"Συνιστάται ιδιαίτερα για ερωτευμένους, αλλά και έτοιμους να ερωτευθούν" έγραφε χαρακτηριστικά το πρόγραμμα της χθεσινής συναυλίας του συνθέτη Μιχάλη Τρανουδάκη στο Αστεροσκοπείο Αθηνών! Ήταν πράγματι μια πολύ ωραία και γλυκιά βραδιά στην κορυφή του Λόφου των Νυμφών στο Θησείο, μπροστά στο ιστορικό κτίριο Σίνα - έργο του Θεόφιλου Χάνσεν, κάτω από έναν έναστρο ουρανό και με θέα τη φωτισμένη Αθήνα. Για την ακρίβεια, βάσει της φύσης της μουσικής και του όλου concept, αρτιότερος χώρος δε θα μπορούσε να βρεθεί γι'αυτή τη συναυλία!
Μια συναυλία που σίγουρα στους πρεσβύτερους θα θύμισε κάποιες χατζιδακικές βραδιές, όπου οι άνθρωποι στο σύνολο τους ήξεραν για ποιον ακριβώς λόγο ήταν εκεί. Εντύπωση μου είναι τώρα πως υπήρχε στο χώρο μια διάχυτη ερωτική ατμόσφαιρα που την επέβαλλαν σχεδόν οι στίχοι του Καβάφη, του Ελύτη, του Χρονά και των αγνώστων Κύπριων ποιητών μέσα από τις μελωδίες του Τρανουδάκη. Μια συναυλία - χρονομηχανή για εμάς τους νεότερους, απ' αυτές που παρακολουθούμε εν είδει ντοκουμέντων στο youtube με τη συμμετοχή Ιερών Τεράτων του ελληνικού τραγουδιού μιας άλλης εποχής.
Μια συναυλία που σίγουρα στους πρεσβύτερους θα θύμισε κάποιες χατζιδακικές βραδιές, όπου οι άνθρωποι στο σύνολο τους ήξεραν για ποιον ακριβώς λόγο ήταν εκεί.
Τα τρία πρώτα κομμάτια από τα ''Επτά Νυχτερινά Επτάστιχα'' του Οδυσσέα Ελύτη δεν τα πρόλαβα. Ένας κύκλος του συνθέτη που μου είναι άγνωστος, χωρίς να συμβαίνει το ίδιο με τα τραγούδια από τη ''Μυθολογία του Σαββάτου'' σε ποίηση Χρονά. Φτάνοντας στο Λόφο των Νυμφών και παίρνοντας τη θέση μου δίπλα στην παραγωγό του ΜεταΔεύτερου, Νατάσσα Βογιατζίδου (η συναυλία μεταδιδόταν ζωντανά από το www.metadeftero.gr), πέτυχα τον Τρανουδάκη στο πιάνο και τον Δημήτρη Βουτσά επί σκηνής να παίζουν το ''Αλκοόλ'', τα ''Κάτι χαλασμένα τζουκ μποξ'' και ''Το χαμάμι του Μουχτάρ Πασά''. Κομμάτια που γνωρίσαμε με τις δισκογραφημένες ερμηνείες της Μαρίας Δημητριάδη και του Βασίλη Λέκκα, αλλά και με μία μάλλον ξεπερασμένη σήμερα ηλεκτρική ενορχήστρωση. Γι' αυτό και η συνθήκη πιάνο - φωνή ταίριαξε πολύ στα τραγούδια, αποκαλύπτοντας τη ραχοκοκαλιά της μελωδίας τους.
Εκεί ήταν και ο ποιητής Γιώργος Χρονάς, ελαφρώς καταβεβλημένος από την πρόσφατη περιπέτεια της υγείας του. ''Ακούτε Καβάφη και Ελύτη, δύο νεκρούς ποιητές και, ξέρετε, παραλίγο να ήμουν κι εγώ νεκρός'' σχολίασε με γενναία δόση μπλακ χιούμορ για να προσθέσει στο τέλος: ''Ευτυχώς το μυαλό μου δουλεύει καλά ακόμη''! Προηγουμένως, θυμήθηκε το ιστορικό της ηχογράφησης της ''Μυθολογίας του Σαββάτου'' με αναφορές στη Δημητριάδη, τη μόνη ερμηνεύτρια που οι λέξεις έφευγαν σαν κέρματα από τα χείλη της, τότε που τα κέρματα είχαν αξία, καθώς και στον Μάνο Χατζιδάκι, όταν είχε διευθύνει τους τραγουδιστές στο στούντιο.
