Συνεστίασις
Εκεί, στον Ένοικο, στην Καλλιδρομίου εκεί, και σήμερα ακόμα, Απρίλιος του 2014 είναι, φτάνουν μηνύματα σε μπουκάλια, φτάνουν από το μέλλον ραβασάκια και από το παρελθόν πονήματα. Έφτασε το βιβλίο, που είδαμε εδώ χθες το εξώφυλλό του, Συνεστίασις, του Τρίτου από της Αληθείας, και Αλφαβητικώς εκ των Έξι, του Ηλία Λάγιου.
Εκεί, στον Ένοικο, στην Καλλιδρομίου εκεί, ο χρόνος είναι ρήμα, όπως είπε προ ετών, ο Έκτος εκ των Έξι, αλφαβητικώς πάντα, ο συγγραφέας της Ιστορίας της Μουσικής, ο Θάνος Σταθόπουλος.
Εκεί στον Ένοικο, στην Καλλιδρομίου εκεί, για δέστε πώς συνεχίζεται η συζήτησις που άνοιξε ο Λάγιος με την Συνεστίασι, ο Σταθόπουλος με την Ιστορία της Μουσικής, και ο Βακαλόπουλος, ο Πρώτος των Έξι, ο Βακαλόπουλος με τη Γραμμή του Ορίζοντος που είχε για πατρόν την Κλίμακα του Σιναΐτη.
Εκεί στον Ένοικο, στην Καλλιδρομίου εκεί, ένα τότε μειράκιο και νυν συγγραφέας ολκής και πολυεργαλείο της σκέψης και σκυταλοδρόμος του στοχασμού και παίκτης/ρέκτης κι αυτός ήδη μέγας και τρανός, πιάνει τραπεζάκι, παραγγέλνει -- σε αντίθεση με τους Ηλεκτρολεττριστές Βελή Νικόλαο και Γιαννόπουλο Εμμανουήλ, σε αντίθεση με τους Θαμώνες της Μπάρας Οδυσσέα Γεωργίου και Λάμπρο Λιάγκο και Τάσο Παυλόπουλο, σε αντίθεση ακόμα και με την Λαϊκή Ελίτ των Έξι (Αρανίτση, Βακαλόπουλο, Λάγιο, Μπαμπασάκη, Παπαγιώργη, Σταθόπουλο), αλλά και με την Βίκυ των Έξι που έπινε μόνον τζιν με τόνικ, ο εν λόγω Σκυταλοδρόμος, 1. κάθεται μόνος, 2. πίνει μόνος, 3. γράφει μόνος, 4. παραγγέλνει απανωτά μπέρμπον με παγάκια (πρωτοφανέστατη παραγγελία), και 5. δεν τεμπελιάζει ποτέ!
Εκεί στον Ένοικο, στην Καλλιδρομίου, εκεί ο Κυριάκος Μαργαρίτης πιάνει και γράφει:
1. Η Παρεξήγηση
Η προσάρτηση της Ελλάδας στο δυτικό πολιτισμικό σενάριο έχει σφυρηλατήσει μιαν πολιτισμική παρεξήγηση, που όσο είναι κραυγαλέα, άλλο τόσο προβάλλει ως θέσφατο που μόνον οι «αρνητές» αμφισβητούν.
Η επαφή με τη Δύση, όμως, υπήρξε γόνιμη στο βαθμό που την διαχειρίστηκαν οι υποτιθέμενοι αρνητές (ο Παπαδιαμάντης στην πεζογραφία, ο Τσαρούχης στη ζωγραφική, ο Χατζιδάκις στη μουσική κ.ά.), την ίδια ώρα που, από τους θιασώτες, η επαφή εκφυλίστηκε σε γελοίο μιμητισμό.
Χρειάζεται να την σκεφτούμε ξανά. Είναι άθλημα αυτογνωσίας, και ανακάλυψη του προσώπου με το οποίο κοιτάζουμε τον (και κοιταζόμαστε στον) κόσμο.
Εν προκειμένω, σκέφτομαι ότι κοιτίδα της παρεξήγησης, είναι η επιπόλαιη εγγραφή στο (επίσημο) δυτικό υπόδειγμα εκείνων των στοιχείων τα οποία, επί της ουσίας, το αρνούνται. Για να παραφράσω το αναρχικό σύνθημα: Ό,τι αγαπήσαμε στη Δύση, ήταν πάντα εναντίον της.
Εντούτοις, κρατάμε τον αντιρρητικό χαρακτήρα του λόγου και τον προβάλλουμε, ανακατώνοντας άλλα αντί άλλων, σε συνθήκες εντόπιες, και τελείως ξένες προς τον ίδιο τον λόγο.
Ως χοντροκομμένο, αλλά ενδεικτικό, παράδειγμα, σκέφτομαι το χαρμόσυνο νιτσεϊκό ευαγγέλιο περί του νεκρού μεταφυσικού θεού και την ευκολία με την οποία το ενστερνιζόμαστε, μιλώντας για ένα θεό για τον οποίο αγνοούμε τα πάντα, με πρώτο και καλύτερο το γεγονός ότι ο καθ' ημάς Θεός είναι βαθύτατα αντί-μεταφυσικός.
Αλλά δεν είναι θεολογικό αυτό το κείμενο. Είναι υπαρξιακό-οντολογικό. Και παρακολουθεί τη συνομιλία ενός ποιητή και ενός αγίου, θέλοντας, υπό μια έννοια, να θυμίσει την αρχαιοελληνική συνθήκη σύμφωνα με την οποία οι Ιερείς ήταν Ποιητές, και η Τέχνη, εκδήλωση Πίστεως στη Ζωή.
Συνεχίζεται. Αύριο: Η Ταφόπλακα και η Κλίμακα
σχόλια