Διαβάζοντας την τελευταία εβδομάδα, τις πεντακόσιες πρώτες σελίδες απ το μυθιστόρημα του Τζόναθαν Φράνζεν «Ελευθερία»(μένουν άλλες 282) ο εαυτός μου με ξάφνιασε ευχάριστα. Είχα την εντύπωση ότι με όλο αυτό το κουτσό που παίζω στις γειτονιές του ίντερνετ την τελευταία δεκαετία, από πληροφορία σε πληροφορία δεν υπήρχε χώρος όπως παλιά για ένα βιβλίο. Δεν είναι ότι δεν διάβασα βιβλία τα τελευταία χρόνια ή ότι διάβαζα λες και όφειλα μια υποχρέωση απέναντι στον ίδιο μου τον εαυτό (όπως το να αρχίσεις γυμναστική ή να περιορίσεις τα τηγανητά) αλλά ήταν πολύ λίγες οι φορές που αισθάνθηκα σαν να πάσχω από «πνευματική βουλιμία»( σ. σ αδόκιμος ο όρος σίγουρα, αλλά δεν μπορώ να το περιγράψω καλύτερα). Ήταν ακόμα πιο λίγες οι φορές που ανυπομονούσα να χωθώ στις σελίδες ενός βιβλίου, που βυθιζόμουν τόσο πολύ που ακόμα και ο θόρυβος γύρω μου δεν με ενοχλούσε(γενικά δεν φημίζομαι για την συγκέντρωση μου), που συνέχισα να διαβάζω μετά τις 1 το βράδυ σαν να έχω εξεταστική.
Αυτό που με έχει κρατήσει ως τώρα στην «Ελευθερία» είναι ότι ο Φράνζεν μοιάζει να έχει βγάλει τον σκασμό συγκριτικά με πολλούς άλλους συγγραφείς που έχω διαβάσει. Μιλάει για ότι μας ενοχλεί, ψιθυρίζοντας τις αλήθειες που όλοι ξέρουμε αλλά δεν τολμάμε να παραδεχτούμε, χωρίς να θέλει να σου τις επιβάλει. Αφουγκράζεται τους ήρωες του χωρίς επικριτική διάθεση. Πετάει οτιδήποτε περιττό ή κουραστικό για τον αναγνώστη και μπαίνει στην ουσία της ιστορίας. Οι σελίδες μοιάζουν να γυρίζουν αυτόνομα, χωρίς καν εσύ να μπαίνεις στον κόπο να κάνεις την κίνηση. Σχεδόν μεταφυσικά.
Δεν περιμένεις να λυθεί κάποιο μυστήριο στο τέλος, ούτε έχεις αγωνία για την τύχη των ηρώων. Θες απλά να βρίσκεσαι μέσα στις σελίδες του βιβλίου. Μόνο να βρίσκεσαι. Θυμίζει dj που έχει διασκευάσει την ίδια την ζωή, την έχει βγάλει απ το φρενήρη ρυθμό της, έχει κατεβάσει τα bpm σε τέτοιο βαθμό ώστε την έχει μετατρέψει σε ένα καινούριο κομμάτι που θες να ξανακούσεις. Να ξαναζήσεις
Καθώς διαβάζεις, υπάρχει η πιθανότητα να σκεφτείς ότι η γραφή είναι κάτι εύκολο, ότι ίσως να έχει βρει μια φόρμα και δουλεύει πάνω σε αυτή, ότι το βιβλίο του είναι εύπεπτο, ένα ξεκούραστο ανάγνωσμα που φεύγει γρήγορα μέχρι που πέφτεις σε κάτι σαν αυτό
«Το πρώτο λεπτό της εργάσιμης μέρας σου θυμίζει όλα τ άλλα λεπτά απ τα οποία αποτελείται μια μέρα, και δεν είναι ποτέ καλό να σκέφτεσαι κανείς το κάθε λεπτό ξεχωριστά. Μόνο όταν άλλα λεπτά ενώνονται με το γυμνό, μοναχικό πρώτο λεπτό αρχίζει η μέρα να μπαίνει σε μεγαλύτερη ασφάλεια στο πετσί του ρόλου της.» και σταματάς για να σκεφτείς το χρόνο που φεύγει, όλα αυτά τα χαμένα λεπτά, που γίνονται ώρες, μέρες, μήνες, χρόνια, που δεν θα ξαναγυρίσουν.
Ή όταν η κόρη της οικογένειας η Τζέσικα, μιλάει για τον εαυτό της και τον όγκο των εξωσχολικών δραστηριοτήτων που είχε λέγοντας «Ήμουν σαν Μητέρα Τερέζα φτιαγμένη με σπίντ» και σκέφτεσαι ότι δεν υπάρχει καλύτερος χαρακτηρισμός για το φορτίο που σηκώνουν αρκετοί έφηβοι στους ώμους τους, ώστε να ελαφρύνουν την ματαίωση των γονικών ονείρων.
«Θυμήσου ότι ο αναγνώστης είναι φίλος σου» είχε γράψει ο Φράνζεν σε ένα δεκάλογο που απευθυνόταν στους νέους συγγραφείς. Ο Φράνζεν είναι σωστός φίλος γιατί με τον τρόπο του θα σου πει την αλήθεια και όχι αυτό που θες να ακούσεις. Αλλά πάντα με τον τρόπο του.
Υ. Γ
Όσοι αγαπάνε να αποκαλούν οτιδήποτε μας έρχεται απ την άλλη πλευρά του Ατλαντικού με τον δήθεν υποτιμητικό χαρακτηρισμό «αμερικανιά», είναι βαθιά νυχτωμένοι.
σχόλια