Το πρώτο μέρος της συναυλίας ολοκληρώθηκε με το τραγούδι ''Μακρυά'', τη μελοποίηση του Τρανουδάκη στο ομότιτλο ποίημα του Καβάφη, που είχε ηχογραφηθεί με τη φωνή του Παντελή Θεοχαρίδη για το τεύχος της Οδού Πανός - αφιέρωμα στον Αλεξανδρινό ποιητή. Ένα τραγούδι υπέροχο, για το οποίο ως και η Λένα Πλάτωνος είχε σχολιάσει πως ακούγεται σα να μην είχε χωρέσει στον ''Μεγάλο Ερωτικό'' του Χατζιδάκι!
Εννιά τραγούδια καινούργια σε ποίηση αγνώστων Κύπριων ποιητών του 16ου αι. είχαμε την ευκαιρία να ακούσουμε στο δεύτερο μέρος. Ο συνθέτης αποχώρησε από το πιάνο και τη θέση του πήρε στη σκηνή ο κλασικός κιθαρίστας Νίκος Χατζηελευθερίου, συνοδεύοντας τον Βουτσά. Μοιραία θυμήθηκα μία αντίστοιχη δισκογραφημένη εργασία του Μιχάλη Χριστοδουλίδη με την Αλίκη Καγιαλόγλου και τον Δώρο Δημοσθένους, τον δίσκο ''Την καρδιά μου πεθυμώντα'' πριν από ακριβώς 15 χρόνια, μόνο που εδώ η λιτή και άκρως λυρική ενορχηστρωτική προσέγγιση για κιθάρα - φωνή απέδωσε στην εντέλεια την αναγεννησιακή ατμόσφαιρα των στιχουργημάτων και των συνθέσεων. Ειδικά το τελευταίο κομμάτι από τα ''Κυπριώτικα Ερωτικά'' του Τρανουδάκη, το ''Εις ποιον σκλερόν βουνάριν'', κέρδισε πολύ σε χωροχρονικό και ρυθμολογικό επίπεδο, παραπέμποντας στα ''Πάθη από τον έρωτα'' του Χορτάτζη, πάλι από τον ''Μεγάλο Ερωτικό'' του Χατζιδάκι.
Με τα τελευταία πέντε κομμάτια από την ''Ποδηλάτισσα'' σε ποίηση Ελύτη, το τραγούδι του Δημήτρη Βουτσά ενώθηκε μ' αυτό του κόσμου, κάτι που φανέρωσε αν μη τι άλλο τη διαχρονικότητα του πλέον γνωστού και δισκογραφημένου έργου του συνθέτη. Το ''Σου τό'πα για τα σύννεφα'', ''Το κοχύλι'' και το ομότιτλο, ''Η Ποδηλάτισσα'', είναι πια all time classic συνθέσεις στους κόλπους του έντεχνου ελληνικού τραγουδιού.
Η συναυλία τελείωσε με μία υπόκλιση και ένα ευχαριστώ των συντελεστών της προς το κοινό, χωρίς κανένα ανκόρ. Λογικό, αφού η αίσθηση της πληρότητας είχε επιτευχθεί. Θα πρόσθετα και την αίσθηση της σεμνότητας, προσόν τόσο του Τρανουδάκη, όσο και του νεαρού ερμηνευτή του, μα πάνω απ' όλα ένα στοιχείο απαραίτητο εξίσου της Τέχνης που φτιάχνουν και υπηρετούν.
Άφησα για το τέλος τον τραγουδιστή Δημήτρη Βουτσά. Ένα νέο παιδί από τη Θεσσαλονίκη που παρ' ότι συνεργάζεται από το 2011 με τον Τρανουδάκη, υπεύθυνος για τη γνωριμία του με ένα μεγαλύτερο κοινό ήταν ο Παρασκευάς Καρασούλος με την Τέταρτη Ακρόαση της Μικρής Άρκτου του. Από τον Βουτσά άκουγες και καταλάβαινες μία - μία τις λέξεις που τραγουδούσε, κάτι που ήταν πρωταρχικής σημασίας, μιας και επρόκειτο για μελοποιημένη ποίηση και μάλιστα και στην κυπριακή διάλεκτο. Νομίζω πως έχει έρθει η ώρα να κάνει έναν ολόκληρο προσωπικό δίσκο, είτε με τα ανέκδοτα τραγούδια του Μιχάλη Τρανουδάκη, είτε με κομμάτια νέων δημιουργών από την παρέα της Μικρής Άρκτου.
σχόλια