Έργο του David Shrigley, που μάλλον με εκφράζει.
«Θέλω να σε ρωτήσω κάτι» μου λέει ο Χ. το περασμένο Σάββατο, πάνω από κάτι μπύρες. «Νομίζω ότι περνάω την κρίση της μέσης ηλικίας. Νομίζω ότι δε μου αρέσει πια η δουλειά μου. Πιστεύεις ότι αυτό είναι λογικό;» Ναι, είναι η απάντηση και ήθελα να του την πω, αλλά δεν το έκανα. Ο Χ. δεν είναι ούτε σαράντα. Δεν του λείπει τίποτε εκτός από χρήματα. Αλλά δεν είναι άπληστος, παραδόπιστος. Δεν είναι αυτό το πρόβλημά του. Η συζήτηση περιστράφηκε έτσι γύρω από το νόημα της εργασίας, γύρω από τα κλασικά ή δουλειά είναι δουλεία’, ‘ό,τι και να κάνεις κάποια στιγμή η δουλειά γίνεται βαρετή, απλώς γιατί είναι δουλειά και άρα ρουτίνα’, ‘δεν είσαι ακόμη στη μέση ηλικία, άρα δεν μπορεί να έχεις κρίση μέσης ηλικίας’ κλπ κλπ.
Δεν είπα τίποτε απ’ όσα πραγματικά σκεφτόμουν εκείνη τη στιγμή. Γιατί αυτό που σκεφτόμουν ήταν ότι τα προσωπικά αδιέξοδα σε εποχές μεγάλων κρίσεων είναι πολύ πιο βαθιά, πολύπλοκα και εξωτερικά υποκινούμενα από καταστάσεις στις οποίες οι άνθρωποι δεν έχουν και μεγάλη επιρροή. Γιατί τελικά σ’ αυτές τις εποχές, ακόμη και οι –σκεπτόμενοι- τυχεροί που δεν αντιμετωπίζουν πρόβλημα επιβίωσης δεν μένουν ανεπηρέαστοι, καθώς ζητήματα που αφορούν το μέλλον ή μάλλον την ανυπαρξία του, δεν παύουν να είναι κοινά. Οι προσωπικές αναζητήσεις, η ανασφάλεια και η αναθεώρηση όσων θεωρούμε δεδομένα κάπως σα να πιάνουν ασυναίσθητα το χώρο τους στο μυαλό, δημιουργώντας αυτόν τον ύποπτο και ολοένα και συχνότερα εμφανιζόμενο πονοκέφαλο χωρίς προφανή αιτία. Κι εκεί που θα περίμενε κανείς η εσωτερική αναζήτηση να βγάλει υψηλότερα ιδανικά και σημαντικότερες αξίες που ίσως και να βοηθήσουν να αγωνιστούμε για ένα καλύτερο μέλλον, το κοινό συμπέρασμα είναι εντελώς άλλο. Ναι, αυτή είναι απλώς η δική μου θεωρία.
Σύμφωνα με όσα υποστηρίζουν οι επίσημες (και σοβαρές) σύγχρονες θεωρίες, η έννοια της σταδιοδρομίας τις τελευταίες δεκαετίες έχει διαφοροποιηθεί ριζικά. Κάτι η παγκοσμιοποίηση, κάτι η τεχνολογία, ο κόσμος αλλάζει με ρυθμούς βιου-μάστερ και οι άνθρωποι καλούνται να προσαρμοστούν στην έννοια μιας ‘διαρκούς προσαρμογής’, στο τώρα, το αύριο και το πάντα. Μας λένε πως το μόνο σίγουρο είναι ότι δεν θα υπάρχει τίποτε σίγουρο, διαβάζουμε ότι πλέον ο μέσος (sic) άνθρωπος θα αλλάξει εργασία τουλάχιστον έξι φορές στη ζωή του, ακούμε πως τελικά θα πρέπει να αντιλαμβανόμαστε την επαγγελματική σταδιοδρομία ως ένα κομμάτι μόνο ενός ολοκληρωμένου σχεδίου ζωής. Αυτό που με εντυπωσιάζει είναι ότι κανείς δεν μιλάει για την κολοκυθόπιτα. Για τα λεφτά δηλαδή και επιτρέψτε μου να γίνω χυδαία.
Η σύγχυση την οποία βιώνω έχει πολύ πεζή ρίζα, πολύ ταπεινή πηγή, αλλά δυστυχώς δεν αφορά μόνο ‘επιφανειακούς’ ανθρώπους: δουλεύουμε για να βγάζουμε χρήματα. Δουλεύουμε βέβαια και για την αυτοεκπλήρωσή μας, για να νιώθουμε ζωντανοί και δημιουργικοί, για να συμβάλουμε στον πολιτισμό και τι κοινό καλό. Γελάσατε; Έτσι είναι όμως, κανονικά. Η εργασία, μαζί με τη γλώσσα αποτελεί ισχυρό στοιχείο πολιτισμού. Αποτελεί φυσικά και στοιχείο εκμετάλλευσης. Και σύγχυσης. Η διαδικασία είναι αλυσιδωτή. Αν ο Χ. έβγαζε περισσότερα χρήματα δεν θα είχε τόσο άγχος και άρα θα ευχαριστιόταν περισσότερο τη δουλειά του. Θα είχε επίσης τη δυνατότητα να επιλέγει δουλειές (έχει την τύχη/ατυχία να κάνει μια από εκείνες τις δουλειές που θεωρούνται ‘δημιουργικές’) και άρα να αισθάνεται ότι έχει περισσότερο τον έλεγχο της παραγωγής του, αντλώντας ικανοποίηση από αυτήν.
Κάποιοι θα πουν ότι αν έβγαζε περισσότερα χρήματα δεν θα έκανε απαραίτητα καλύτερη δουλειά, ούτε θα ήταν απαραίτητα πιο χαρούμενος. Ναι, σε κάποια άλλη χρονική στιγμή μπορεί και να συμφωνούσα. Σήμερα θα καγχάσω (θλιμμένα, αν τα καταφέρω). Ας μην κοροϊδευόμαστε. Για τα λεφτά τα κάνουμε όλα. Ακόμη κι εκείνοι που κάποια στιγμή πιστέψαμε σε άλλα ‘ιδανικά’. Επίσης, για τα λεφτά τα κάνουν όλοι, όλα. Είμαι λοιπόν έτοιμη να με κράξετε. Γιατί τώρα ξύπνησα, γιατί τα λέω λάθος, γιατί τελώ εν συγχύσει... γιατί ό,τι θέλετε. Μπορεί να είναι αλλιώς, αλλά εγώ αυτό καταλαβαίνω. Και έχω πάλι πονοκέφαλο.
σχόλια