Αυτές τις μέρες έχει έρθει η μάνα μου στην Αθήνα. Γυρίζω απ την δουλειά, βρίσκω έτοιμο φαγητό και ξαναγίνομαι ένα γκρινιάρικο παιδί. «Τι θα κάνω; Αν μου κάνουν και άλλη περικοπή, πως θα τα βγάλω πέρα;» της λέω καταπίνοντας την τροφή σαν μικρά κομματάκια θυμού. Εκείνη με κοιτάζει ψύχραιμα και μου λέει το «όπως όλοι και εσύ», ότι «συμβαίνουν και χειρότερα», ότι «πάντα γκρινιάρης ήσουν» και έχει δίκιο.Δεν κάνει αναφορά στις δυσκολίες που πέρασε η ίδια, με αφήνει μετέωρο, δεν έχω την ευκαιρία να γίνω για λίγα λεπτά ένας επαναστάτης γαιδουροέφηβος.
Πίσω μας, η τηλεόραση γεμίζει με εκατοντάδες φωνούλες, αυτές τις φωνούλες που θες να τις πνίξεις μια, μια. Όλες αυτές οι ζωντανές συνδέσεις, η ενημέρωση της στρούγκας για όλα τα πρόβατα. Στα τσακίδια όλα τα ιδιωτικά! Βλέπουμε την φάτσα του Παπανδρέου. Σιχτιρίζουμε σχεδόν ταυτόχρονα. Μετά λέω «Δεν φταίει αυτός. Δεν ήθελε να κυβερνήσει απ την αρχή. Κάνει μια δουλειά που δεν θέλει για αυτό είναι κακός. Τον πίεσαν. Η οικογένεια του φταίει. Η μάνα του φταίει. Ο νεκρός πατέρας του φταίει». Τον παρουσιάζω τόσο Γιωργάκη και ταυτόχρονα γίνομαι και εγώ ένας άλλος –ακης. Είμαι ένα παιδί και με κυβερνά ένα παιδί. Είναι σκληρός ο κόσμος των μεγάλων.
Μετά η μαμά πέφτει για ύπνο και εγώ μπαίνω στον ψηφιακό παιδότοπο. Πρώτα εδώ. Υπάρχουν στιγμές που ευγνωμονώ αυτή την γυναίκα. Πριν αρκετά χρόνια για το υπέροχο «Ψηλά τα χέρια». Τα τελευταία χρόνια για όλο αυτές τις εμφανίσεις της στα κανάλια. Μου θυμίζει σκληρή ηρωίδα του Αλμοδοβάρ. Μερικές φορές την φαντάζομαι στον ρόλο ταυρομάχου να κρατάει το (εννοείται) κόκκινο πανί και ο ταύρος να οπισθοχωρεί χωρίς καν να πέφτει πάνω της. Από πίσω θέλω να ακούγεται Los Panchos-Lo Dudo.
Μετά μπαίνω εδώ. Και ντρέπομαι που παραμένω ένα παιδί, που το μόνο που σκέφτεται είναι τον εαυτό του άντε και λίγο τα άλλα παιδιά της γειτονιάς του. Που ο κόσμος είναι γεμάτος με τέτοια παιδιά.
σχόλια