτικής συμπεριλαμβανομένου του νυφικού της, κοσμήματα αμύθητης αξίας και έργα τέχνης δημοπρατήθηκαν συνολικώς για 8 εκατομμύρια ευρώ. Η Σοράγια που έτρεφε μεγάλη αγάπη για το νησί της Μυκόνου και το επισκεπτόταν τακτικά, είχε δωρίσει στην κοινότητα του μια από τις πολύτιμες τιάρες της.
σχόλια