Η κυρία Δήμητρα και ο άντρας της, ο κύριος Γιάννης, δεν ζουν για να δουν την ήσυχη γειτονιά μας πεδίο μάχης με κροτίδες και δακρυγόνα. Πέθαναν πρόσφατα, όπως και ο κυρ-Δημήτρης ο περιπτεράς, ξαφνικά αυτός. Ούτε και οι δικοί μου ζουν πλέον εκεί, αφού μετά το bypass της μάνας μου, οι γιατροί της απαγόρευσαν να ανεβαίνει τις τρεις μεγάλες σκάλες της πολυκατοικίας.
Από το 2008 που μετακόμισα στην Αθήνα, ξέκοψα κι εγώ από την Αμφιάλη, τον τόπο που έζησα μέχρι τα 34 μου χρόνια. Κι αν καμιά φορά χρειάστηκε να κατέβω, κυρίως για να επισκεφτώ την υπέργηρη γάτα μας - 16 ετών σήμερα, καλά νά'ναι -, πάντα το έκανα με βαριά καρδιά και μ' ένα πνιγηρό συναίσθημα θλίψης.
Δε θα μπορούσα ποτέ να φανταστώ τη γειτονιά μου ως παράρτημα των Εξαρχείων. Μου φάνηκε σουρεαλιστική η εικόνα να συναντώ εν μέσω τρεχαλητού τον Γιάννη Φελέκη στην Αμφιάλη, να ανταλλάσσουμε ένα βουβό βλέμμα και ύστερα να χάνεται σε κάποιο στενό με μια σημαία τυλιγμένη σε κοντάρι στον ώμο του.
Σα να μην έζησα ποτέ εκεί μού φάνηκε ολόκληρη η περιοχή. Την ώρα που στο βάθος της λεωφόρου Γρ. Λαμπράκη έσκαγαν τα δακρυγόνα των μπάτσων το ένα μετά το άλλο, η μνήμη μου γύρισε πίσω στις αρχές του 1980, τότε που ήμουν μικρό παιδί, διάβαζα το μυθιστόρημα ''Μάγια η Μέλισσα'' του Βάλντεμαρ Μπόνζελς και έβλεπα μανιωδώς Μπόλεκ & Λόλεκ.
Το Κερατσίνι εκείνα τα χρόνια ήταν τελείως...Μπόλεκ & Λόλεκ. Είχε κομμουνιστή δήμαρχο, Σαράφογλου τον λέγανε και μετά πήγε στο ΠΑΣΟΚ, αλλά θυμάμαι που όλοι οι μεγάλοι τον αγαπούσαν και τον επαινούσαν επειδή είχε αδελφοποιήσει την πόλη μας με την πόλη Presov, τέως Τσεχοσλοβακίας, νυν Σλοβακίας.
Επί των ημερών του Σαράφογλου ξεκίνησα μαθήματα ζωγραφικής στο Πολιτιστικό Κέντρο Κερατσινίου που είχε πολύ σοβαρούς καλλιτέχνες ως δασκάλους σε όλους τους τομείς. Και κάπου εκεί στα έξι μου χρόνια άρχισα να συμπαθώ όποιον άκουγα ότι ήτανε κομμουνιστής.
Έχω την αίσθηση πως για μένα η έννοια της δημοτικής αρχής είχε σημασία μόνο κατά την παιδική ηλικία, καθώς στην πορεία τους είχα χεσμένους όλους τους δημαρχαίους.
Σήμερα το Κερατσίνι φάνηκε πόσο άρρωστο είναι, σαν όλες τις πόλεις που επωάζουν για τα καλά το αυγό του φιδιού. Το κομμάτι της Β΄Πειραιώς που αγάπησα έχει τοπική οργάνωση ναζήδων και ανθρωπόμορφα κτήνη που πληρώνονται για να ξυλοκοπούν μετανάστες, ακόμη και να σκοτώνουν αριστεριστές. Να το πω αλλιώς, φασίστες στα προσφυγικά στα Ταμπούρια να δω κι ας πεθάνω...
Μόνιμα συνδεμένος με το ραδιοφωνικό σταθμό Στο Κόκκινο 105,5 άκουσα τον Γεράρδη να μεταδίδει την εξής είδηση: Περίπου 20 άτομα με ρόπαλα στα χέρια κατευθύνονται προς την καφετέρια ''Το κοράλλι''. Αν είναι δυνατόν! Στο ''Κοράλλι'' κάποτε είχα αφήσει μια περιουσία σε φραπέδες και ατέλειωτες ώρες σε χασομέρι με τάβλι.
Είχα ακόμη έναν συμμαθητή στο δημοτικό, Παύλο Φύσσα. Σίγουρα δεν θα ήταν το παιδί που δολοφονήθηκε αφού με εκείνον τον Φύσσα ήμασταν στην ίδια τάξη, άρα είχαμε και την ίδια ηλικία. Ενδεχομένως να επρόκειτο για συγγενείς, αν και τι σημασία έχει τώρα πια.
Στις 11 το πρωί ο Παύλος Φύσσας κηδεύεται από το νεκροταφείο Σχιστού κι από αυτή την ώρα αστυνομικές δυνάμεις ζώνουν ήδη τον χώρο του κοιμητηρίου.
Θα πάρει πολλές μέρες να φύγει η όξινη μυρωδιά των δακρυγόνων από τη γειτονιά μου, που μάλλον ποτέ άλλοτε δε γνώρισε τέτοια μαζική βία, ούτε είδε τόσες χιλιάδες μαζεμένων ''επισκεπτών''. Θα έλεγα μάλιστα ότι για πρώτη φορά ένιωσα κυνηγημένος στους δρόμους της πόλης μου, βίωσα τον ομαδικό πανικό των μπάτσων που επιτίθενται και αναζήτησα malox για τα μάτια σαν κατάλαβα ότι πήγαινα για λιποθυμία.
Από το πρωί, λοιπόν, ο Παύλος θα αναπαύεται στο νεκροταφείο του Σχιστού, εκεί που επίσης αναπαύονται η κυρία Δήμητρα, ο κύριος Γιάννης, ο κυρ-Δημήτρης και πολλοί άλλοι Κερατσινιώτες που δεν πρόλαβαν να δουν τον μικρόκοσμο τους βαμμένο στο αίμα.
Κοίτα να δεις που σκόπευα το αποψινό post να ήτανε το review μου από την έναρξη των Νυχτών Πρεμιέρας, μα αντ' αυτού αναγκάζομαι να το κλείσω με ένα οικείο πια σύνθημα: Ούτε στο Κερατσίνι/ ούτε πουθενά/ τσακίστε τους φασίστες/ σε κάθε γειτονιά.