(το σαββατιάτικο live του Παυλίδη , η λαική της Τρίτης , η φωνή του Καζαντζίδη απο το ανοιχτό παράθυρο)
Το σαββατιάτικο live του Παυλίδη
Η τελευταία φορά που είχα δει τον Παυλίδη ήταν πριν 7 χρόνια περίπου , στο River party της Καστοριάς. Εκείνος σε ρόλο μοναχικού τροβαδούρου και εμείς βουτηγμένοι μέχρι τους αστραγάλους στην λάσπη της τετραήμερης βροχής .Ανάμεσα τους και ένας πιωμένος-μαστουρωμένος –ότι να ναι που του έσερνε ότι μπορείς να φανταστείς και ζητούσε να παίξει «τα παλιά ρε». Εκείνος άκουγε τα πάντα πεντακάθαρα (η απόσταση από την μικρή σκηνή , το επέτρεπε) χωρίς να επηρεάζεται καθόλου. Όταν η συναυλία τελείωσε απάντησε απ το μικρόφωνο στο ασταμάτητο μπινελίκι του «Έλα πίσω από την σκηνή να σου απαντήσω σε ότι θες» .Κανείς μας δεν έμαθε την συνέχεια.
Απόψε το βράδυ στο Fuzz , το κοινό είναι τόσο ήσυχο(«Αναρωτιέμαι αν σας αρέσει όλο αυτό»)ακούει με προσήλωση την κάθε του λέξη .Θα μπορούσε να είναι το κοινό της Monika , που έπαιζε τα δυο προηγούμενα βράδια , ένα πλήθος από εικοσάχρονα παιδιά που έχει γεμίσει ασφυκτικά το club.
Εμφανίζεται γύρω στις δέκα και από την αρχή μας πετά «τροφή στα θηρία» .Έχει το χάρισμα να με κάνει να ξεχνώ την εποχή που ζούμε .Λες και κάποιος έχει τραβήξει την πρίζα και το downloading , η ελευθερία –ασυδοσία του έτοιμου στο πιάτο , το hype που πεθαίνει σε μια εβδομάδα το πολύ ,το σκυλολόι μας έχει εξαφανιστεί .Για τρεις ώρες μόνο αυτός με τους B movies , τίποτα περιττό , τίποτα άνευ λόγου και αιτίας .Μοιάζει σαν η μουσική να ξαναβρίσκει στο πρόσωπο του αυτό που πάντα ήταν αλλά φαίνεται τα τελευταία χρόνια το έχουμε ξεχάσει :Δώρο για τις ψυχές.
Οι ιστορίες του μιλούν για μάγισσες , μηχανές , γκρεμούς ,κόσμους αόρατους , περίεργες πολυθρόνες , αερικά. Υπάρχουν στιγμές που αισθάνομαι αυτό το ηλίθιο συναίσθημα της εθνικής περηφάνιας. Πόσο χαίρομαι που αυτός ο τύπος είναι δικός μας
Η λαϊκή της Τρίτης
Κάθε φορά η βόλτα μου στην λαϊκή είναι η συνάντηση με τους ανθρώπους που κάποια ελληνικά έντυπα ονόμασαν «ανθρωπένιους» , ένας από τους πιο εύστοχους νεολογισμούς των τελευταίων χρόνων .Οι φωνές , οι ρυτίδες τους , οι ατάκες τους , το μάλλον ειλικρινές ενδιαφέρον για να μάθουν νέα σου (που και ψεύτικο να είναι πάλι καλό είναι γιατί όπως είπε και η lenfou στο twitter «Δεν θέλω να ξέρω τον πραγματικό εαυτό των ανθρώπων αλλά τον καλύτερο») σε φέρνουν σε επαφή με την πραγματική ζωή.
Έχουμε συνηθίσει σε αυτό το ομογενοποιημένο τίποτα των εμπορικών , στις πωλήτριες που σε κοιτούν με την άκρη του ματιού σαν να είναι συνέταιροι του Γιάγκου Δράκου , που ο κόσμος της λαϊκής μας φαίνεται πρωτόγονος .Ίσως και να είναι .Εύχομαι να είναι τόσο αγροίκοι ώστε να κλωτσήσουν την επόμενη κάμερα καναλιού που θα τους παρουσιάσει ως καρικατούρες …
Ο Καζαντζίδης από το ανοιχτό παράθυρο
Από το ανοιχτό παράθυρο της κουζίνας ακούγεται η φωνή του Καζαντζίδη .Ένα ραδιόφωνο παίζει στο διπλανό διαμέρισμα που μένει ο πενηντάχρονος γιος με την μάνα του , το «δεν θα ξαναγαπήσω».Τα καθαρά χέρια , η μεγάλη καρδιά , το καλό παιδί και η δεύτερη ευκαιρία που αποζητά .Ακούγεται η φωνή του γιου , «Σου είπα κάνε τσάκιση , ρε μάνα αυτό το παντελόνι θέλει τσάκιση» .Ακούω το σίδερο να χτυπάει με δύναμη στην σιδερώστρα και ένα «ναι αγόρι μου» ενώ η φωνή του «Στελάρα» λέει κάτι για Θαλασσόδαρτο σκαρί και τσακισμένους βράχους .Δεν μπορώ να αποφασίσω αν πρέπει να γελάσω ή να εκνευριστώ. Κλείνω το παράθυρο…
σχόλια